Ο Ευτύχιος γεννήθηκε το 512 στο χωριό Θεία Κώμη της Φρυγίας κι έζησε επί των αυτοκρατόρων Ιουστινιανού Α’ (527-565), Ιουστίνου Β’ (565 -578) και Τιβερίου (578-582). Από πολύ νωρίς ο θείος του, ο πρεσβύτερος Ησύχιος, τον γαλούχησε στο νάματα της ορθόδοξης πίστης και στη θεολογία. Αργότερα εκάρη μοναχός και χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος στο μοναστήρι της Αμάσειας.

Κατά την παραμονή του στη Βασιλεύουσα εντυπωσίασε με τη συγκροτημένη προσωπικότητά του, το ήθος και τις σπάνιες αρετές του τον Πατριάρχη Μηνά και απέκτησε την εύνοια του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α’, ο οποίος τον βοήθησε να ανέλθει στον πατριαρχικό θρόνο μετά την εκδημία του Μηνά (552).

Από τη νέα του θέση, ο Ευτύχιος ξεδίπλωσε όλα του τα πνευματικά και διοικητικά χαρίσματα, αλλά και την εμμονή του στις ορθόδοξες αλήθειες. Γι’ αυτό και βρέθηκε αντιμέτωπος με τον Ιουστινιανό, όταν ο αυτοκράτορας παρασύρθηκε από την αίρεση των αφθαρτοδοκητών. Για τη στάση του αυτή καθαιρέθηκε και εξορίστηκε για δώδεκα χρόνια.

Επανήλθε στο θρόνο το 577 επί αυτοκράτορος Ιουστίνου Β’ και κοιμήθηκε ειρηνικά το 582.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Βίον οὐράνιον, Πάτερ κτησάμενος, σκεῦος ἐπάξιον, ὤφθης τῆς χάριτος, λόγω καὶ πράξει βέβαιων, τὴν θείαν σοὶ χορηγίαν ὅθεν ἱεράτευσας, ἰσαγγέλως τῷ Κτίσαντι, ἔνδοξε Εὐτύχιε, Ἐκκλησίας ὡράισμα, ἣν φύλαττε ταὶς σαὶς προστασίαις, πάσης ἀνάγκης ἀνωτέραν.

Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Εὐτύχιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Πηγή:ekklisiaonline.gr