Το 1983 είδε το φως της δημοσιότητας το δεύτερο σύγγραμμα του εκ των πρωταγωνιστών στον αγώνα για την ανεξαρτησία της χώρας Γιάννη Μακρυγιάννη. Είχε προηγηθεί το έργο των Απομνημονευμάτων, μετά από περιπέτειες του χειρογράφου κειμένου. Τον Μακρυγιάννη εγκωμίασε για το έργο του ο ποιητής μας Γιώργος Σεφέρης, αλλά δεν το δέχθηκαν όλοι με την ίδια θέρμη. Υπήρχε όμως και άλλο χειρόγραφο του ίδιου αγωνιστή, που παρέμενε ανέκδοτο για καιρό. Τελικά εκδόθηκε και αυτό από το Μορφωτικό ίδρυμα της Εθνικής τράπεζας. Τον τίτλο στο έργο έδωσε ο Άγγελος Παπακώστας που έκανε και την μεταγραφή του κειμένου από το πολύ κακογραμμένο χειρόγραφο.

Η χώρα μας είχε υποστεί πλέον έντονο τον κοινωνικό μετασχηματισμό. Ο Μακρυγιάννης έγραψε ότι έβλεπε την Παναγία και αγίους. Είχε επικρατήσει όμως η ιστορία να ερμηνεύεται στη βάση της υλιστικής φιλοσοφίας. Συνεπώς το κείμενο του Μακρυγιάννη ήταν απορριπτέο για ιδεολογικούς και όχι ιστορικούς λόγους. Βρήκαν την ευκαιρία να τον χαρακτηρίσουν θρησκόληπτο, ονειροπαρμένο ακόμη και σαλεμένο στο νου, λόγω των τραυμάτων, που είχε υποστεί, κατά τον αγώνα. Με ακραία προκατάληψη έκριναν το κείμενο ως προσωπική υπόθεση του συντάκτη του κειμένου με μικρό το ενδιαφέρον για το ευρύ κοινό. Οι άκαπνοι ιδεολογιόπληκτοι από τις αναπαυτικές τους πολυθρόνες απαξίωσαν πλήρως αγωνιστή με πλήθος τραυμάτων, που έλαβε στα πεδία των μαχών. Το πόσο ενδιαφέρον είναι το κείμενο για την αυτογνωσία του Νεοέλληνα φαίνεται στο απόσπασμα που παραθέτω στη συνέχεια με αφορμή πρωτίστως τη μεγάλη εορτή της Εκκλησίας, τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, το πλέον σημαντικό συμβάν στην παγκόσμια ιστορία, και ακολούθως την επέτειο της ελληνικής επανάστασης, τους πρωταγωνιστές της οποίας οι ίδιοι κύκλοι της εθνομηδενιστικής ιδεολογίας σπιλώνουν πλέον. Μάλιστα συγκαλύπτοντας το πλήθος των ιστορικών μαρτυριών, που βροντοφωνάζουν ότι ο αγώνας έγινε «για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδας την ελευθερία», εστιάζουν την προπαγάνδα τους στο ότι η επανάσταση δεν εξερράγη ακριβώς την 25η Μαρτίου αλλά μία-δύο ημέρες ενωρίτερα κατά τόπους. Στόχος τους είναι να διαδώσουν ότι ήταν μύθος η σύναξη στη μονή της Αγίας Λαύρας, σύναξη που έγινε τη 17η Μαρτίου, όπως ιστορικά μαρτυρείται. Ακολουθεί το απόσπασμα από τα «Οράματα και θάματα».

