Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για τη φορολογία μερισμάτων και είναι ευκαιρία να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα που ίσως δεν γίνονται κατανοητά από τους πολλούς.

Όταν λέμε μέρισμα εννοούμε το ποσό που λαμβάνουν οι μέτοχοι από τα κέρδη της εταιρείας τα οποία ήδη έχουν φορολογηθεί στο όνομα της εταιρείας με συντελεστή φορολογίας 22%. Σε αυτό το ποσό επιβάλλεται επιπλέον φορολογία 5% με αποτέλεσμα η συνολική φορολογική επιβάρυνση του εν λόγο μερίσματος να ανέρχεται περίπου στο 26%. Οι αντίστοιχοι συντελεστές φορολογίας μέχρι και το έτος 2018 ήταν, ο μεν φόρος κερδών των εταιρειών στο 29% και ο φόρος μερισμάτων στο 15%, δλδ συνολικά περίπου στο 40% από το πρώτο ευρώ χωρίς κανένα κλιμάκιο. Τα τελευταία χρόνια είχαμε μία σημαντική μείωση της φορολογίας στις επιχειρήσεις και αυτό συνέβαλε στην αύξηση των δηλωθέντων εισοδημάτων. Να αναφέρουμε επίσης ότι φόρος στα μερίσματα επιβάλλεται μόνο στα νομικά πρόσωπα που τηρούν διπλογραφικό λογιστικό σύστημα (συντάσσουν ισολογισμό) ενώ οι μικρότερες εταιρείες (ΟΕ, ΕΕ) που τηρούν απλογραφικά βιβλία απαλλάσσονται από το συγκεκριμένο φόρο.

Η μείωση του φόρου μερισμάτων στο 5% και του φόρου εισοδήματος των νομικών προσώπων στο 22% τα τελευταία χρόνια πιστεύω ότι ήταν επιβεβλημένη για τους εξής λόγους.

Αποτέλεσε κίνητρο κατά της φοροδιαφυγής που συνδυαστικά με την σημαντική αύξηση των ελέγχων και της εφαρμογής των έμμεσων τεχνικών, απέφερε περισσότερο έσοδα στα κρατικά ταμεία.

Διευκόλυνε πολλές επιχειρήσεις να επιλέξουν το διπλογραφικό λογιστικό σύστημα (σύνταξη ισολογισμού), με καλύτερα αποτελέσματα στη διαφάνεια των στοιχείων τους, την καλύτερη οικονομική οργάνωσή τους και την μεγαλύτερη πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία

Απέτρεψε σε μεγάλο βαθμό τη συστηματική φυγή των ελληνικών επιχειρήσεων σε γειτονικούς «φορολογικούς παράδεισους» (Βουλγαρία Κύπρος κλπ) που παρατηρούνταν σε έντονο βαθμό κατά το παρελθόν.

Ενίσχυσε περεταίρω το ευνοϊκό επενδυτικό κλίμα για τη προσέλκυση στη χώρα περισσοτέρων ξένων επενδύσεων

Η οποιαδήποτε αλλαγή με κλίμακες και διαφορετικούς συντελεστές φορολόγηση των μερισμάτων, μόνο προβλήματα μπορεί να δημιουργήσει στις επιχειρήσεις χωρίς να φέρει κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα στα έσοδα.

Ως γνωστόν η κάθε εταιρία μετά την φορολογία των συνολικών της κερδών η ίδια επιλέγει τί ποσό μερίσματος θα διανείμει, σε ποια χρονική στιγμή και σε ποιους μετόχους. Θα μπορούσε δλδ μια εταιρία με πολλά κέρδη να διανείμει μικρό μέρισμα, καλύπτοντας άλλες δαπάνες των μετόχων από την ίδια την εταιρία οπότε να έχει μικρή επιβάρυνση ή αντίστοιχα μια μικρότερη εταιρία με λίγα κέρδη να αναγκαστεί να διανείμει σωρευμένα κέρδη προηγούμενων χρήσεων ως μέρισμα στους μετόχους και στη συγκριμένη χρονική στιγμή να έχει πολύ μεγαλύτερη επιβάρυνση.

Συγκρίνοντας δε τα κέρδη και τα μερίσματα των εταιρειών σε σχέση με τα εισοδήματα των φυσικών πρόσωπων και των μισθωτών, διαπιστώνουμε τα εξής: Mέχρι το ποσό των 40.000 ευρώ η επιβάρυνση των εταιρειών είναι συγκριτικά μεγαλύτερη σε σχέση με τα φυσικά πρόσωπα. Μόνο για εισοδήματα πάνω από τις 50.000 ευρώ η φορολογική επιβάρυνση γέρνει σημαντικά προς τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία όμως συνολικά αντιπροσωπεύουν μόνο το 1,6% του συνολικού αριθμού των φορολογούμενων της χώρας. (Στοιχεία 2021)

Εν κατακλείδι πιστεύω πως στα επίπεδα που βρισκόμαστε σήμερα υπάρχει μια σχετική ισορροπία στη φορολογία των επιχειρήσεων και τις οποιεσδήποτε αλλαγές μόνο προς τα κάτω πρέπει να τις εξετάζουμε έτσι ώστε να στηρίξουμε περαιτέρω την επιχειρηματικότητα, την ενίσχυση της αναπτυξιακής πορείας της χώρας και την αύξηση της απασχόλησης.

Σιαμπανόπουλος Αντώνης
Οικονομολόγος- Σύμβουλος επιχειρήσεων