Eνα τηλέφωνο κάποτε χτύπησε.– Βασίλη μου… «Πληκτρολογείς στο κινητό τη μοναξιά σου» ακόμα ή σταμάτηξες:– Πληκτρολογώ.

– Άκου να σε πω: Ποιος στο καλό είναι αυτός ο Νικάνορας, στον δρόμο του μένω εδώ και χρόνια, Πυλαία μεριά.

– Να, είναι εκείνος ο Σταγειρίτης, που συνόδεψε τον ΜεγΑλέξανδρο στην εκστρατεία, έγινε ναύαρχος του Κάσσανδρου, Χαλκιδικιώτης, και θανατώθηκε φυσικά φυσικότατα στο τέλος;

– Μη κι ο εταίρος του ΜεγΑλέξανδρου που απέκτεινεν εντελώς ο Σέλευκος;

– Ή ο άλλος, ο Αλεξανδρινός γραμματικός, να είναι ο Νικάνορας που έδωσε το όνομά του σ’ αυτόν τον δρόμο που μας κατοικεί με ανοιχτά καλαίσθητα προκήπια, τα αστικά λεωφορεία του ΟΑΣΘ-Σιδηροδρομικός Σταθμός-Πυλαία και πανταχόθεν οι οικοδομές ελεύθερες που είναι, άλλες με πυλωτές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον εν ισχύει ΓΟΚ του υπουργείου…

– ή τέλος τέλος ο πατριάρχης Αλεξανδρείας που έκανε 3 χρόνια στον θρόνο (1866-69);
Σιγά μην έλεγε και για κείνον τον μοναχοκαλόγερο Νικάνορα με τα πεταγμένα κάπως αφτιά ως ραντάρ, ίνα συλλαμβάνει τους θεοτικούς διαταγμούς εκεί στο αγιοραφείον του στη Μονή Σταυρονικήτα, από τα μέρη μας, το Παλαιοχώρι, ας πούμε.

– Είσαι λάθος, κυρ’ Κώστα (μου Λαχά), «Κόφτο το κυρ’ Βασίλη μου», Το κόβω, άρα Κώστας, λοιπόν (αχ! Κώστα μου…) Κανένας από αυτούς δεν είναι. Είναι «ο Σαλονικιός» νέος Νικάνωρ (1491-1459), που αφήκε πλούτη και ανέσεις του πατρός του, πήρε τα βουνά πέρασε από τη μονή Πρόδρόμου Βεροίας, εκεί γνώρισε τον σταυράδερφό του, μετέπειτα Διονύσιον τον εξ Ολύμπου, κι αγαπήθηκαν θεοτικά. Έφυγε και στο όρος Καλλίστρατον, πάνω από τον ποταμό Αλιάκμονα, όρια Γρεβενών, Χασίων, Λαρίσης κ.λπ., έκτισε φωλεά ασκητική και το ’ριξε στις προσευχές και τα θαύματα. Τα ασκηταριό του με τον καιρό έγινε το μεγαλομονάστηρον της Ζάβορδας (γυναικο-άβατον εξ αρχής και εκ διαθήκης αλλά κάποια νεότερα χρόνια -σεισμός του 1995- κατηργήθη για λίγο από τον εκ Πειραιώς, άχρι τέλους, μακαριστό Μητροπολίτη, Σέργιο) είχε ένα μεγάλο κοπάδι από ρόσια γίδια που διαιωνίζεται ως τα σήμερα. Με τον περίφημο Κώδικα, οιονεί βιβλίον ληξιαρχείου της Δ. Μακεδονίας, το οποίον άρπαξε και διέσωσε ο Ν. Π. Δελιαλής (1895-1979) της Βιβλιοθήκης Κοζάνης κι ημείς [ποιοι εμείς; Μα, εκείνης της Πόλης του Βιβλίου οι κατά φαντασίαν εκδρομείς (1995-2003)] το εκδώσαμεν. Εκεί περιπλέον και το μόνον ολοκληρωμένο Λεξικόν του μέγα Φώτιου, το οποίον άρπαξεν τρελαμένος με την εύρεσή του ο πολύς Λίνος Πολίτης (1906- 1982). Σήμερον η Μονή ελέγχεται από 12μελή συνοδεία, που αφίχθη από τη μονή Ορθοκωστά Κυνουρίας και του Θ. Βαλτινού το ομότιτλον μυθοκατασκεύασμα. Αυτά του είπον.

Mεγαλυνάριον της εποχής μας: «Χαίροις των Σερβίων ο ιατρός, Γρεβενών το κλέος και Κοζάνης ο βοηθός, χαίροις ο προστάτης, των σε τιμώντων πόθω, Νικάνορ Καλλιστράτου, φωστήρ πολύφωτε», κ.λπ. Συνελόντι ειπείν Κώστα (τα αργοκίνητα πλέον βόδια της μνήμης κλώστα) έμενες στην οδό τού οσίου Νικάνορος του θαυματουργού (όλοι οι άλλοι συνεπώνυμοι ενώπιόν του ήταν απλώς οδοντόκρεμες) και είναι την σήμερον κάτι σαν Περιφερειάρχης, άγιος και προστάτης Δυτικής Μακεδονίας, την ευχή του να ’χωμεν…

«Πληκτρολογείς στο IPhone 6S τη μοναξιά σου», γενικώς  τι πειράζει, Κώστα, αείμνηστε, Λαχά και τι μας πειράζει; Υπάρχεις ούτω πως στον κόσμο που πας και σε πάει ειδικώς  για τ’ άλλα και όλους τους άλλους, εν τέλει, τι μας νοιάζει… (Από το ” Επισκέπτης απο τα δυτικά” εκδ. Παρέμβαση Αύγουστος 2022)