«Αφού έβλεπα όλη αυτείνη τὴν εσπλαχνίαν του Θεού και της βασιλείας του, οποὺ αγωνίζεται νύχτα και ημέρα να σώσει εμάς από την τρέλια μας καὶ διοτέλεια μας και από την απιστία μας, τους στραβοραγιάδες, τα κωλόπανα των Τούρκων και οπαδών τους, θέλει να μας λευτερώσει από αυτούς και από την τυραγνίαν τους και κοπιάζει και θυσιάζει η Θεία Πρόνοια και ανασταίνει τους πεθαμένους και τους ζωντανεύει, μας κάνει εκλαμπρότατους (επιτελείς της βασιλικής αυλής), μας κάνει εξοχότατους (πολιτικούς), μας κάνει γενναιότατους (στρατιωτικούς), μας ξεσκλαβώνει πατρίδα και θρησκεία να γένομεν έθνος ανεξάρτητον, να ζήσομεν ως άνθρωποι εις το εξής και μ’ εξ όλης καρδίας να φέρνομεν την δοξολογίαν μας εις τον ευεργέτη μας, εις τον σωτήρα μας, και να τον δοξάζομεν μ’ εξ όλης καρδίας, νύχτα και ημέρα· εμείς, αφού είμαστε αχάριστοι και εξεκκλίναμεν όλως δια όλου από αυτά, τί κάνομεν ακόμα! η νηστεία δεν είναι τίποτας, η εκκλησία το ίδιον, ανώτερον δεν υπάρχει, φύση είναι και όχι παντουργός, και τί ‘ναι Θεὸς και πώς ο Χριστὸς και τί η Παναγία, και αφού καταντήσαμε αχάριστοι εις την εσπλαχνία της, την βλαστημούμεν κιόλα, ότι δεν μας είπε τα μυστήρια της, και αφού οι άπιστοι εκλαμπρότατοι και οι εξοχότατοι και οι κλέφτες και οι λησταί, εμείς οι γενναιότατοι, όλοι μαζί, με τους εκλαμπρότατους και μείς, πωλούμεν τὸ πολυτίμητό μας τζιβαϊρικὸν εις τους αλλόθρησκους, δια τί; δια ένα τραπέζι, δια μιὰν γλυκὴ και δολερά καλημέρα των πρέσβεγων, των ανθρωποφάγων, οπού τρώνε ζωντανούς ανθρώπους, και γενόμαστε και ποταποί και πουλημένοι εις την δική μας βασιλείαν, χωρίς πατριωτισμό και χαραχτήρα, και μας κατακερματίζει όλα αυτά και μας κάνει σκούπρα, ότι τέτοιοι είμαστε, και τ’ς λέμε: Σε περικαλώ, βασιλέα μου, βασίλισσά μου, κυβέρνησή μου πουλημένη και φκιασμένη απὸ τοιούτους καταχρηστάς της πατρίδος, σας περικαλούμε, μεγάλους και μικρούς, να μας βγάλετε από την πατρίδα μας βουλευτάς, να μας κάμετε γερουσιαστάς, να μας κάμετε δημάρχους και τα εξής· και μπαίνομεν και κλέβομεν δια να φκιάσουμεν ένα χρυσό φόρεμα, δια να βάλομεν χερότια (χειρόκτια=γάντια της αριστοκρατίας) και μεγάλες πολυτέλειες, και δι’ αυτά όλα μας λέγει ο βασιλέας και η κυβέρνησή του: Πέταξε ο γάιδαρος; Πέταξε, λέμεν, και ό,τι στραβά νομοσχέδια φέρνουν εις τις Βουλές αναντίον της λευτεριάς της πατρίδος και θρησκείας, ευτύς τα ᾿πογράφομεν με χέρια και με ποδάρια, χωρίς καμίαν παρατήρησην, και καταντήσαμεν εδώ οπού είμαστε, και χύνομεν ποταμοὺς αίματα αθώα και αφανίζομεν και γενικώς την πατρίδα μας».

