Κάποτε οι γονείς μας έκλειναν την τηλεόραση όταν έδειχνε βίαιο περιεχόμενο, ακόμη και κατά τη διάρκεια των δελτίων ειδήσεων, όταν μεταδίδανε ρεπορτάζ για εγκλήματα.

Σήμερα δεν μπορείς να αποτρέψεις ένα παιδί να δει και να διαβάσει με κάθε ανατριχιαστική λεπτομέρεια για αποτρόπαιες πράξεις και εγκλήματα , για τη διαστροφή του κάθε ψυχοπαθή στην άλλη άκρη της γης. Βία που μεταδίδεται ραγδαία πλέον μέσω του διαδικτύου, κοινοποιείται από εκατομμύρια προφίλ μαζί με έναν παραλογισμό σχολιασμού από τον κάθε αναμάρτητο χρήστη του ίντερνετ, που διψά για λιθοβολισμό και λιντσάρισμα.

Ο κάθε εγκληματίας γίνεται το πρόσωπο της επικαιρότητας και τα media ασχολούνται επί μέρες μαζί του, σκαλίζοντας το παρελθόν του και βγάζοντας στην επιφάνεια λεπτομέρειες της ζωής του που τους περισσότερους δεν μας ενδιαφέρουν. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι χάνεται μία ζωή , κι αυτό δεν αλλάζει.

Εγκλήματα γινόταν και πριν το διαδίκτυο εισβάλλει στη ζωή μας, απλά τότε το έγκλημα περιοριζόταν στο σύνορα του κράτους, όπου υπήρχε η τηλεοπτική κυρίως εμβέλεια.

Σήμερα εξαπλώνεται παγκοσμίως σε κλάσματα του δευτερολέπτου, μαζί με τις ετυμηγορίες των δικαστών των social media.

Υπάρχει μία σύγχυση ανάμεσα στην ελευθερία της έκφρασης και στο έχω άποψη για όλα, κατηγορώ, επικρίνω και εκφράζομαι με χυδαιότητα.

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ευνοούν αυτό το «παγκόσμιο κουβεντολόι», που κατά τον Ανρί – Λεβί, κανένας δεν έχει τη δικαιοδοσία να ιεραρχεί ή να διακρίνει ανάμεσα στην ευφυΐα και στο ντελίριο, στην πληροφόρηση και στις ψευδείς ειδήσεις, στην αναζήτηση της αλήθειας και το πάθος για άγνοια

Είναι φυσιολογικό ένα έγκλημα να προκαλεί θλίψη και θυμό, όπως και το άκουσμα ενός θανάτου να σοκάρει και να συγκλονίζει. Όμως, ο παραλογισμός που ακολουθεί μετά στους διαδικτυακούς τοίχους έχει αρχίσει να γίνεται εξίσου επικίνδυνος και ανησυχητικός. Κι επειδή το διαδίκτυο παρέχει μασημένη κι αφιλτράριστη πληροφορία και ασκεί τεράστια επιρροή, σε βαθμό που οδηγεί πολύ συχνά σε μιμητισμό, ίσως θα έπρεπε να αρχίσουμε να ξεχωρίζουμε πότε πρέπει να μιλήσουμε και πότε να παραμείνουμε σιωπηλοί.

Τάνια Ώττα