ΤΑ ΦΑΓΗΤΑ ΠΟΥ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ ΣΤΟ ΚΟΖΑΝΙΤΙΚΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ: ΓΙΑΠΡΑΚΙΑ, ΤΣΙΓΑΡΙΔΕΣ, ΛΟΥΚΑΝΙΚΑ ,  ΠΙΤΕΣ & ΓΛΥΚΑ

– Ο Λαογράφος Γιάννης Κορκάς εξιστορεί στο ράδιολόγος!

Μεγάλη είναι η παράδοση των Κοζανιτών για τα φαγητά των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, που πρωταγωνιστούν στο τραπέζι των κοζανιτών. Μιλώντας στο ράδιοΛόγος και τον Λύσανδρο Ρήγα ο λαογράφος Γιάννης Κορκάς μίλησε για τα εν λόγω έθιμα, με τα γιαπράκια , τις τσιγαρίδες & τα λουκάνικα να πρωταγωνιστούν στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Ανάλογα, από το πρωτοχρονιάτικο τραπέζι δεν λείπουν τα σνιά με τις πίτες που ανοίγουν με μεράκι και μαεστρία οι νοικοκυρές για να βάλουν το φλουρί (όπως είναι η κρεατόπιτα ή η πίτα με κιμά). Επίσης, στα σούρβα – κάλαντα, που έβγαιναν να πουν την πρωτοχρονιά, η παράδοση ήθελε να κερνούν οι νοικοκυρές κουραμπιέδες και άλλα γλυκίσματα.

Αναλυτικότερα, όπως εξιστόρησε ο Γιάννης Κορκάς, η μεγάλη λαογραφική παράδοση των κοζανιτών για τα γαστρονομικά έθιμα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, έχει ως εξής:

“Θα μιλήσουμε  για τα έθιμα των Χριστουγέννων  και της Πρωτοχρονιάς

Όπως είναι γνωστό οι Κοζανίτισσες  βάζουν  λάχανα για να φκιάσουν την αρμιά  στις 14 Νοεμβρίου ημέρα του Αγίου Φιλίππου, σε πήλινα ή σε Καδί για σαράντα ημέρες και τα ανασέρνουν κατά τη διάρκεια για να μην χαλάσουν και να είναι έτοιμα την παραμονή των Χριστουγέννων 24 Δεκεμβρίου για να φκιάσουν τα γιαπράκια το μοναδικό και νόστιμο φαγητό. Έχουμε μιλήσει για την Αρμιά.

