Αν ήμουν ο Άλκης, θα προτιμούσα αντί να δώσουν το όνομα μου σε έναν δρόμο να έχω μπροστά μου ανοιχτούς χίλιους δρόμους για να επιλέξω ποιον θα περπατήσω.

Αν ήμουν ο Άλκης, θα προτιμούσα αντί για τα αμέτρητα μηνύματα έκφρασης λύπης, οδύνης, αποτροπιασμού και καταδίκης για τον άδικο χαμό μου, να είχε γίνει κάτι από πριν, έστω μια ενέργεια, που θα τον απέτρεπε.

Αν ήμουν ο Άλκης, θα προτιμούσα αντί η αγαπημένη μου ομάδα αλλά και οι αντίπαλοι της να μου αφιερώνουν τα γκολ, να βρισκόμουν στην κερκίδα και να τα πανηγυρίζω μαζί με όλους και δίπλα μου να βρίσκεται κάποιος άλλος που θα φοράει οποιουδήποτε χρώματος κασκόλ, χωρίς να φοβάμαι πως μπορεί να ενοχληθεί, να με κοιτάξει με μισό μάτι, να με βρίσει, να στρέψει εναντίον μου το γυμνό ή οπλισμένο του χέρι, κάποιος που θα αγαπά πρώτα και μόνο την δική του ομάδα και δεν θα μισεί, κυρίως, την δική μου και μένα που την υποστηρίζω.

Αν ήμουν ο Άλκης, αλλά δεν είμαι.

Είμαι όμως ένας απ’ αυτούς που είδαν το τέρας να γεννιέται, να μεγαλώνει, να δείχνει τα δόντια του, και τώρα δεν δικαιούμαι να πω πόσο λυπάμαι που για μια ακόμα φορά σκοτώνει, όσο κι αν λυπάμαι, όσο και αν πονώ, γιατί δεν φώναξα, δεν απαίτησα, δεν έδρασα.

Κι αν ο Άλκης είναι το τελευταίο θύμα, κάτι που ολόψυχα εύχομαι, πάλι δεν θα αισθανθώ καλύτερα γιατί ο Άλκης ήταν ένας και μοναδικός και ο χαμός του θα είναι πάντα ένα αγκάθι στην καρδιά ακόμα και αν ξεχάσω το πρόσωπο του, γιατί ήμουν, είμαι και θα είμαι μέλος μιας κοινωνίας που μπορούσε να κάνει κάτι για να μην συμβεί, αλλά δεν το έκανε.