ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Σάντα ή Σαντά είναι χωριό της επαρχίας Αργυρούπολη η σημερινή Τουρκική ονομασία είναι Dumanlı, ( Ντουμανλί) .
Η περιοχή της Σάντας,, έχει ανακηρυχθεί σήμερα ως «Αρχαιολογικός και Φυσικός Χώρος». Λόγω της σημασίας της ( θρησκευτικής, εμπορικής και πολιτιστικής .)

ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ
Την εποχή των Ελλήνων βρίσκονταν Ν.Α. της Τραπεζούντας σε θέση απόκεντρη, μακριά από τουρκικούς οικισμούς.και σε απόσταση 56 χιλιομέτρων από την Τραπεζούντα.
Τα ερειπια της βρίσκονται μέσα στα όρια του χωριού Dumanlı της υποσυνοικίας Yağmurdere, περίπου 82 χιλιόμετρα από το κέντρο της πόλης Αργυρούπολη.
Βρισκόταν στην κοιλάδα Yanbolu και 47 χλμ. στην ενδοχώρα από την ακτή, σε μέσο υψόμετρο 1.600 μέτρων.
Χτίστηκε σε τρεις ξεχωριστές πλαγιές που χωρίζονται μεταξύ τους από τις κοιλάδες από όπου πηγάζει το ρεύμα Santa Yanbolu
.Ο μοναδικός ποταμός Γιάμπολης την χωρίζει σε δύο μέρη: Ανα­τολικά βρίσκεται το χωριό Ζουρνατσάντων και Δυτικά τα υπόλοι­πα έξι χωριά.
Κώμες και οικισμοί βρίσκονταν σε δύσβατο έδαφος, σε υψόμετρο 2.000 μέτρων στις Ποντικές Άλπεις

ΤΟ ΌΝΟΜΑ
Η Σάντα γνωστή στην αρχαιότητα ως Σίνται
που στις αρχές του 17ουαιωνα εμφανίζεται σαν Σάντα ή Σαντά μετά από πιθανή εγκατάλειψη στο πέρασμα των αιώνων.
Λογω των 7 μεγάλων συνοικιών της αποκαλούνταν και ,Επτάκωμος Σάντα ,
Στα Τουρκικά εξειδικευμένα αρχεία εμφανίζεται :
Το 1672 μ.Χ. Ως Σάντα ( Santa )
Το 1895 μ.Χ.: Ως Ξάνθα (Ksántha ).
Το 1928 μ.Χ. Ως : Σάντα ( Santa )
Το 1959 μ.Χ Ως Smoky -Dumanlı köy
Το όνομα Σάντα άλλαξε σε Smoky το 1959 με τον νόμο 7267 με το σκεπτικό ότι «έχει ξένη ρίζα και προκαλεί σύγχυση»αλλα όχι για πολύ την ίδια χρόνια
Το 1959 : μετονομάστηκε σε Ντουμανλί ωστόσο η παλαιότερη ονομασία διατηρήθηκε για ένα χρονικό διάστημα σε επίσημα έγγραφα, παράλληλα με τη νέα
το παλιό όνομα του χωριού, μαζί με το νέο του όνομα, χρησιμοποιούνταν στα επίσημα αρχεία για μεγάλο χρονικό διάστημα με τη μορφή «Smoky (Santa)»
Η πλήρης ονομασία σήμερα είναι :
Ντουμανλί -Dumanlı. Dumanlı köy Gümüşhane Merkez (Yağmurdere bucağı) – Gümüşhane.
Το Ντουμανλι έχει να κάνει με την πυκνή ομίχλη που σκεπάζει την περιοχή, όλες τις επο­χές του χρόνου.
Με την παρατήρηση Ελληνορθόδοξος οικισμός στις αρχές του 20ού αιώνα.

