«Αυτό που είναι υπέροχο, είναι πως η κάθε μέρα μας φέρνει μια καινούργια αιτία για να εξαφανιστούμε.» (Emile M. Cioran, Γαλλορουμάνος φιλόσοφος)

 

Φτάσαμε στα μέσα του Φλεβάρη.

Ο χειμώνας άρχισε να «ετοιμάζει» τις…αποσκευές του…για «αναχώρηση». «Είχε» μπροστά του μετρημένες, μόλις, μέρες για να «παραχωρήσει» τη θέση του στην Άνοιξη.

Ξημέρωνε μία καινούργια μέρα.

Όταν με «ξύπνησαν» οι ενοχλητικοί και άβολοι «κόμποι» των…κλινοσκεπασμάτων: ‘‘ξύπνα’’, ‘‘σήκω’’, ‘‘ξεκίνα’’, ‘‘απόδρασε’’, ‘‘δράσε’’, ‘‘εξερεύνησε’’, ‘‘απόκτησε καινούργιες εμπειρίες’’…τα ρολόγια δείχνανε 05.30’ π.μ.

Στο ημερολόγιο έγραφε: Κυριακή, 16-02-2020.

Σηκώθηκα χαρούμενος, γιατί με περίμενε η…αγαπημένη μου. Ονομάζεται Φύση.

Με περίμενε να ξαναβρεθώ στην…αγκαλιά Της και να βιώσω από κοντά όλα εκείνα τα όμορφα, που μου τα «είχε» φυλαγμένα σαν εκπλήξεις.

Η προίκα Της αστείρευτη και τα προικιά Της τα «μοιράζεται» απλόχερα με όλους εκείνους που Της δείχνουν την αληθινή τους αγάπη και τον πραγματικό σεβασμό τους (φωτ. 1)

Εμείς, τα μέλη της ορειβατικής ομάδας Βέροιας «Τοτός», από τον πρώτο μας, κιόλας, «ραντεβού» μαζί Της…Την ερωτευτήκαμε κεραυνοβόλα.

Ήταν εκείνα τα καταπληκτικά χρώματά Της, τα απερίγραπτα ποικίλα αρώματά Της, οι φανταστικές εναλλασσόμενες φορεσιές Της, που μας έκαναν να Της «παραχωρήσουμε» ένα μόνιμο…χώρο στις καρδιές μας.

Η φαντασία Της να σε μαγέψει, οι εμπνεύσεις Της να «δημιουργεί»…έργα τέχνης – σε κάθε τι στο περιβάλλον– προκαλώντας τον θαυμασμό σου στο αντίκρισμά τους, η ικανότητά Της να σε «κρατήσει» κοντά Της…όλα αυτά και άλλα πολλά μάς έκαναν, χρόνο με τον χρόνο, να Την αγαπήσουμε ακόμη περισσότερο και την αγάπη μας αυτήν να την εκφράζουμε με τις σαββατοκυριακάτικές μας εξορμήσεις στην «αγκαλιά» Της (φωτ. 2).

Πήρα το πρωϊνό μου. Το ζεστό τσάϊ βουνού με τα απαραίτητα συνοδευτικά του, ήταν ό,τι πρέπει για να «εφοδιαστεί» ο οργανισμός με ενέργεια και να μπορέσει να αντέξει στην απαιτητική ορειβατική δραστηριότητα της μέρας.

Στη συνέχεια, έκανα τον τελευταίο έλεγχο στο σακίδιο και αφού τα βρήκα όλα τακτοποιημένα, ξεκίνησα για τη συνάντησή μου με τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας.

Δεν γεννηθήκαμε ορειβάτες, αλλά γίναμε. Γίναμε, επειδή έτυχε να γεννηθούμε στη χώρα με την ποικίλη γεωμορφολογία της. Την Ελλαδίτσας μας, με τους αμέτρητους ορεινούς όγκους της.

Τα πάμπολλα βουνά της, που με την όλο πρόκληση αγριάδα τους και τη μαγευτική επιβλητικότητά τους…σε προκαλούν να παραβγείς μαζί τους και να προσπαθήσεις να τα νικήσεις.