Βέβαια εμείς πλέον δεν βρισκόμαστε υπό την εξουσία κληρονομικού άρχοντα, έχουμε κοινοβουλευτική προεδρευόμενη δημοκρατία. Αν είχαμε διάθεση κριτικής και αυτοκριτικής, θα παραδεχόμασταν ότι η δημοκρατία στη χώρα μας είναι ιδιάζουσα. Θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί κληρονομική δημοκρατία. Οι θέσεις πρωθυπουργική, υπουργική και βουλευτική καταλαμβάνονται εν πολλοίς με κληρονομική, όχι αυστηρή πάντως, διαδοχή. Άραγε χωρίς ευθύνη και του λαού; Ήταν όμως ο βασιλέας, τότε, που όριζε τις τύχες της χώρας μας ή οι ισχυροί «προστάτες» μας; Και τώρα, που καταργήσαμε με δημοψήφισμα τον θεσμό της βασιλείας, η χώρα μας έγινε ανεξάρτητη; Υπάρχει μεγαλύτερος μύθος από το να διακηρύσσεται ότι η χώρα μας κατέστη ισότιμο μέλος πολλών ισχυρών διεθνών οργανισμών; Δεν βιώνουμε καθημερινά την υποτέλεια υπό πλήθος μορφών; Δεν χαράσσουν την εξωτερική μας πολιτική οι νέοι «προστάτες» μας, οι ηγέτες των ΗΠΑ; Δεν ελέγχουν πλήρως την οικονομία της χώρας οι Γερμανοί, που ξαναήλθαν, για να επιβάλουν δυσβάστακτο χρέος; Δεν εναρμονίζουμε τη νομοθεσία της χώρας κατά την επιθυμία των «ανεπτυγμένων» και «προοδευτικών» χωρών της Δύσης; Δυστυχώς, οι κρατούντες όχι μόνο δέχονται ότι ο γάιδαρος πετά, αλλά βεβαιώνουν και τον λαό ότι πράγματι αυτό συμβαίνει! Η χώρα μας όμως παραμένει καθηλωμένη στο έδαφος και της ετοιμάζουν το λάκκο ανθρωποφάγοι πρέσβεις και εγχώριοι υπηρέτες τους! Ο Μακρυγιάννης γράφει με αφέλεια ότι η υποταγή των αξιωματούχων της χώρας στον ξένο παράγοντα γινόταν μόνο για μια δολερή καλημέρα. Τα οφέλη ήταν κατά πολύ πιο σημαντικά. Η διαπλοκή πολιτικών με διπλωματικούς και οικονομικούς κύκλους, διεθνείς και εγχώριους, δεν αποφέρει μόνο πλουσιοπάροχα τραπεζώματα, ενώ ο λαός εξωθείται στην ανέχεια!

Οι πρόγονοί μας, άνθρωποι με αδυναμίες κι εκείνοι, έκαναν το καθήκον τους προς την πατρίδα. Αγωνίστηκαν, θυσιάστηκαν και μας ελευθέρωσαν. Αναγνωρίζοντας ευγνώμονα τη βοήθεια του Θεού στον από κάθε άποψη δίκαιο αγώνα τους, έδωσαν υπόσχεση να ανεγείρουν ιερό ναό προς τιμή του Σωτήρος Χριστού. Είναι το γνωστό τάμα του Έθνους. Το τάμα παραμένει ανεκπλήρωτο, καθώς δεν περίσσευσαν ποτέ χρήματα. Πότε μας τα άρπαζαν οι δολεροί «προστάτες» μας, πότε έρχονταν όμοιοί τους και μας ρήμαζαν, πότε μας δάνειζαν για να σπαταλούμε προμηθευόμενοι τα προϊόντα τους. Δεν βρήκαμε χρόνο και χρήμα για το τάμα. Τώρα πλέον είναι χωρίς νόημα η εκπλήρωσή του. Ο Θεός, θεωρούμε, μπήκε στο μουσείο της ιστορίας! Έχουμε μάλιστα πάψει να θέτουμε ερωτήματα για τον Χριστό και την Παναγία. Από τότε που έγραφε ο Μακρυγιάννης κύλισε χρόνος πολύς. Συνεχίζουμε πάντως «να αφανίζομεν γενικώς την πατρίδα μας»! Κι αν έρθουν πάλι χρόνια δίσεκτα και μήνες οργισμένοι; Ε, τότε, μόνον τότε, θα αισθανθούμε την ανάγκη στη γλυκειά Παναγιά να προσευχηθούμε, όπως τραγούδησε η Βέμπο. Μας διαφεύγει, στην αποχαύνωσή μας, ότι τα δίσεκτα χρόνια ήρθαν. Το Γένος μας αγρίεψε και πάλι, όπως είχε διαπιστώσει, πριν από 250 έτη, ο άγιος Κοσμάς, ο φωτιστής του λαού. Η κοινωνία δοκιμάζεται και τις συνέπειες της αφροσύνης μας θα πληρώσουν επερχόμενες γενιές. Θα συνέλθουμε;

«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»