«Την  ευτυχία που δεν σου χαρίζουν κλέψτην να!» Αυτό το σύνθημα, γραμμένο πάνω στον τοίχο της Θεολογικής  ήταν το πρώτο «μάθημα»  που αποστήθισα  από επιλογή , όταν πρωτοεξερεύνησα-  το 1980-  τον αύλειο χώρο της  Νομικής Σχολής Θεσσαλονίκης.

Και θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς,  ότι εφόσον  η  κλοπή της ευτυχίας ως «πράγμα» ιδιαίτερα μεγάλης αξίας αποτελεί ακόμα διακεκριμένη περίπτωση κλοπής – και  «η φυλακή δεν είναι στραγάλια»  κατά τον αείμνηστο Γιάννη Μανωλεδάκη-   είχαμε υποχρέωση να προσέχουμε.

Πάντως, 37 χρόνια μετά, αυτή η προτροπή  προς τους επίδοξους αναγνώστες δεν υφίσταται πλέον. Ίσως επειδή την «Ευτυχία» την έκλεψε τελικά  «εις εκ των συμφοιτητών μας» – σύμφωνα με την ετεροχρονισμένη  ανωμοτί κατάθεση  ετέρου, ο οποίος  και έδρασε ως  ηθικός αυτουργός  για την τέλεση του παραγεγραμμένου πλέον εγκλήματος,  «και μάλιστα εν κινήσει»,  όταν τα φανάρια άναψαν κόκκινο.

Έτσι, εμείς οι λοιποί-  που η τύχη έφτυσε-  πορευθήκαμε «εκ των πραγμάτων»   νομίμως, ίδιοι και απαράλλαχτοι όλα αυτά τα χρόνια. Ακριβώς,  όπως ίδιοι κι απαράλλαχτοι πορεύτηκαν και «οι κλέφτες».

Και είναι απορίας άξιον,  πως μετά από τόσα χρόνια, εξακολουθούμε να  είμαστε τόσο προβλέψιμοι όλοι. Η ατάκα, το βλέμμα, η μέθοδος, η χαρά για όσα πέτυχαν οι συνοδοιπόροι,  ο μηδενισμός της ματαιοδοξίας (αφού η  ζωή και ο χρόνος  μας φλέρταραν  όλους αδυσώπητα)  και  το καλύτερο απ’ όλα,  η εκτίμηση και η αγάπη  που μας συνδέουν και μας καθιστούν, ακόμα,  μια ομάδα άπαιχτη!

Εν κατακλείδι: « Συμφοιτητές μου, δεν θα σας άλλαζα με τίποτα!»

«Να μας έχει ο Θεός καλά…»