Πού πήγε το μελωμένο της γιορτινής τους έκφρασης?
Φόρεσαν μια μάσκα από φύλλα φθινοπώρου,
πέταξαν χάμω την καρδιά του ονείρου τους,
και συνομώτησαν γλυκά μ’ ένα πικρό μειδίαμα.
Έχουν κρύψει καλά τον πυρήνα της σκέψης τους.
Γιατί να μας εμπιστευτούν?
Έχουν σπάσει οι κακοραμμένες ραφές της εμπιστοσύνης τους και τώρα κάθονται ανάποδα, σε ένα παγκάκι που αντέχει το βάρος τους, αλλά όχι το βάρος των ονείρων τους που παρεκτρέπονται….
Χωρίς τα νεανικά τους πρόσωπα,
χωρίς παράθυρο στα ανήσυχα ματάκια
και μακριά από πανηγύρια στα χαμόγελα,
είναι σα να ζητάμε απ’ τα φεγγάρια να μην τρυπώνουν σε σκοτεινά δωμάτια….