Σαν σήμερα πριν τρία χρόνια τα παιδιά της πόλης ετοιμαζόταν για τη νέα σχολική χρονιά.

Πέντε νέα παιδιά, γνωστά παιδιά, γνωστών οικογενειών. Παιδιά με ευγένεια και ήθος. Παιδιά με χαμόγελο. Αθλητές. Φορείς ζωής. Ζούσαν την χαρά της νιότης τους χωρίς να τους φτάνουν οι ώρες, ο χρόνος, ο τόπος.
Μια στιγμή της νύχτας ήταν αρκετή. Τρία από αυτά έσβησαν και δύο παλεύουν μαζί με τους γιατρούς και τους νοσηλευτές στο νοσοκομείο.

Η Κοζάνη ξύπνησε μουδιασμένη με ένα υπόκωφο ψίθυρο ανείπωτης θλίψης και αγωνίας. Οι φίλοι τους, οι συμμαθητές τους, οι συναθλητές τους, όλοι, δεν χαμογελούν, δεν ανθίζουν στο φως της μέρας. Έμειναν μπούκια και αγκαλιασμένα τα παιδιά. Σκυμμένα κεφάλια, κόκκινα μάτια, άφωνα χείλη. Μαύρη η καρδιά τους, μαύρη η ψυχή τους, μαύρα τα ρούχα τους. Μαύρα παιδιά παντού. Στο νοσοκομείο, στα σπίτια των φίλων τους, στο κοιμητήριο. Χείμαρροι μαύροι και αθόρυβοι οι δρόμοι της πόλης. Πρωτόγνωρη και επιβλητική τραγωδία.

Ομόθυμη και απαρηγόρητη η συμπόρευσή τους προς τα κοιμητήρια (αντί του σχολείου τους), τα λουλούδια, το κατευόδιο.

Και κατόπιν το κεράκι της θύμησης και της προσευχής και σήμερα και αύριο…

Τα μαυροντυμένα παιδιά, έδειξαν ψυχή και τρόπο. Το έργο τους στην αυλή του Αγίου Νικάνορα δεν είναι μαύρο, δεν είναι μουντό. Έχει χρώμα, δείχνει δρόμο ατελεύτητο. Εικόνα αγγέλων. Όπως ακριβώς τους αισθάνονται οι φίλους τους. Εκφράζουν άχρονη αγάπη για τα αδέρφια τους.

Τα παιδιά ζωγραφίζουν στον τοίχο τη Ζωντανή Ελπίδα. Εγγυόνται μνήμη αθάνατη. Υπογράφουν.

Τη μέρα που μαύρισε η Κοζάνη, η δακρυσμένη μνήμη αποπνέει ελπίδα ανέσπερου φωτός.