“ΔΕΝ ΚΑΘΟΡΙΖΕΤΑΙ ΚΑΙ ΤΕΚΜΗΡΙΩΝΕΤΑΙ Η ΑΝΤΟΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥΣ”

Με κοινή τους απόφαση οι δήμοι Βοΐου και Κοζάνης , ακολουθώντας το αντίστοιχο παράδειγμα άλλων περιοχών ανά την Ελλάδα που διέρχονται ή γειτνιάζουν με την Εγνατία Οδό, αποφάσισαν να προσφύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά των νέων διοδίων που τοποθετούνται στην περιοχή. Μάλιστα ο δήμος Κοζάνης και συγκεκριμένα η Οικονομική Επιτροπή έλαβε στην τελευταία της συνεδρίαση και σχετική απόφαση, με την οποία αιτιολογείται το έννομο συμφέρον των δύο περιοχών Λόγος της ακυρώσεως, σύμφωνα με το αιτιολογικό είναι πως ο καθορισμός των διοδίων ελλείπει παντελώς οποιαδήποτε αιτιολογία ενώ επίσης δεν καθορίζει την ανταποδοτικότητά τους.
Χαρακτηριστικά στο σκεπτικό της απόφασης για τον λόγο ακύρωσης των διοδίων σημειώνεται πως “η προσβαλλομένη απόφαση καθορίζει το ύψος των διοδίων τελών χωρίς να έχει ειδική αιτιολογία, από την οποία θα προέκυπτε η αντιστοιχία τους με τα κόστη κατασκευής και συντήρησης της Εγνατίας οδού και, ως εκ τούτου, η ανταποδότικότητά τους”.
Τα όσα περιγράφονται σε αυτό στο σκεπτικό της απόφασης επιβεβαιώνει μιλώντας στον “Π.Λ.” ο δήμαρχος Βοΐου Δημήτρης Λαμπρόπουλος, λέγοντας πως η προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας γίνεται από τους δύο δήμους από κοινού Κοζάνης και Βοΐου , οι οποίοι θίγονται από τους νέους σταθμούς. Αυτού που επιδιώκουν επί της ουσίας, τονίζει ο κ. Λαμπρόπουλος στον “Π.Λ.”, είναι να μην εφαρμοστεί η απόφαση για τους νέους σταθμούς σε Κοζάνη (Καλαμιά) και Μπάρα Σιάτιστας και να περάσει η αναλογική χρέωση των σταθμών των διοδίων.

 

Τι αναφέρει το αιτιολογικό της απόφασης όπως ψηφίστηκε από την Οικονομική Επιτροπή του Δήμου Κοζάνης

“Η Νομική υπηρεσία του Δήμου στο από 04.10.2017 έγγραφο της με θέμα: «Άσκηση ή μη αιτήσεως ακυρώσεως κατά της υπ’ αριθμόν ΔΝΣγ/ οικ.35897/ ΦΝ 393/ 18.5.2017 Κοινής Υπουργικής Αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών αναφέρει τα παρακάτω :Με την προσβαλλομένη πράξη τροποποιείται η υπ’ αριθμόν 6686/ 14.11.2014 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών – Υποδομών, Μεταφοράς και Δικτύων περί χωροθέτησης σταθμών διοδίων και καθορισμού τελών διοδίων στην Εγνατία Οδό και στους καθέτους άξονες αυτής (ΦΕΚ Β’ 3086/ 17.11.2014). Επίσης, ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με την υιοθέτηση συστήματος ηλεκτρονικών διοδίων δορυφορικής τεχνολογίας. Ειδικότερα, η προσβαλλομένη ορίζει τις ακριβείς θέσεις για είκοσι πλευρικούς σταθμούς διοδίων στον αυτοκινητόδρομο της Εγνατίας οδού και των καθέτων αξόνων της επιπλέον των δεκαοκτώ μετωπικών σταθμών διοδίων, που ήδη υφίστανται και προβλέπονται στην τροποποιούμενη κοινή υπουργική απόφαση. Ακόμη, στην απόφαση αυτή καθορίζεται ρητώς ότι τα διόδια τέλη στους υφιστάμενους σταθμούς διατηρούνται στο ίδιο ύψος, χωρίς ωστόσο να περιέχει οποιαδήποτε αιτιολογία που να θεμελιώνει τον καθορισμό αυτό. Οι Δήμοι μας με προφανές έννομο συμφέρον ζητούν την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως, ιδίως στο βαθμό που καθορίζει αναιτιολόγητα το ύψος των διοδίων τελών.

Έννομο συμφέρον

Η Εγνατία οδός διέρχεται την εδαφική περιφέρεια και των δύο αιτούντων Δήμων. Πρόκειται για οδικό άξονα που χρησιμοποιούν τα οχήματα τα οποία σχετίζονται με την οικονομική δραστηριότητα στην περιοχή. , Με την προσβαλλομένη απόφαση χωροθετούνται συνολικά έξι σταθμοί διοδίων, δύο μετωπικοί και τέσσερις πλευρικοί εντός των γεωγραφικών ορίων του πρώτου αιτούντος από εμάς οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, δηλαδή του Δήμου Βοΐου.
Επίσης, ορίζεται ότι τα διόδια τέλη παραμένουν στο ίδιο ύψος με τα καθοριζόμενα διά της υπ’ αριθμόν Δ17α/ 178/ 4/ ΦΝ/ 393/ 2.10.2014 κοινής υπουργικής αποφάσεως (ΦΕΚ Β’/ 2761/15.10.2014). Γίνεται, συνεπώς, σαφές ότι οι μετακινήσεις των οχημάτων από και προς τις προαναφερόμενες περιοχές των Δήμων μας θα επιβαρύνονται με την καταβολή των οριζόμενων στην προσβαλλομένη διοδίων τελών. Η υποχρέωση καταβολής των διοδίων τελών σε συνδυασμό με την επιβολή προστίμου σε περίπτωση μη συμμορφώσεως σε αυτή θα οδηγήσουν σε μείωση των δρομολογίων κάθε είδους οχημάτων στις περιοχές εντός των γεωγραφικών ορίων των Δήμων μας, αλλά και από περιοχές εκτός αυτών προς εμάς. Η μείωση των δρομολογίων δεν μπορεί παρά να σημαίνει την οικονομική απομόνωση των περιοχών εκείνων που για να προσεγγισθούν απαιτείται η προηγούμενη καταβολή διοδίου τέλους. Πιθανολογείται σφόδρα περιορισμός των εμπορικών συναλλαγών και, εν γένει, των οικονομικών δραστηριοτήτων, ενώ συνέπειες θα υπάρχουν κατ’ επέκταση και στην πολιτιστική και κοινωνική ζωή αυτών των περιοχών.
Το έννομο συμφέρον των αιτούντων οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης θεμελιώνεται, επίσης, στην οικονομική επιβάρυνση που υφίστανται από την καταβολή διοδίων τελών στους σταθμούς της Εγνατίας οδού για τη διέλευση των οχημάτων που τους ανήκουν. Έτσι, οποιαδήποτε υπηρεσιακή μετακίνηση που απαιτείται να γίνεται στον άξονα της Εγνατίας οδού θα επιβαρύνεται με διόδια τέλη, όπως αυτά καθορίζονται με την προσβαλλομένη απόφαση. Συνεπώς, οι αιτούντες Δήμοι επηρεάζονται από αυτήν ευθέως και ως χρήστες, οι ίδιοι, της Εγνατίας οδού.

