Με την ευκαιρία του 40θήμερου μνημόσυνου του Νίκου Τσαπανίδη

Ο αποχωρισμός από έναν συμμαθητή σου δεν είναι εύκολη υπόθεση. Η πρώτη σκέψη που σε απασχολεί είναι: «έρχεται και η δική μου σειρά». Αν μπορείς να διασκεδάσεις τη σκέψη αυτή με την πίστη στην αιωνιότητα, είναι μια παρηγοριά, αλλά και πάλι ο αποχωρισμός δεν είναι εύκολος, όταν σκέφτεσαι ότι αυτός που εγκαταλείπει τα γήινα είναι ένας ξεχωριστός άνθρωπος και φίλος, που γνώριζε να κρατά τη φιλία χωρίς υστεροβουλίες και να συντρέχει πρόθυμα όπου υπήρχε ανάγκη. Και αυτόν τον άνθρωπο δεν πρόκειται να τον δεις όσο θα παρατείνεται η δική σου παραμονή στη γη.
Ο Νίκος Τσαπανίδης ήταν ένας καλός φίλος και καλός συμμαθητής. Τον γνώρισα στην δευτέρα τάξη του Βαλταδώριου Γυμνασίου Κοζάνης. Ήταν εγγονός Ιερέα, που κληρονόμησε πολλά αγαθά στοιχεία από τον λευίτη παππού του, αλλά και γιος μιας υπέροχης μητέρας, της Ειρήνης, που ήταν γεμάτη αγάπη στα παιδιά της, αλλά και στους φίλους των τεσσάρων παιδιών της. Ποιος θα επισκεπτόταν το σπίτι της και δεν θα είχε να διηγηθεί για την αβραμιαία φιλοξενία της!

Ήταν το σχολικό έτος 1962-63, όταν οι καθηγητές μας είχαν κηρύξει απεργία διαρκείας διεκδικώντας αυξήσεις μισθών. Ο χειμώνας εκείνος υπήρξε βαρύς. Το χιόνι είχε σκεπάσει την Κοζάνη και τα χωριά της. Οι προερχόμενοι από χωριά μαθητές, είχαν να αντιμετωπίσουν πολλά προβλήματα. Οι συγκοινωνίες είχαν διακοπεί και οι γονείς τους δεν μπορούσαν να στείλουν τα καλάθια με τρόφιμα, που έστελναν συνήθως κάθε Σάββατο στα παιδιά τους. Ο αποκλεισμός κράτησε για έναν περίπου μήνα. Τα τρία μαθητικά οικοτροφεία που λειτουργούσαν τότε στην Κοζάνη, των Αγίων Αναργύρων, των Σαράντα μαρτύρων, και του Αγίου Στυλιανού παρέθεταν τράπεζα και στους μαθητές των χωριών που δεν ήσαν οικότροφοι. Πόσοι όμως πήραν είδηση! Πολλοί δεν ήξεραν καν για τη λειτουργία των συσσιτίων αυτών. Θυμάμαι τον Νίκο, όταν μισοάνοιξαν οι δρόμοι των κοντινών χωριών να έρχεται στο σπίτι που νοικιάζαμε και να μας φέρνει δύο μεγάλα και φρέσκα καρβέλια ζυμωτά ψωμιά, τα οποία του είχε δώσει η συμπονετική μητέρα του να φέρει στους φίλους του. Ο Νίκος κουβάλησε με τα χέρια τα δυο καρβέλια διανύοντας με τα πόδια και πάνω σε χιονισμένους δρόμους την απόσταση Άργιλος – Κέντρο Κοζάνης και μας έδωσε ξεχωριστή χαρά.

Η δουλειά του στον ΟΤΕ τον κατέστησε οικονομικά αυτάρκη. Ήταν, όπως μαρτυρούν πελάτες του ΟΤΕ, ένας πολύ εξυπηρετικός υπάλληλος. Την εποχή εκείνη χρειαζόταν μέσο να εγκαταστήσεις τηλεφωνική συσκευή στο σπίτι σου. Ο Νίκος εξυπηρετούσε πρόθυμα και χωρίς το παραμικρό φιλοδώρημα όσους του το ζητούσαν. Δημιούργησε μια πολύ καλή οικογένεια με τη σύζυγό του Κυριακή και τα δυο παιδιά του την Ειρήνη και τον Γιώργο. Η Ειρήνη καθηγήτρια Αγγλικής Φιλολογίας και ο Γιώργος πετυχημένος επιχειρηματίας στην Αθήνα. Δεν ξέχασε ποτέ του τον ιερέα παππού του και τις νουθεσίες του. Πλησίασε καλούς ιεροψάλτες της Κοζάνης, όπως τον Μιλτιάδη Ηλιάδη και τον Γιώργο Θαθαρόπουλο, και έμαθε κοντά τους την ψαλτική τέχνη. Όχι για να έχει κάποιο έξτρα εισόδημα, αλλά να μπορεί να εξυπηρετεί καμιά φορά ιεροψαλτικά την εκκλησία του χωριού του.

Τα τελευταία χρόνια προσβλήθηκε από καρκίνο. Τον υπέμεινε με πολλή καρτερία και χωρίς γογγυσμό. Η μητέρα του, η οποία είχε χάσει το στήριγμά της πριν από είκοσι χρόνια, έχασε μέσα σε λίγα χρόνια και δύο από τα αγόρια της. Το δεύτερο της το έφεραν νεκρό από τη Γερμανία, όπου εργαζόταν πριν από ενάμισι χρόνο. Ο Νίκος, που γνώριζε καλά την περίπτωσή του, ενώ η μητέρα του αγνοούσε τη σοβαρότητα της ασθενείας του, ήθελε να προετοιμάσει τη μητέρα του και για το ενδεχόμενο της δικής του αναχώρησης. Όταν πέθανε ο δεύτερος, ο ξενιτεμένος γιος της, για να τη συμβιβάσει και με το δικό του θάνατο, της είπε: «Κοίτα, μάνα, μη χάσεις και τον τρίτο σου γιο»!

Στις 10 Ιανουαρίου 2017 έχασε η Ειρήνη και τον τρίτο της γιο και η Κυριακή τον άνδρα της. Το βουβό τους κλάμα θύμισε τον πολύαθλο Ιώβ, που έχασε τα δέκα παιδιά του το ένα μετά το άλλο, χωρίς να δυσανασχετήσει και να τα βάλει με τον Θεό. «Ο Θεός τα έδωσε και ο Θεός τα πήρε. Ας είναι το όνομα του Κυρίου ευλογημένο από τώρα και σ’ όλη την αιωνιότητα». Όπως ο Ιώβ έτσι και η Ειρήνη. Έτσι και η Κυριακή, που συνυπέμεινε με θαυμαστή καρτερία όλη τη δοκιμασία του Νίκου.

Η κηδεία του, παρότι συνέπεσε με την ημέρα ακατάπαυστης χιονόπτωσης, ήταν πάνδημη. Ο ναός του χωριού αποδείχθηκε πολύ μικρός για να χωρέσει το πλήθος των συμμετεχόντων στην κηδεία. Πολλοί αναγκάστηκαν να μείνουν έξω από τον ναό. Αποδείκνυαν πόσο εκτιμούσαν τον Νίκο, τον άνθρωπο με τη μεγάλη καρδιά. Και στο κέντρο του Ναού ο Νίκος μέσα στο φέρετρο με μια ήρεμη μορφή, που αντανακλούσε την πεποίθησή του ότι «μετέβαινε εκ του θανάτου εις την ζωήν». Την αληθινή και ατέρμονα ζωή. Ο Κύριος είθε να παραβλέψει τις αδυναμίες του, από τις οποίες κανείς μας δεν είναι απαλλαγμένος, και να ανταποδώσει στον αγαπημένο μας συμμαθητή και φίλο όλη την αγάπη που έδειξε στους φίλους και στους συνανθρώπους του.