Την παλιά εποχή που τα σπίτια είχαν αυλές και χώρους  μικρούς ως σταύλους που βάζανε το γαϊδούρι, έπαιρναν γουρούνια , τα μεγάλωναν, τα έτρεφαν με πίτουρα και καλαμπόκι, να παχύνουν,  τα έσφαζαν προ της παραμονή των Χριστουγέννων  και είχαν έτοιμο  το κρέας για τα γιαπράκια, για το ψητό, για τα λουκάνικα που ασχολούνταν ο σύζυγος που ήταν και μερακλής και έφκιανε νόστιμα λουκάνικα, τις πλέχτες των λουκάνικων τις αράδιαζε στο Ανοϊ του σπιτιού επάνω στις γριντιές για να στεγνώσουν και να μην της φτάνουν οι γάτες. Στη συνέχεια έλιωναν το παστό και ρευστοποιείτο που την έλεγαν  λίγδα για τη Βασιλόπιτα, γι’ αυτό και γινότανε νόστιμη. Οι Τσιγαρίδες που μένανε από το λιώσιμο του παστού ,παρασκεύαζαν Μπομπότα από καλαμποκάλευρο   και ήταν γλύκισμα , που είναι αυτές οι  νοστιμιές  με τα γνήσια και αγνά υλικά και προπαντός υγιεινά. Στην κατοχή τρώγαμε πολλές μπομπότες σκέτες η με τυρί στο μίγμα όταν τις ζυμώνανε,  πώς να χορτάσουν τα παιδιά. Και τέλος το κεφάλι και τα πόδια κάνανε πατσά . Χρησιμοποιούσαν όλα τα μέλη του γουρουνιού για φαγητό. Το κρέας του γουρουνιού το κρεμούσαν σε θολωτό μπουντρούμι-υπόγειο και διατηρούνταν αναλλοίωτο, δεν υπήρχαν τότε ψυγεία. και κάθε φορά που ήθελαν να μαγειρέψουν  κρέας με πράσα έκοβαν ένα κομμάτι και έκανα το φαγητό σε κατσαρόλα, ρίχνανε και λεμόνι πολύ νόστιμο ή φαγητό με λάχανο. Το κρέας του γουρουνιού ήταν πολύ νόστιμο γιατί τα ταϊζαν΄ με πίτουρα , με καλαμποκάλευρο και με αποφάγια, Ανοίγω μια παρένθεση για να θυμίσω στους παλιούς,( ότι εκεί που είναι το κτήριο του ΟΤΕ επί της οδού Τριανταφυλλίδη , γωνία, αριθμός 1,  είναι μια πλατειούλα, ήταν παλιά ένα περίφημο εστιατόριο του Βασίλη Τσιόπτσια ,είχε γευθεί τα νόστιμα φαγητά  και ο Ελευθέριος Βενιζέλος το 1932 που επισκέφτηκε την Κοζάνη. Είχα έξω από το εστιατόριο ένα γαλίκι-κοφίνι και έριχνε τα αποφάγια του εστιατορίου για να τα παίρνουν οι συμπολίτες του και να ταϊζουν τα γουρούνια για τα Χριστούγεννα. Ήταν ωραίος άνθρωπος και τζέντελμαν).  Θέλω  τώρα να κάνω ένα ύμνο για τις νοικοκυρές. Εν όψει των Χριστουγέννων και των εορτών , έλεγαν τότε ότι οι νοικοκυρές  έβαζαν διπλή «μισάλα» – ποδιά από τις πολλές δουλειές που είχαν να κάνουν, έτσι τις χαρακτήριζαν. Αφού καθάριζαν όλο το σπίτι εν όψει των εορτών, ζύμωναν ψωμί , έξι και πλέον πλαστά-καρβέλια, το πήγαιναν στο φούρνο για ψήσιμο και να έχουν όλες τις γιορτές ψωμί, αυτή τη δουλειά την έκανα  πολλές φορές πηγαίνοντας στο φούρνο  το ψωμί και τα φαγητά, κοντά στο σπίτι μας, στην Παύλου Χαρίση, ήταν ο φούρνος του Δαραβάζου. Προ παραμονή ετοίμαζαν τα κόλιαντα, έφκιαχναν νηστήσιμα  κουλούρια με μια τρύπα στη μέση, κόλιαντο της Παναγίας που το βάζανε στα εικονίσματα του σπιτιού, τηγανίτες  ως σπάργανα για το Χριστό, κολιαντίνα ένα μεγάλο κουλούρι με τη μορφή γυναίκας ή άνδρα και το δίνανε όταν ο νεαρός ήταν μαθητής γυμνασίου λέγοντάς του «κι τ’ χρόν’ ν΄ρθείς μ΄τ’νύφ’» και  το αντίθετο με την κοπέλα νάρθει με τον γαμπρό στα κόλιαντα. Κασμέρια ασυναγώνιστα. Με τον ξύλινο τσιόκο οι μικροί , το σαούλι και γαλότσες και κουκούλα ,έκανε πολύ κρύο και χιόνια , πρωϊ, πρωϊ γυρίζαμε στα συγγενικά και φίλων σπίτια να πούμε τα κόλιαντα χτυπώντας με τον  τσιόκο την εξώπορτα του σπιτιού και μας δίνανε  κόλιαντα, κάστανα, μήλα  δεκάρες , μανταρίνια και  ξυλοκέρατα- Χαρούπι, στην κατοχή.  (ήταν καρπός λοβός με ωοειδή σπέρματα , μακρύς στο μέγεθος και σκληρός , χρησιμοποιείται ως ζωοτροφή, είχε μια γεύση απροσδιόριστη) , αυτά δυστυχώς τρώγαμε στην κατοχή.

Την παραμονή ετοίμαζαν οι νοικοκυρές τα φαγητά των Χριστουγέννων, έφκιαχναν τα γιαπράκια σε τσέντζιαρ’  χάλκινη κατσαρόλα  και τη βάζανε παλιά στο Τζάκι που έκαιγε και όλη τη νύχτα σιγοέβραζε το φαγητό και  σκορπούσε μια γευστική  μυρωδιά όλο το σπίτι, θύμισες αλησμόνητες, ετοίμαζε το κρέας για ψητό στο σνι μεγάλο ταψί με πατάτες στο φούρνο ,το οποίο πηγαίναμε το πρωϊ ή ώρα 6 όταν πηγαίναμε στην εκκλησία και όταν τελείωνε η εκκλησία η ώρα 9 πμ, περνούσαμε και πέρνα το ψητό από το φούρνο, στο σπίτι ετοιμάζανε το βραστό –σούπα, τρία φαγητά την πρώτη και δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων την Τρίτη ημέρα ετοίμαζαν κρέας με πράσα στη κατσαρόλα, πολύ νόστιμο φαγητό και τα πράσα τα είχαν φυτεύσει στον κήπο για να μην παγώνουν, κρύο και χιόνα πολλά τότε, τα έβγαζαν και ήταν φρεσκότατα τα πράσα. Και συνοδεύονταν από μαύρο κρασί Κοζανίτικο. Και μετά ξάπλωναν στο μιντιρλίκ’, δίπλα  στο τζάκι και τον έπερναν ψίχα-ολίγον  τον ύπνο. Ωραίες  Χριστουγεννιάτικες   μικροααπολαύσεως. Είχαμε και εορτάζοντας Χρήστος, Μανώλης και Στέφανος , όλο επισκέψεις ήμασταν.

Την Πρωτοχρονιά τα φαγητά ήταν : Κρεατόπιτα  μοσχαρίσιο κρέας –κιμά και λίγα «πέτουρα» – χυλοπίτες για να παίρνουν γα υγρά από τον κιμά με  κρεατόσουπα. ή πίτα με κιμά κότας με κοτόσουπα, άνοιγαν φύλο οι νοικοκυρές και τοποθετούσαν σε μεγάλο σνι- ταψί, έβαζαν και φλουρί κατά το έθιμο ποιος θα ήταν τυχερός να πάρει  το φλουρί. Και στο φούρνο να ψηθεί καλά η βασιλόπιτα. Το μεσημέρι όλη η οικογένεια στο τραπέζι , φέρνανε την πίτα , έκοβε ο πατέρας μεγάλα κομμάτια  και τα ονόμαζε το ένα για το Χριστό, το άλλο για τον Άγιο Βασίλειο , για τα παιδιά , για το ζευγάρι και για το βγιό- περιουσία, γύριζε ο πατέρας  τρεις φορές το ταψί  στο τραπέζι και ο καθένας έπαιρνε το ονομασθέν κομμάτι του, ψάχνανε τα παιδιά   να βρούνε  το φλουρί  και  αν είναι τυχερός , όταν το φλουρί  ήταν στο κομμάτι του   κοριτσιού  λέγανε την ευχή και «τ’ χρον’ μ’ τ’ γαμπρό». Αυτή ήταν η αγωνία των γονέων να βγάλουν «του κορίτσι στ’ν κόσμου». Μπορεί η οικογένεια να είχε και Βασίλειο ή Βασιλικούλα, ετοιμασίες πάλι για την νοικοκυρά να γιορτάσει τα παιδιά. Δεν σταματούσαν οι δουλείες για την οικοδέσποινα. Γι’αυτό και τις αξίζουν πολλά συγχαρητήρια και απέραντος σεβασμός.

Την πρωτοχρονιά  ανήμερα πηγαίναμε και στα σούρβα- κάλαντα με την ίδια πάλι στολή μας και μας κερνούσαν κουραμπιέδες.

Αυτά εν συντομία  για τα έθιμα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς , Για τα    Φώτα και τ’Γιαννιού, υπάρχουν άλλα έθιμα που θα τα πούμε τις ημέρες  του νέου χρόνου.

Εύχομαι  σε όλους να έχουν χαρούμενα και οικογενειακά Χριστούγεννα  και το νέο έτος 2018 να είναι Ειρηνικό και να ξεπεραστούν όλες οι δυσκολίες  που διέρχεται ο κόσμος, μπας και δει μια άσπρη μέρα”.

Β.Σ.