Γ. Λόγος ακυρώσεως: Η προσβαλλομένη απόφαση καθορίζει το ύψος των διοδίων τελών χωρίς να έχει ειδική αιτιολογία, από την οποία θα προέκυπτε η αντιστοιχία τους με τα κόστη κατασκευής και συντήρησης της Εγνατίας οδού και, ως εκ τούτου, η ανταποδότικότητά τους.
Η διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 78 του Συντάγματος, ορίζει ότι σύμφωνα με την οποία το αντικείμενο της φορολογίας και ο φορολογικός συντελεστής δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδότησης. Συνεπώς, δεν είναι δυνατή η επιβολή τέλους ή επιβάρυνσης με κανονιστική διοικητική πράξη, όταν δεν μπορεί να αιτιολογηθεί ειδικώς ότι το τέλος αυτό δεν ενισχύει τα γενικά ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου, αλλά εισπράττεται εν όψει συγκεκριμένης υπηρεσίας. Σημειώνεται ότι με την υπ’ αριθμόν 215/ 10.2.2012 απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων (ΦΕΚ Β΄ 2316/ 10.8.2012) μεταβιβάσθηκαν, χωρίς αντάλλαγμα, στην ανώνυμη εταιρεία ΤΑΙΠΕΔ Α.Ε. τα δικαιώματα της εταιρείας ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε. για τη λειτουργία, συντήρηση και εκμετάλλευση του αυτοκινητοδρόμου κ.λπ. «Εγνατία Οδός». επομένως τα διόδια τέλη που επιβάλλονται κατά μήκος της Εγνατίας οδού δεν αποτελούν μέρος του εργολαβικού ανταλλάγματος για την κατασκευή του, αλλά έσοδα του Ελληνικού Δημοσίου, εισπραττόμενα διαμέσου της ανώνυμης εταιρείας ΤΑΙΠΕΔ Α.Ε. Τα διόδια τέλη συνιστούν ένα τέτοιο ανταποδοτικό τέλος, το οποίο επιβάλλεται για την αντιμετώπιση των δαπανών των σχετικών με την κατασκευή και τη συντήρηση του οδοστρώματος των αυτοκινητόδρομων της Εγνατίας Οδού και των καθέτων αξόνων της. Συνιστούν το αντάλλαγμα για τη χρησιμοποίηση εκ μέρους των οδηγών των οχημάτων του δημοσίου αυτού έργου. Οι εργασίες κατασκευής και συντήρησης τους προαναφερόμενους αυτοκινητόδρομους ωφελούν αποκλειστικά τους χρήστες αυτών. Συνεπώς, η επιβάρυνση των χρηστών των αυτοκινητοδρόμων με ανταποδοτικά τέλη κατ’ αρχήν δικαιολογείται. Ωστόσο, εν όψει ακριβώς του ανταποδοτικού τους χαρακτήρα, το ύψος των διοδίων τελών πρέπει να βρίσκεται σε αντιστοιχία με το κόστος της παρεχόμενης υπηρεσίας, δηλαδή με το κόστος των έργων που σχετίζονται με την κατασκευή και τη συντήρηση του οδοστρώματος της Εγνατίας Οδού και των καθέτων αξόνων της. Σε διαφορετική περίπτωση, τα τέλη αυτά μεταπίπτουν σε υποκατηγορία της γενικής φορολογίας, η οποία στην περίπτωση αυτή ανεπίτρεπτα καθορίζεται με κανονιστική διοικητική πράξη, κατά παράβαση της παρ. 4 του άρθρου 78 του Συντάγματος. Η τεκμηρίωση της προμνησθείσας αντιστοιχίας τελών και κόστους της παρεχόμενης υπηρεσίας αποτελεί αντικείμενο ειδικής αιτιολογίας, η οποία θα έπρεπε να περιλαμβάνεται στην πράξη που καθορίζει το ύψος των διοδίων τελών. Στην παρ. 5 του άρθρου 1 αυτής, η προσβαλλομένη καθορίζει το ύψος των τελών στους σταθμούς διοδίων στην Εγνατία οδό. Ειδικότερα, ορίζει ότι τα διόδια παραμένουν στο ίδιο ύψος με αυτό που είχε καθορισθεί με την με αριθμ. Δ17α/ 178/ 4/ ΦΝ 393/ 2.10.2014 κοινή υπουργική απόφαση (ΦΕΚ Β’ 2761/15.10.2014). Παρ’ ότι γίνεται παραπομπή σε προηγούμενη υπουργική απόφαση, όμως, η προσβαλλομένη καθορίζει αυτοτελώς το ύψος των ανταποδοτικών τελών, δεδομένου μάλιστα ότι, στο προοίμιό της, επικαλείται ρητώς και την εξουσιοδοτική διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 62 ν. 4155/2013 (όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 22 ν. 4233/2014 και ισχύει), η οποία παρέχει στους Υπουργούς Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων την εξουσιοδότηση να καθορίζουν το ύψος των διοδίων. Με άλλα λόγια, η κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση ασκεί κανονιστική εξουσία με την προσβαλλομένη απόφαση,
καθώς επιλέγει να ορίσει ρητώς, έστω και με παραπομπή σε άλλη απόφαση, το ύψος των διοδίων τελών.
Ωστόσο, στον καθορισμό αυτό ελλείπει παντελώς οποιαδήποτε αιτιολογία. . Η προσβαλλομένη δεν συσχετίζει, ούτε καν αδρομερώς, το ποσόν που αναμένεται ότι θα εισπράττεται από την καταβολή των διοδίων στους οικείους σταθμούς διοδίων με το κόστος των σχετικών με τη κατασκευή και συντήρηση του οδοστρώματος της Εγνατίας Οδού και των καθέτων αξόνων της εργασιών. Δεν τεκμηριώνει, δηλαδή, ότι τα έσοδα από τα διόδια τέλη των οικείων σταθμών διοδίων είναι τα απαραίτητα για την κάλυψη των εξόδων που συσχετίζονται με την παρεχόμενη υπηρεσία (κατασκευή/ συντήρηση οδικού δικτύου της Εγνατίας οδού) και, κατ’ επέκταση, την απαιτούμενη αντιστοιχία μεταξύ της παροχής και αντιπαροχής. Κατά τον τρόπο αυτό, όμως, δεν τεκμηριώνει και τον ανταποδοτικό χαρακτήρα των επιβαλλομένων, δι’ αυτής, διοδίων τελών και παραβιάζει έτσι τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 78 του Συντάγματος. Επειδή, λοιπόν, η παντελής έλλειψη αιτιολογίας της προσβαλλομένης, όπως προκύπτει από τα παραπάνω, καθιστά την προσβαλλομένη ακυρωτέα.
Επειδή το συμφέρον των Δήμων μας για την ακύρωση της προσβαλλομένης είναι έννομο, άμεσο και ενεστώς, για τους λόγους που αναφέραμε στην παρούσα αίτηση”.

 

Β.Σ.