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ
Από τον 16ο αιώνα είχε καταστεί άσυλο για τους κατοίκους της γύρω περιοχής που έψαχναν καταφύγιο από τις κατά καιρούς τουρκικές πιέσεις και παραβάσεις κατά των ελληνικών και αρμενικών χριστιανικών πληθυσμώΝ
Η περιοχή, που ήταν σημαντικός μεταλλευτικός οικισμός κατά την περίοδο 1500-1800, εκκενώθηκε το 1923 με την ανταλλαγή πληθυσμών.

Στην απογραφή του 1876, ο οικισμός, ο οποίος θεωρούνταν χωριό της περιοχής Αρδασσας είχε 1.675 άτομα που ζούσαν σε 487 νοικοκυριά.
Μέχρι την ανταλλαγή πληθυσμών του 1923 κατοικούνταν αποκλειστικά από Έλληνες που αριθμούσαν τις 5.000.

Το χωριό Dumanlı έφτασε τον υψηλότερο πληθυσμό του το 1975 και εκείνη την εποχή ζούσαν στο χωριό 952 άτομα.
Σε σύγκριση με τον πληθυσμό την εποχή της ανταλλαγής, μπορεί να ειπωθεί ότι ακόμη και αυτή την ημερομηνία κατοικούνταν μόνο το ένα πέμπτο του χωριού

ΟΙΚΙΣΜΟΙ
Η περιοχή αποτελούταν από 7 διαφορετικές γειτονιές στο παρελθόν,
Πριν την ανταλλαγή πληθυσμών του 1922, αποτελούνταν από τους εξής οικισμούς:
1. Πιστοφάντων: 400 σπίτια,
Το όνομα ετυμολογείται από το “πιστόφ” (όπλο) + την ελληνική κατάληξη -άντων.
2. Ζουρνατσάντων:120 σπίτια,
Το όνομα ετυμολογείται από τη λέξη ζουρνατζής + την ελληνική κατάληξη -άντων.
3. Τσακαλάντων: 53 σπίτια,
. Το όνομα ετυμολογείται από τη λέξη τσακάλι + την ελληνική κατάληξη -άντων.
4. Ισχανάντων: 150 σπίτια,
Το όνομα ετυμολογείται από τη λέξη Ισχάν (“πρίγκηπας” στα Αρμενικά) + την ελληνική κατάληξη -άντων.
5. Κοζλαράντων: 60 σπίτια.
6. Πινετάντων: 30 σπίτια,
7. Τερζάντων: 200 σπίτια,
Ετυμολογείται από την τουρκική λέξη “τερζή” (ράφτης) + την ελληνική κατάληξη -άντων.
Γύρω από τις επτά από τις μεγάλες γειτονίες κώμες υπήρχαν και πέντε μικρότεροι οικισμοί οι: Κοπαλάντων, Τρανόν το Φτελέν, Δώδεκα Αλάτια, Χαρατσάντων και Αλιάντων

Διοικητικά υπαγόταν στην Τραπεζούντα.

ΙΣΤΟΡΙΑ
Κατά τους ιστορικούς η Σάντα, ιδρύθηκε λίγα χρόνια μετά την πτώση της Τραπεζούντας (που έγινε το 1461).
Κάτοικοι από τα περίχωρα της Τραπεζούντας, από Πλάτανα, Τόνγια, Μούζαινα, θέλοντας ν’ αποφύγουν τις αφόρητες καταπιέσεις των Τούρκων για εξισλαμισμό, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα χωριά τους και ν’ ανηφορίσουν προς τα απρόσιτα και απροσπέλαστα βουνά της Σαντάς.

Με τον καιρό διαδόθηκε ότι στα ορεινά εκείνα μέρη κατοικούν Χριστιανοί κι έτσι οι κατατρεγμένοι από διάφορα άλλα χωριά κα­τέφευγαν εκεί για να αποφύγουν την τούρκικη μανία. Οι πρώτοι κάτοικοι δέχονταν με αγάπη και στοργή, τους κατα­τρεγμένους Χριστιανούς αδελφούς και όταν αργότερα οι κάτοικοι έγιναν πολλοί, χωρίστηκαν σε επτά μαχαλάδες, σε επτά χωριά. Έτσι δημιουργήθηκε η «Επτάκωμος Σάντα”.
Η Σάντα, είχε 7 ελληνικά χωριά χτισμένα πάνω στις βουνοπλαγιές. Ιδρύθηκε το 1540
Το γεγονός ότι δεν αναφέρεται οικισμός με το όνομα Σάντα στις καταγραφές από τον 16ο αιώνα έως τα μέσα του 17ου αιώνα ενδεχόμενα να δείχνει ότι ο οικισμός ιδρύθηκε μετά το δεύτερο μισό του 17ου αιών
Λόγω της λειτουργίας των υφιστάμενων ορυχείων σιδήρου, μολύβδου και αργύρου στη λεκάνη της Σάντας , η περιοχή αναπτύχθηκε σημαντικά και γνώρισε οικονομική άνθηση την περίοδο μεταξύ 16ου και 18ου αιώνα
Η Σάντα σε αυτό το διάστημα δέχθηκε μετανάστες από άλλα μέρη λόγω της φοροαπαλλαγής που παρείχε η οθωμανική διοίκηση στους εργάτες ορυχείων και στους επαγγελματίες και εμπόρους του ορυχείου κατά την περίοδο που λειτουργούσαν τα ορυχεία.
Όπως γίνεται κατανοητό από τις αναφορές του 1869, το κλείσιμο των ορυχείων, η αναποτελεσματικότητα και η ανεπάρκεια της γης, οι καταλληλότερες ευκαιρίες εργασίας και συνθήκες διαβίωσης εκεί με την πρόσκληση των Ρώσων, η είσπραξη του φόρου στρατιωτικής θητείας από τους χριστιανούς. άνθρωποι, καταστροφές, προβλήματα ασφάλειας κ.λπ., ξεκινώντας από το δεύτερο τέταρτο του 19ου αιώνα. Φαίνεται ότι κάποιοι από τους ανθρώπους μετανάστευσαν και κάποιοι από αυτούς προσπάθησαν να μεταναστεύσουν λόγω αυτών των παραγόντων.
Στην απογραφή του 1876, ο οικισμός, ο οποίος θεωρούνταν χωριό της περιοχής Αρδασσας είχε 1.675 άτομα που ζούσαν σε 487 νοικοκυριά.
Μια ανάσα θρησκευτικής ελευθερίας δεχθήκαν οι κάτοικοι της Σαντ ας με την έλευση των ομόδοξων Ρώσων
Με την λήξη του Ρωσοτουρκικού πολέμου του 1877–1878 και την αποχώρηση των Ρώσων οι περισσότεροι κάτοικοι της Σάντας κατέφυγαν σε περιοχές της σημερινής Γεωργίας, Αρμενίας και νότιας Ρωσίας.απο τον φόβο αντεκδικησεων από φανατικούς Μουσουλμάνους.
Με τη συμφωνία ανταλλαγής πληθυσμών Τουρκίας-Ελλάδας το 1923 , οι Έλληνες που ζούσαν εδώ μετανάστευσαν στην Ελλάδα και το χωριό άδειασε.
Μετά την ανταλλαγή, οι κάτοικοι των γύρω χωριών εγκαταστάθηκαν στις κενές εκτάσεις και κτίρια στις κενές γειτονιές.
Μετά τη μετανάστευση των Ελλήνων , διατηρήθηκε το όνομα Σάντα
Το 1935, 152 άνθρωποι ζούσαν στη Σάντα, ένα χωριό της υποσυνοικίας Yağmurdere της κεντρικής συνοικίας των Ελλήνων an

ΘΡΗΣΚΕΙΑ
Εκκλησιαστικά υπαγόταν στην Μητρόπολη Αργυρούπολης (Γκιουμουσχανέ), αργότερα στην Εξαρχία της Παναγίας Σουμελά και τελευταία στην Μητρό­πολη Ροδοπόλεως – Λιβερά.

Οι κάτοικοι της κωμόπολης ήταν κυρίως Χριστιανοί (51%) ή Κρυπτοχριστιανοί (49%).
Μετά το 1857, με το σύνταγμα Χαττ-ι-Χουμαγιούν, οι Κρυπτοχριστιανοί φανέρωσαν τη θρησκεία τους.
Η Χριαστιανικη κοινότητα της Σαντας είχε πολλές εκκλησίες σε κάθε γειτονιά
1 .Είχε τις εκκλησίες Αγ. Κυριακής, Αγ. Παντελεήμονα, Αγ. Χριστοφόρου, . στην γειτονιά Πιστοφάντων
2, .Είχε τις εκκλησίες Αγ. Γεωργίου, Αγ. Κωνσταντίνου, Αγ. Κυριακής, στην γειτονιά Ζουρνατσάντων
3. .Είχε τις εκκλησίες Ζωοδόχου Πηγής και Αγ. Γεωργίου, στην γειτονιά Τσακαλάντων
4. .Είχε τις εκκλησίες Αγ. Κυριακής, Αγ. Γεωργίου, στην γειτονιά Ισχανάντων
5.Είχε τις εκκλησίες Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, στηνγειτονιά Κοζλαράντων.
6. .Είχε τις εκκλησίες Προφήτη Ηλία και Αγ. Γεωργίου στην γειτονιά Πινετάντων
7. .Είχε τις εκκλησίες Αγ. Θεοδώρου, Μεταμόρφωσης. στην γειτονιά Τερζάντων

ΠΑΙΔΕΙΑ
«Ο πληθυσμός ήταν εξ ολοκλήρου χριστιανικός, οι κοινότητες ήταν πρότυπο και πολύ μικρό το ποσοστό των αναλφάβητων.
Στον αντίποδα, πολλοί ήταν εγγράμματοι και επιστήμονες. Έκαναν μέχρι και μαθήματα γαλλικών.
Αρκετά ήταν και τα σχολεία στις γειτονίες
Στην συνοικία Πιστοφάντων υπήρχε δημοτικό σχολείο επίσης από ένα δημοτικό σχολείο υπήρχε στις γειτονίες . Τσακαλάντων ,Κοζλαράντων , Πινετάντων
Στην συνοικία των Ισχανάντων υπήρχαν 2 δημοτικά σχολεία το ένα από αυτά ήταν θηλέων.

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Πρωτοχρονιά στη Σάντα

Ο Χριστόφορος Χριστοφορίδης παρουσιάζει έθιμα της παραμονής Πρωτοχρονιάς και της πρώτης ημέρας του έτους και στην ορεινή Σάντα, με βάση δημοσιευμένη μαρτυρία του Στάθη Αθανασιάδη (Γεροστάθη) στην Ποντιακή Εστία.
Το βράδυ της παραμονής η νοικοκυρά ερμάτωνεν, δηλαδή έστρωνε το τραπέζι και το στόλιζε με εφτά διαφορετικά φαγητά.
Αν δεν ετοίμαζε τόσα, τα συμπλήρωνε με φρούτα νωπά ή ξερά, ακόμα και με φέτες από γλυκοκολόκυθα.
Εκείνο το βράδυ δεν το μάζευαν το τραπέζι, για να είναι διαρκής ο πλούτος των αγαθών και η ευτυχία. Για τον ίδιο λόγο σκόρπιζαν στο σπίτι καρύδια ή λεφτοκάρυα, τα οποία τα παιδιά μάζευαν την άλλη μέρα.
Τα παιδιά γύριζαν το βράδυ στα σπίτια ψάλλοντας το «Άγιος Βασίλης έρχεται από την Καισαρεία», ενώ από τα σπίτια περνούσαν και οι Μωμόγεροι.
Κάθε ένας από τους Μωμόγερους φορούσε ρούχα ανάλογα με το ρόλο του, είχαν προσωπίδες και η παράσταση ήταν κωμική.
Πριν χαράξει, πήγαιναν οι κοπέλες να καλαντιάζ’νε το πεγάδ’, τη βρύση δηλαδή και τις «νεράιδες που το κατοικούν», και ήταν αμίλητες και στο πήγαινε και στο έλα.
Για να πάρουν το νερό, το καλαντόνερον, χάριζαν στη βρύση φρούτα και έλεγαν την ευχή «Κάλαντα καλός καιρός, πάντα και του χρόνου. Αμόν ντο τρεχ’ το νερόν, να τρεχ’ κι η ευλοΐα». Φεύγοντας έπαιρναν τα φρούτα που είχε αφήσει η προηγούμενη κοπέλα.

ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ
–Σιδηρουργία-Αργυροχοία
Στους οικισμούς της Σαντ ας η σιδηρουργία και η αργυροχοΐα έγιναν σημαντικός κλάδος της τέχνης με την επίδραση των ορυχείων της περιοχής.
–Πετράδες
Οι Σανταίοι ήταν πολύ καλοί τεχνίτες της πέτρας
–Μεταλλεία
Την περίοδο που λειτουργούσαν τα μεταλλεία, η φοροαπαλλαγή και η απαλλαγή από πολλές ευθύνες που παρείχε η Οθωμανική Αυτοκρατορία στους εργάτες ορυχείων και στους επαγγελματίες και εμπόρους που κάλυπταν τις ανάγκες των μεταλλωρύχων, επέτρεψε τη μετανάστευση Ορθοδόξων Χριστιανών (Έλληνων) Οθωμανών πολιτών στην περιοχή από τα γύρω χωριά και επαρχίες. Αυτή η μετανάστευση και η ακμή κράτησε μέχρι τον 18ο και 19ο αιώνα, όταν έκλεισαν τα ορυχεία και άρχισαν να αντιμετωπίζονται κοινωνικά και διοικητικά προβλήματ
–Κτηνοτροφία
Η περιοχή διέθετε και πολλά εύφορα βοσκοτόπια τα οποία διεκδικούσαν και μουσουλμάνοι από γειτονικές περιοχές, οι Σανταίοι συγκρούονταν πολύ συχνά μαζί τους και είχε αναπτυχθεί μεγάλο μίσος.

Η περιοχή, που ήταν σημαντικός μεταλλευτικός οικισμός κατά την περίοδο 1500-1800 μ.Χ., εκκενώθηκε το 1923 με την ανταλλαγή πληθυσμών. Σε αυτή την ανταλλαγή, ο χώρος του Άγιου Βασίλη χρησιμοποιήθηκε ως χώρος συγκέντρωσης. Οι κάτοικοι των γύρω χωριών εγκαταστάθηκαν σε αδρανή γη και κτίρια στην περιοχή που εκκενώθηκε μετά την ανταλλαγή

ΔΙΩΞΕΙΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

Η Σάντα έχει χαρακτηρισθεί ως το Σούλι του Πόντου και αυτό δεν είναι τυχαίο μια και αν κάποιος αντιπαραβάλει τις δυο αυτές περιοχές θα βρει πολλές ομοιότητες τόσο στο χωρώ ,όσο και στον χαρακτήρα των ανθρώπων που ζούσαν σε αυτές.
Σάντα και Σούλι βρίσκονται σε κακοτράχαλες, δυσπρόσιτες και ορεινές περιοχές στις οποίες ο κατακτητής δεν πάτησε ποτέ το πόδι του μέχρι την πτώση τους, αιώνες μετά.
Επίσης, έχουν να αφηγηθούν ηρωικές ενέργειες, αλλά θυσίες και σφαγές που προκαλούν ντροπή και αποτροπιασμό .
Κυρίως, όμως, μοιάζουν, διότι και οι δύο τόποι γεννούσαν παλικάρια που δεν υπολόγιζαν στο ελάχιστο τη ζωή τους προκειμένου να υπερασπιστούν την πατρίδα και αντιστέκονταν μέχρι ενός στις αιμοδιψείς διαθέσεις των Οθωμανών από την εμφάνιση τους μέχρι και την Μικρασιατική καταστροφή.
Αλλά γέννησαν και γυναίκες περήφανες για την ελληνική καταγωγή τους, οι οποίες δεν δίστασαν να θυσιάσουν ακόμα και τα βρέφη τους για το ιδεώδες της ελευθερίας

–Τα γεγονότα
Από το 1461, χρονιά που έπεσε η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, Τούρκοι τζανταρμάδες [χωροφυλακή] πάτησαν για πρώτη φορά στη Σάντα το 1915, όταν έψαχναν κάποιους Σλάβους που πίστευαν ότι έφτασαν στα βουνά της περιοχής. Από το 1915-1916 άρχισαν να εκφράζονται έντονα οι αρπακτικές διαθέσεις των Τούρκων τοπαρχών, στους οποίους οι Σανταίοι αντιστάθηκαν έντονα.
Οι τζανταρμάδες περικύκλωσαν τη Σάντα και πυρπόλησαν κάποια σπίτια, αλλά δεν κατάφεραν να την υποτάξουν», .
Μετά το 1914 και κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Σάντα υπέστη μεγάλες συμφορές και οι κάτοικοί της αναγκάσθηκαν άλλοι να καταφύγουν στη Τραπεζούντα, οι περισσότεροι, και άλλοι σε άλλες ασφαλέστερες περιοχές.
Θρυλική όμως υπήρξε η αντίστασή των κατοίκων της Σάντας που έμειναν εναντίον των Τούρκων κατακτητών.

–Η δημιουργία του αντάρτικου
Μετά τ ην εμφάνιση της βιαιης συμπεριφοράς , οι δημογέροντες αποφάσισαν να δημιουργήσουν ένα σώμα από 15-20 στρατεύσιμους για τη φύλαξη των χωριών. Μέχρι τον Δεκέμβριο του 1917, όταν βρίσκονταν στον Ανατολικό Πόντο οι Ρώσοι, δεν είχαν δημιουργηθεί προβλήματα.«Όταν έφυγαν οι Ρώσοι συγκροτήθηκε γενική συνέλευση από εκπροσώπους και των επτά ενοριών, ώστε να αποφασίσουν πώς θα αντιμετωπίσουν πολιτικά και στρατιωτικά την έκρυθμη κατάσταση»,
Ορίστηκε πενταμελής Επιτροπής Άμυνας και στρατιωτικός υπεύθυνος των ανταρτών, ο καπετάν Γιάννης Σπαθάριος, ο όποιος έφυγε από την ζωή νωρίς.
. Για λίγες μέρες οι αντάρτες εξέλεξαν για αρχηγό τους τη γυναίκα του καπετάνιου, τη Σπαθάραινα, μέχρι να αναλάβει ο θρυλικός Ευκλείδης Κουρτίδης το 1916. Συναρχηγοί του ήταν οι τρεις αδελφοί Τσιριπίδη, ο Δαμιανός, ο Δημήτριος και ο Νικόλαος.
Τοποθετήθηκε ένας καπετάνιος σε κάθε χωριό. Ο καπετάν Ευκλείδης, εκτός από γενικός στρατιωτικός αρχηγός των Σανταίων, ήταν καπετάνιος και της ενορίας Ισχανάντων.
Καθορίστηκαν οι ηλικίες των στρατεύσιμων Σανταίων στο αντάρτικο.
Απαγορεύθηκαν οι άσκοποι πυροβολισμοί, για εξοικονόμηση πυρομαχικών.

– Οι τελευταίες μάχες,
Στις 3 Σεπτεμβρίου 1921 ένα απόσπασμα από Τούρκους χωροφύλακες έφτασε στη Σάντα μεταφέροντας διαταγή του μεράρχου Μιραλάη Σουπιή. Το φιρμάνι έλεγε να καταταγούν στο στρατό όλοι οι Σανταίοι, ανεξαρτήτως ηλικίας.
«Οι Σανταίοι αρνήθηκαν διότι ήξεραν ότι αν φύγουν όλοι οι άντρες από τα χωριά θα μπουν σε αυτά οι Τούρκοι και θα τα καταστρέψουν. Έτσι, στις 6 του μήνα έφτασε ένα πολύ μεγάλο τουρκικό στρατιωτικό σώμα, αποτελούμενο από 3.000 τακτικούς στρατιώτες, 60 ιππείς και 300 άτακτους τσέτες. Είχαν μαζί τους τρία ορεινά πυροβόλα και 13 μυδράλια.
Κατέλαβαν τρία χωριά, τα Ισχανάντων, Πινατάντων και Τερζάντων. Φυλάκισαν όλους τους άντρες στην εκκλησία της Αγίας Κυριακής στο Ισχανάντων, όμως οι αντάρτες είχαν προλάβει να μεταφέρουν τα γυναικόπαιδα στο Πιστοφάντων και τα έβαλαν στο σχολείο του χωριού»,
Λίγο αργότερα Στις 11 Σεπτεμβρίου 1921 οι Τούρκοι κατάφεραν να μπουν και στα υπόλοιπα χωριά της Σάντας και δεν άφησαν πέτρα για πέτρα
Την ίδια στιγμή αντάρτες με περίπου 300-400 γυναικόπαιδα ταμπουρώθηκαν σε μία σπηλιά: Ο καπετάν Δαμιανός Τσιριπίδης κατάφερε να μεταφέρει μία ομάδα Σανταίων, άντρες και γυναικόπαιδα, μέσα από τα δάση στην Τραπεζούντα. Αυτοί κατάφεραν και σώθηκαν».

– Η θυσία των βρεφών

Όσοι έμειναν στη σπηλιά ήταν αποφασισμένοι να αφήσουν εκεί και την τελευταία ρανίδα του αίματός τους, ώστε να πεθάνουν χωρίς να υποταχθούν τους Τούρκους.

«Ο καπετάν Ευκλείδης πήρε μια πολύ σκληρή απόφαση, να θυσιάσει επτά βρέφη. Τα θανάτωσαν και άφησαν τα κορμάκια τους στο δρόμο, ώστε να τα δουν οι Τούρκοι και να κάνουν πίσω.
Πίστεψαν ότι οι Τούρκοι θα σκεφθούν ότι άνθρωποι που θυσιάζουν τα παιδιά τους είναι αποφασισμένοι για όλα»,
. Ίσως όμως τα βρέφη να θανατώθηκαν, για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων, όταν οι Σανταίοι κατάλαβαν ότι δεν θα μπορέσουν να νικήσουν στη μάχη…

Η μάχη τελικά έγειρε προς την πλευρά των αντιπάλων.

Δυστυχώς στις 11 Ιουνίου 1921 η Σάντα, μετά από σκληρούς αγώνες, υπέκυψε στους Νεότουρκους Ήταν η ημέρα που καταγράφηκε στην Ιστορία ως αποφράδα, αφού σήμανε την καταστροφή και την ερημοποίησή της. Ταυτόχρονα σήμανε και την έναρξη της σκληρής εξορίας, με απερίγραπτες κακουχίες για τα γυναικόπαιδά της μέχρι να φτάσουν κάποια από αυτά ζωντανά στην Ελλάδα.
Οι Τούρκοι συνέλαβαν τις γυναίκες και τα παιδιά που επέζησαν οδηγήθηκαν στην εξορία, μέσα από απάνθρωπες πορείες θανάτου.
Μετά την ατέλειωτη περιπλάνηση, τις κακουχίες και τις πορείες θανάτου στις περιοχές του Ερζερούμ και του Χουνούζ τα γυναικόπαιδα μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί έφτασαν στην Ελλάδα στο τέλος του 1922 και στις αρχές του 1923.

–Η συνέχεια του αγώνα .

Ωστόσο, η συγκεκριμένη ημέρα δεν τερμάτισε τον αγώνα των Σανταίων ανταρτών στις σκληροτράχηλες Ποντικές Άλπεις

Όσοι άντρες κατάφεραν να μείνουν ζωντανοί έφυγαν στα βουνά και συνέχισαν το αντάρτικο μέχρι το 1924.

ΟΙ ΣΑΝΤΑΙΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΔΑ
–Η Μικρή Σάντα Ημαθίας
Στις Νοτιοανατολικές πλαγιές του Βέρμιου που καταλήγουν στον Αλιάκμονα, σε υψόμετρο 750 μέτρων, βρίσκεται ο οικισμός της Μικρής Σάντας που ονομάστηκε έτσι από το γεγονός ότι κατοικήθηκε από πρόσφυγες με καταγωγή από την Σάντα του Εύξεινου Πόντου. Σε πολύ παλαιότερες εποχές στην θέση του οικισμού υπήρχε οικισμός με την ονομασία Βερμόδιο, από το κέντρο του οποίου περνούσε η «Εγνατία Οδός». Αργότερα η περιοχή ονομάστηκε Τσερκόβιανη και εκεί πρωτό εγκαταστάθηκαν οι Σανταίοι που έδωσαν τον οικισμό τη σημερινή ονομασία την 1η Νοεμβρίου 1926. Το χρονικό διάστημα 1925-1940, παρά τις αντιξοότητες που συνάντησαν εκεί oι Σανταίοι, υπήρξε πολύ δημιουργικό.
Στην αγροτική περιοχή της Μικρής Σαντ ας έχει στηθεί ο εκκλησία με την εικόνα της Παναγίας Σουμελά του Πόντου.

– Νέα Σάντα Κιλκίς
Η Νέα Σάντα είναι οικισμός του νομού Κιλκίς και ιστορική έδρα του δήμου Κιλκίς. Βρίσκεται σε απόσταση 17 χλμ από την πόλη του Κιλκίς και 27 χλμ από τη Θεσσαλονίκη. Είναι κτισμένη σε ανώνυμο λόφο ανάμεσα στον ποταμό Κουρού-Τερέ και τον δρόμο Θεσσαλονίκης-Κιλκίς, σε υψόμετρο 50 μ.
Εγκατάσταση προσφύγων
Στην θέση της Νέας Σάντας προϋπήρχε ο οικισμός Βολοβότ, ο οποίος κατοικούνταν από Τούρκους που έφυγαν με την ανταλλαγή πληθυσμών του 1923, για να έρθουν στη θέση τους Πόντιοι πρόσφυγες που προέρχονταν κυρίως από την περιοχή της Σάντας, καθώς και από άλλες περιοχές όπως το Σταυρίν, η Κρώμνη και τα Σούρμενα του Πόντου. Επίσης, στη Νέα Σάντα εγκαταστάθηκαν και πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη. Η τοποθεσία επιλέχτηκε από τους ίδιους τους πρόσφυγες, οι οποίοι έδωσαν στον οικισμό την ονομασία Νέα Σάντα. Η οικοδόμηση του χωριού και η οριστικοποίηση της μετεγκατάστασης των προσφύγων που κατοικούσαν προσωρινά στο Ραχμανλί ολοκληρώθηκαν το 1925, με την βοήθεια της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων (ΕΑΠ
Ο πληθυσμός της ανερχόταν, σύμφωνα με την απογραφή του 2011 ανερχόταν σε 1.693 κατοίκους.

ΣΉΜΕΡΑ
Σύμφωνα με την τουρκική απογραφή πληθυσμού του 1980, είχε 556 κατοίκους
σήμερα υπάρχουν 7 γειτονιές που φέρουν τα ονόματα Piştoflu, Binatlı, İşhanlı, Terzili, Çakallı, Zurnacılı και Sincanlı-Kozlu πολύ μικρότερες από αυτές πριν από την αναγκαστική εγκαταληψη των Ελλήνων.