Κώστας Ι. Φαρμάκης`

Όλοι μας ξέρουμε την Τζάμπουρντα μα λίγοι οι τυχεροί, που έτυχε να πάνε. Εγώ όμως είμαι από κείνους, τους πολλούς, που ποτέ δεν αξιώθηκαν. Από μικρός το ήθελα πολύ, μα ποτέ δεν το κατάφερα.

Η Τζάμπουρντα, σαν μεγάλωσα, έμαθα ότι είναι το μοναστήρι του Αη Νικάνορα και βρίσκεται πάνω από τον Αλιάκμονα , κοντά στην Ελάτη και στους Λαζαράδες, μα ανήκει σαν μέρος στα Γρεβενά. Έμαθα επίσης ότι τον Αη Νικάνορα στην κοσμική του ζωή τον έλεγαν Νικόλαο. Κατάγονταν απ’ την Θεσ/κη, από πλούσια οικογένεια. Όταν πέθαναν οι γονείς του μοίρασε την περιουσία στους φτωχούς και έγινε καλόγερος με το όνομα Νικάνωρ, που πα να πει νικητής των ανδρών. Ο Νικάνωρας λοιπόν ίδρυσε το μοναστήρι αυτό της Τζάμπουρντας και εκεί ασκήτεψε κιόλας.

Κάθε Αύγουστο στις 6 του μήνα νωρίς το απόγευμα όσοι απ’ το Λιβαδερό ήταν για Τζάμπουρντα ετοίμαζαν σχολαστικά τα ζώα τους ,άλογα και μουλάρια. Τα τάϊζαν και τα στόλιζαν. Έριχναν πάνω τους πολύχρωμα κιλίμια μα και στρωσίδια για να έχουν να κοιμηθούν το βράδυ της παραμονής στην Τζάμπουρντα. Και ξεκινούσαν. Τα παιδιά καβάλα. Οι μεγάλοι πεζοί. Έπρεπε λέει, να φθάσουν μέρα στο ποτάμι, πριν νυχτώσει, για να το διαβούν και να φθάσουν στο μοναστήρι. Έπρεπε και το ποτάμι λίγο νερό να έχει, γιατί αλλιώς μαύρα τα γραμμένα αν δεν έβαζε το χέρι του και ο Άγιος, που την άλλη μέρα γιόρταζε.

Εκείνο που με στεναχωρούσε πιο πολύ δεν ήταν όταν έφευγαν, μα όταν με το καλό γύριζαν την άλλη μέρα το βράδυ. Οι συνομήλικοί μου, τα παιδιά λέγαν ιστορίες και γεγονότα για την Τζάμπουρντα, κι εγώ σαν χάνος τους κοιτούσα. Λέγαν, πως είδαν το ασκηταριό, πως κάποιοι ανέβηκαν σ’ αυτό, πως οι καλόγεροι βόσκουν πρόβατα και γίδια και πως τα γελάδια ήταν πάντα μοναχά. Κάθε χρόνο η ίδια ιστορία και κάθε χρόνο εγώ μουτρωμένος. Με το νου μου έκανα σενάρια και έλεγα από μέσα μου πως δεν γίνεται, του χρόνου πρώτα ο θεός θα πάω, μα ποτέ δεν πήγαινα.

Θυμάμαι πως οι μεγάλοι τότε, για δικούς τους ευνόητους λόγους, μας έλεγαν σαν παιδιά να μην τρώμε κεφαλάκι αρνιού, γιατί σαν παίρναμε το δρόμο για την Τζάμπουρντα, καλή τύχη δεν θάχαμε στο διάβα του ποταμιού. Και εγώ τους άκουσα. Ποτέ δεν έφαγα κεφάλι αρνιού και ποτέ δεν είχα …κάποιες διαφορές με τον Αη Νικάνορα, μα ποτέ δεν πήγα και στην Τζάμπουρντα. Μεγάλος πράγματι καημός.

Τώρα πια, ψάχνω έναν Αύγουστο στην Τζάμπουρντα να πάω. Όχι όμως από δρόμο άσφαλτο. Μα από την στράτα, την στενή. Με αρματωμένο άλογο ποτάμι να περάσω.

Φαρμάκης Κώστας
Ξάνθη