“Κοιμάται η Σιάτιστα και όμως αγρυπνάει

άλλοι ντουφέκια ξεκρεμούν κι άλλοι σπαθιά τροχάνε,

κοιμάται η Σιάτιστα κι η δόξα την σιμώνει

τι πιό καλή ημέρα της αυτή που ξημερώνει”.

 

Η 4η Νοεμβρίου 1912 είναι η ημέρα κατά την οποία ο Ελληνικός Στρατός έγραψε με το αίμα του το ηρωικό έπος της Σιάτιστας. Τότε με τη βοήθεια των γενναιοψύχων και ενθουσιωδών προμάχων της ελευθερίας της πατρίδος των Σιατιστινών κατενίκησε την Τουρκική στρατιά του Μεχμέτ Πασά.

Ήταν ημέρα Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 1912 κατά την οποία συγκροτήθηκε στη Λειψίστα (σημερινή Νεάπολη) από το επιτελείο της Τουρκικής Στρατιάς πολεμικό συμβούλιο και ο αρχηγός αυτού έστειλε στη Σιάτιστα τον πρόκριτο του να φέρει το παρακάτω έγγραφο: ” προς τον λαόν της Σιατίστης. Αύριο πρωί 3 Νοεμβρίου να αποστείλετε πέντε προκρίτους για να παραδώσετε την πόλιν, αλλιώς θα βαδίσω εναντίων αυτής και θα την βομβαρδίσω”. Μεχμέτ Πασάς, Γενικός Αρχηγός Στρατού.

Το τελεσίγραφο σκόρπισε στους 45.000 πρόσφυγες από τα περίχωρα , βουβούς και θλιβερούς συλλογισμούς.

Οι πρόκριτοι συμφωνώντας και με τη γνώμη του αρχηγού Κατεχάκη, ζήτησαν λίγη προθεσμία να σκεφθούν και δήλωσαν, πως την απάντηση θα την έφερνε την επόμενη ημέρα μια επιτροπή της πόλεως , που θα συζητούσε τους όρους της παραδόσεως με τον Πασά.

Πριν φτάσει ο Οσμάν στο Μεχμέρ οι αγγελιοφόροι που είχαν πάει στην Κοζάνη για να ζητήσουν ενισχύσεις επέστρεψαν αγγέλλοντας πως πλησίαζε στη Σιάτιστα ο Ηπειρώτης συνταγματάρχης Ηπίτης με στρατό και πολυβόλα, ο Αλέξανδρος Ρώμας και ο ενθουσιώδης ποιητής Λορέτζος Μαβίλης με τμήμα Γαριβαλδινών, ο λόχος των δασκάλων της της Κρήτης, μαθητές της σχολής Ευελπίδων στους οποίους υπήρχε και ο γιός του Παύλου Μελά Μιχαήλ (Μίκης), το σώμα του Γεωργίου Καπιτσίνη , πολλά κρητικά σώματα με αρχηγούς τον Γεώργιο Παπαδόπτερο, Παναγιώτη Φιωτάκη, Μιχαήλ Τσόντο και άλλους πολλούς.

Στις μια το μεσημέρι της βροχερής και ανταριασμένης 4ης Νοεμβρίου 1912 ημέρα Κυριακή οι Έλληνες πολεμιστές βρίσκονταν στις θέσεις που είχαν ορίσει οι αρχηγοί τους και περίμεναν.

Η πρώτη σύγκρουση έγινε στο βουνό Γκραντίστι και ήταν αιματηρή. Εδώ πέφτουν ηρωικά ο κρητικός δάσκαλος Φιωτάκης, ο αρχηγός Καπιτσίνης, ο Γκιουλέκας. Το βουνό Γκραντίστι με το αριθμ. 483/1969 Β.Δ. ονομάστηκε Καπιτσίνη.

Η συμβολή των Κρητών στη μάχη της Σιάτιστας υπήρξε μεγάλη. Πολλά από τα τέκνα της εθελοντικά είχαν προστρέξει στην αγωνιζόμενη Μακεδονία, όπου εξετέλεσαν πιστά και αθόρυβα το καθήκον τους. Τιμή και δόξα σ’ αυτά και σ’ όλα τ’ άλλα αδέλφια μας των άλλων περιοχών, που πότισαν με το αίμα τους τα χώματα της Σιάτιστας.

Οι Σιατιστινοί και οι λοιποί κάτοικοι των περιοχών θα στρέφουν πάντοτε ευλαβικά και με μεγάλη ευγνωμοσύνη την σκέψη τους προς τους μεγάλους εκείνους νεκρούς.

Η μάχη υπήρξε πολύ φονική. 400 νεκρούς και τραυματίες είχαν οι Τούρκοι, ενώ εμείς είχαμε 70 νεκρούς. Την επόμενη ημέρα η Σιάτιστα έθαψε με τιμές τους νεκρούς της, περιποιήθηκε σαν μάνα στοργική τους τραυματίες και φιλοξένησε τους γενναίους που την έσωσαν από τον όλεθρο, όπως το πατριωτικό χρέος επιβάλλει να γίνεται για τους σωτήρες “των Βωμών και εστιών”.

Για τη μάχη της Σιάτιστας, που υπήρξε σταθμός στην ιστορία του Ελληνικού Έθνους , ο Στρατηγός Νικόλαος Κλαδάς διοικητής της πυροβολαρχίας κατά τη μάχη της 4ης Νοεμβρίου γράφει τα εξής στις “πολεμικές του αναμνήσεις” : “Η μάχη της Σιάτιστης είναι μοναδική εις το είδος της κατά τους Βαλκανικούς πολέμους και η νικηφόρος έκβασις τα μέγιστα συνετέλεσε όχι μόνον εις την σωτηρίαν της πόλεως Σιατίστης και των εν αυτή καταφυγόντων πολλών χιλιάδων προσφύγων γυναικοπαίδων, αλλά και εις την έγκαιρον προέλασιν του Ελληνικού Στρατού προς κατάληψιν της Θεσσαλονίκης”.
Ο δε Μιχαήλ Αναστασάκης γιατρός αρχηγός των εθελοτών Κισσαμιτών Κρητών, που έλαβε μέρος στη μάχη  της Σιάτιστας και τραυματίστηκε σ’ αυτήν γράφει μεταξύ των άλλων και τα εξής αξιοπρόσεκτα “στις ιστορικές του αφηγήσεις του 1912”. “Εάν η Σιάτιστα έπιπτε τα όρια του Ελληνικού Κράτους θα ήσαν νοτιώτερον της Φλωρίνης”.

Το μεγαλούργημα αυτό των Σιατιστινών θα μαρτυρεί στους αιώνες την άφθαρτη δόξα της Σιάτιστας και ότι στους βράχους της η ελευθερία είναι τόσο βαθιά ριζωμένη, ώστε είναι αδύνατον να βρεθεί εχθρός που να είναι ικανός να την ξεριζώσει, όσο ισχυρός και αν είναι.

Η σημερινή λοιπόν επέτειος 105 χρόνια ύστερα από τις αναστάσιμες καμπάνες, ας αποτελέσει αναδίπλωση στο βαθύτερο συλλογικό εαυτό μας, για να αντλήσουμε το μήνυμά της.

Γεώργιος Μ. Μπόντας

Τέως Δ/ντης της Μανουσείου Δημόσιας Βιβλιοθήκης Σιάτιστας – Λαογράφος


Το άρθρο αυτό δημοσιεύεται με την ευκαιρία της επίσκεψης του Προέδρου της Δημοκρατίας στη Σιάτιστα κ. Προκόπη Παυλόπουλου