Η κατάκτησή τους είναι ένα…στοίχημα του καθένα με τον εαυτό του, μία ευκαιρία να δοκιμάσει τα όριά του, η αφορμή να βιώσει αντιφατικά συναισθήματα, όπως: φόβο του τολμήματος, ικανοποίηση της δοκιμασίας, ανακούφιση του κατορθώματος, επιβράβευση της επιτυχίας….και τέλος, να αισθανθεί ένας μικρός…θεός…στο «σπίτι» των θεών του βουνού (φωτ. 3).

Συγκεντρωθήκαμε στην ώρα μας, ήμασταν όλοι συνεπείς στο ραντεβού μας.

Μόλις που άρχιζε να χαράζει. Ο ουρανός με τα λιγοστά σύννεφά του και η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας στους 5 βαθμούς Κελσίου (φωτ. 4).

Φορτώσαμε τα σακίδιά μας στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε για την προγραμματισμένη μας κυριακάτικη δραστηριότητα σε έναν ορεινό όγκο με δύο άκρως αντίθετες όψεις.

Τα ρολόγια εκείνη τη στιγμή δείχνανε 07.00’ π.μ.

Σκοπός της εξόρμησής μας ήταν: «Ανάβαση στην ψηλότερη κορυφή ‘‘2111’’ του βουνού Σινιάτσικο ή Άσκιο», που από τη νότια πλευρά του είναι γυμνό και βραχώδες – αποτέλεσμα των επανωτών πυρκαγιών και της υπερβολικής βόσκησης από τα κοπάδια αιγοπροβάτων κατά την περίοδο των περασμένων ετών– και από τη βόρειά του καλύπτεται, τμηματικά, από δρυοδάση→ από δάση οξιάς→ από σφενδαμιές και τέλος→ απο άλλα χαμηλόκορμα δένδρα και θάμνους.

Η ονομασία «Ά-σκιο» = χωρίς ίσκιο, οφείλεται πιθανότατα στην απουσία, στο μεγαλύτερο τμήμα του, της ψηλής βλάστησης (φωτ. 5, 6).

Βγήκαμε από τη Βέροια, που ακόμη κοιμόταν και μπήκαμε στην Εγνατία Οδό με κατεύθυνση προς Ιωάννινα.

Προορισμός μας το ορεινό χωριό Νάματα της Περιφερειακής Ενότητας Κοζάνης.

Στην έξοδο για «Σιάτιστα», βγήκαμε από την Εγνατία και μπήκαμε στον επαρχιακό ασφαλτόδρομο Σιάτιστα – Καστοριά, που χρησιμοποιείται πλέον ελάχιστα μετά την κατασκευή του καινούργιου αυτοκινητόδρομου που συνδέει την Εγνατία με την πόλη της Καστοριάς.

Περάσαμε από την Εράτυρα και συνεχίσαμε.

Ενάμιση χιλιόμετρα πριν το χωριό Σισάνι, που απλώνεται κτισμένο μέσα στην εύφορη κοιλάδα που διασχίζει ο ποταμός Μύριχος και φημίζεται για τα φασόλια της περιοχής, στρίψαμε δεξιά παίρνοντας τον ασφαλτόδρομο με κατεύθυνση προς το ορεινό χωριό Νάματα, που απείχε μόλις 5 χλμ από τη στροφή.

Ο δρόμος ανηφορικός, στενός και με πολλά στροφηλίκια. Και νάτα !!!

Μετά την τελευταία στροφή του δρόμου φάνηκαν τα Νάματα.

Αντικρίσαμε, μέσα από την ψυχρή πρωϊνή ατμόσφαιρα, ένα χωριό χτισμένο αμφιθεατρικά στα 1.140 μέτρα υψόμετρο και από πίσω να ορθώνεται η βόρεια πλευρά του ορεινού όγκου που θα ανηφορίζαμε.

[Στη μεταλλική πινακίδα, που βρίσκεται πριν την είσοδο στο χωριό, έχει την ένδειξη «υψόμετρο 1.250 μέτρα»)] (φωτ. 7).

Περισσότερα εδώ

Περιγραφή: Αλέξανδρος Γραμματικόπουλος

Φωτογραφίες: Αλέξανδρος Γραμματικόπουλος, Συργιάννης Αθανάσιος

Πηγή: