του Σταύρου Π. Καπλάνογλου

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Μίλητος πρωταγωνίστησε κατά τον δεύτερο ελληνικό αποικισμό. Ίδρυσε πολυάριθμες αποικίες, εκ των οποίων οι περισσότερες στη Μαύρη Θάλασσα κατά τον 7ο αιώνα π.Χ. Οι Μιλήσιοι ίδρυσαν στην αρχή στις δυτικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας τις πόλεις,και αποίκησαν στην συνέχεια την περιοχή της Κριμαίας και της Αζοφικής θάλασσας
Μετά την περιοχή του Καυκάσου και στο τέλος τις νότιες ακτές της Μαύρης Θάλασσας όπου ίδρυσαν την Σινώπη για να γινει η βάση για νέες αποικίες στην περιοχή, .
Η Μίλητος αποίκησε επίσης τα στενά του Ελλήσποντου και την Προποντίδα.. Άλλη σημαντική αποικία των Μιλησίων ήταν η Ναύκρατις στην Αίγυπτο,
. Οι περισσότερες αποικίες στην περιοχή του Πόντου και της Προποντίδας ιδρύθηκαν τον 7ο αιώνα π.Χ.
. Η Μίλητος υπήρξε η μητρόπολη με τις περισσότερες αποικίες από κάθε άλλη Ελληνική πόλη είχε ξεπεράσει τις 90.
Στην σημερινή δημοσίευση θα δώσουμε συνοπτικά ορισμένες πληροφορίες για 25 μόνον από αυτές ,ελπίζουμε κάποτε να δώσουμε κάποτε ακόμη περισσότερες .

ΠΕΡΙΟΧΗ ΕΛΛΗΣΠΟΝΤΟΥ -ΠΡΟΠΟΝΤΙΔΟΣ
Για τις 2 πρώτες πόλεις που θα αναφερθούμε παρακάτω και ήταν αποικίες των Μιλησίων έχουμε κάνει ειδικές αφιερώσεις στο παρελθόν ,έτσι θα πούμε ελάχιστα γι αυτές επικεντρώνοντας κυρίως στον αποικισμό τους από τους Μιλησίους
— Αβυδος
Η Άβυδος είναι αρχαία πόλη της Τρωάδας της Μυσίας στη Μικρά Ασία, ευρισκόμενη στο σημείο Ναγαρά στον Ελλήσποντο απέναντι της Σηστού, την ανατολική ακτή της εισόδου του από Αιγαίο, στο σημείο όπου το πλάτος του είναι μόλις ένα μίλι.
Αρχικά ήταν πιθανόν Θρακική πόλη, αλλά αποικίστηκε από Μιλησίους
. Οι Αβυδινοί οι αρχαίοι κατοικοί της ήταν πεπεισμένοι ότι ιδρυτής της πόλης χώρας τους ήταν ο μυθικός ήρωας Άβυδος που όμως είναι ανύπαρκτος στην Ελληνική μυθολογία. Είναι όμως προφανές ότι η ονομασία προέρχεται από το στερητικό α και το ρήμα “βύζω” εξ ου και λεγόταν Άβυζος ή Άβυσσος
Την αναφέρει ο Όμηρος και στη συνέχεια ο Ηρόδοτος, Θουκυδίδης , Ξενοφών κλπ. οφείλεται στη γεωγραφική της θέση που ήταν το στενότερο σημείο διαπόρθμευσης από την Ασιατική ακτή προς την έναντι επίσης γνωστή πόλη Σηστό και αντίστροφα. Σημασία σπουδαία από τον Τρωικό πόλεμο.
Η πόλη μετά τους Μηδικούς πολέμους απετέλεσε μέλος της ομοσπονδίας της Δήλου. Αργότερα κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο τάχθηκε με τη Σπάρτη γενόμενη έτσι σπουδαίο ορμητήριο των Σπαρτιατών.
— Κύζικος
Η Κύζικος ήταν αρχαία μικρασιατική πόλη στη Μικρά Φρυγία (Μυσία), κοντά στην Προποντίδα. Ήταν αποικία των Μιλησίων.
Ιδρυτής της θεωρείται ο ήρωας Κύζικος, που βοήθησε στην επιτυχία της Αργοναυτικής Εκστρατείας.
Η πόλη είχε αναδειχθεί μία από τις σπουδαιότερες ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, ξακουστή για την αλιεία και τους στατήρες της από ήλεκτρο, που χρησιμοποιήθηκαν πολύ μέχρι και την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου (Κυζικηνοί στατήρες).
Οι επιγραφές, οι περιγραφές και όλα τα ερείπια εμφανίζουν την Κύζικο ως εξαιρετικά ανεπτυγμένη πόλη, πλούσια και σπουδαίο εμπορικό κέντρο. Έξω από τις ακτές της ο Αλκιβιάδης καταναυμάχησε τους Λακεδαιμόνιους το 410 π.Χ. Την εποχή της ρωμαϊκής κυριαρχίας ήταν σχεδόν ελεύθερη και στη βυζαντινή περίοδο εξακολούθησε να ακμάζει.
Τελικά καταστράφηκε από σεισμό το 943 μ.Χ. και κυριολεκτικά ισοπεδώθηκε.
— Καρδία
Καρδία: Αποικία των Μιλησίων και Κλαζομενίων, των Αθηναίων κατά τον 7ο π.χ. αιώνα και των Μακεδόνων κατά τον 4ο π.χ. αιώνα, κτισμένη στο στενότερο σημείο του λαιμού της Χερσονήσου της Καλλίπολης της Αν, Θράκης, στη Βόρεια παραλία του Κόλπου Μέλανος ή Ξηρού ή Σάρου.

ΑΚΤΕΣ ΔΥΤΙΚΟΥ ΕΥΞΕΙΝΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
Απολλωνία Ποντική ,Οδησσό (σημ.Βάρνα),Λίγο βορειότερα στην περιοχή της σημερινής Ρουμανίας οι Μιλήσιοι ίδρυσαν τις πόλεις Ίστρια και Οργάμη ( Στις εκβολές του Δούναβη), Τύρα (Βόρεια από την Ιστρο ),Ολβια (Στις εκβολές του Δνειπερου ),Παντικάπαιον ,Φαναγόρεια ,Θεοδοσια,,Χερσόνησος,Ταναίδα
— Απολλωνία Ποντική
Η Απολλωνία Ποντική ή Σωζόπολη ή Απολλωνία Μάγκνα ή Άνθεια[ ηταν αρχαία πόλη, 35 χλμ. νοτίως του Μπουργκάς στη Βουλγαρική ακτή της Μαύρης Θάλασσας
πρώτη εγκατάσταση στα μέρη αυτά χρονολογείται από την Εποχή του Χαλκού
Στον κόλπο της Σωζόπολης έχουν ανακαλυφθεί πολλές άγκυρες από τη 2η και 1η χιλιετία π.Χ., απόδειξη δραστήριας ναυσιπλοΐας από την αρχαιότητα
Η σημερινή πόλη ιδρύθηκε από Έλληνες αποίκους από τη Μίλητο ως Άνθεια, με επικεφαλής τον Αναξίμανδρο (611-547 π.Χ., περίπου). Το όνομα σύντομα άλλαξε σε Απολλωνία, λόγω ενός ναού της πόλης αφιερωμένου στον Απόλλωνα, που περιείχε ένα διάσημο κολοσσιαίο άγαλμα του θεού Απόλλωνα
Τα νομίσματα, που πρωτοεμφανίζονται τον 6ο αιώνα π.Χ., φέρουν το όνομα Απολλωνία και την εικόνα του Απόλλωνα. λίγο αργότερα θα φέρουν και το σύμβολο της πόλης την – η άγκυρα,
Η νησίδα στην οποία διαμορφώθηκε είναι πλέον συνδεδεμένη με την ξηρά με μια στενή γλώσσα γης. Οι κάτοικοί της, κατά το παρελθόν ως επί το πλείστον Έλληνες, ζούσαν από την αλιεία και τη γεωργία.
Η πόλη εδραιώθηκε ως εμπορικό και ναυτικό κέντρο κατά τους επόμενους αιώνες
Η πόλη εδραιώθηκε ως εμπορικό και ναυτικό κέντρο κατά τους επόμενους αιώνες. Διατηρούσε στενές πολιτικές και εμπορικές σχέσεις με τις πόλεις της Αρχαίας Ελλάδας – Μίλητο, Αθήνα, Κόρινθο, Ηράκλεια Ποντική και τα νησιά Ρόδο, Χίο, Λέσβο κ.α.
Κατά την εξάπλωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον 1ο αιώνα π.Χ. η πόλη σταμάτησε να είναι σημαντικό εμπορικό κέντρο. Το 75 π.Χ λεηλατήθηκε και το διάσημο άγαλμα του Απόλλωνα μεταφέρθηκε στη Ρώμη ως λάφυρο.
— Οδησσός (Βάρνα )
Αρχαία πόλη της θρακικής κάτω Μοισίας, διάφορη της ομώνυμης Ρωσικής
Βρισκόταν στην ακτή ου Ευξείνου Πόντου, βόρεια των εκβολών του νυν ποταμού Προβάντισκα, όπου σήμερα η Βουλγαρική πόλη Βάρνα.
Η Οδυσσός ιδρύθηκε από Μιλήσιους αποίκους στις αρχές του 6ου αιώνος και εξελίχθηκε γρήγορα σε μεγάλη και πλούσια πόλη, ιδρυτικό μέλος της ομόσπονδης «Πενταπόλεως» του Ευξείνου.
Οι εκεί ανασκαφές έφεραν στο φώς πολλές επιγραφές ( ανάμεσά τους και μία υπέρ του κυβερνήτη Ηροσόδου του Φαρνάγου: «ΑΓΑΘΗΙ ΤΥΧΗΙ ΗΡΟΣΟΔΟΝ ΦΑΡΝΑΓΟΥ ΑΡΞΑΝΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΑΡΞΑΝΤΑ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΤΗΣ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΤΙΜΗΘΕΝΤΑ ΥΠΟ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΤΗΣ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ» ), αγάλματα και νομίσματα ( εντόπιας κοπής, ακόμη και χρυσοί στατήρες και τετράδραχμα που καλύπτουν την χρονική περίοδο από τον 4ο έως και τον 2ο αιώνα μ.χ.χ. ). Στους πρωτοβυζαντινούς χρόνους πάντως είχε συρρικνωθεί σε μικρό οχυρό χωριό, έδρα επισκόπου
— Ίστρια
Η αρχαία ελληνική πόλη Ίστρος βρίσκεται στις εκβολές του Δούναβη, κτίστηκε από τους Μιλήσιους, νότια από το ιερό ‘πεντάστομο’ του ποταμού Ίστρου, λίγο βορειότερα της πόλης της σημερινή πόλης της Ρουμανίας Κωνστάντσα.
Ήταν η πρώτη ελληνική πόλη που δημιουργήθηκε στο σημερινό έδαφος της Ρουμανίας περί 657- 630 π.Χ.
Η Ακρόπολη με το ιερό βρισκόταν στο υψηλότερο σημείο και σε οκτακόσια μέτρα από αυτήν βρισκόταν ο αρχαίος οικισμός.
Η μεγάλη ανάπτυξη της ήρθε περί τον 3ο αιώνα π.Χ. όπως δείχνει η αφθονία των ευρεθέντων αργυρών νομισμάτων της εποχής H Ίστρος εδραιώθηκε ως λιμάνι εμπορικών συναλλαγών
Άφθονα αρχαιολογικά ευρήματα έχουν ανακαλυφθεί στο εσωτερικό της Ίστριας, στην κοιλάδα του Δούναβη, όπως αττικά μελανόμορφα κεραμικά, νομίσματα, αγγεία Ιωνικού τύπου, πολλά θραύσματα αμφορέων κλπ.
Τα νομίσματα της φέρουν στην μια όψη πιθανόν τους Διόσκουρους και στην άλλη όψη δελφίνια ,αργότερα θα φέρουν το προσωποποιημένο πρόσωπο του ποταμού ‘Ιστρου
— Οργάμη.
Η αρχαία Οργάμη βρισκόταν στο ακρωτήριο των Δολομιτων στις εκβολές του Δούναβη και χτίστηκε από τους Μιλήσιους .
Την αναφέρει Στέφανος Βυζάντιος στα Εθνικά («Οργάμη. Πόλις επί τω Ίστρῳ»),.
Ανασκαφές που έγιναν στην νεκρόπολη επιβεβαιώνουν την ύπαρξη αμιγούς ελληνικού πληθυσμού τουλάχιστον μέχρι την κατακτηση της από τους Ρωμαίους
Η Οργάμη βρισκόταν πάνω σε θαλάσσιους εμπορικούς άξονες, αλλά και σε εμπορικές οδούς της ενδοχώρας. Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, είχε να επιδείξει ανθηρή οικονομική ζωή και εμπορικές επαφές με ελληνικές πόλεις και γηγενείς πληθυσμούς.

ΑΚΤΕΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΕΥΞΕΙΝΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
Ολβία ,– Παντικάπαιο, Οδησσός , Μπερεζάν. Ιστρία , Χερσόνησος των Ταύρων , Συμφερόπολη , Νυμφαίον ,Ερμώνασσα , Τάναϊς , Τυριτάκη, Μυρμήκιον, Κερκίνη και η Φαναγορία .
Στην βόρεια ακτή του Εύξεινου Πόντου κυριάρχησε η Μίλητος. Οι αποικίες της Μιλήτου σ’ αυτή την περιοχή του Εύξεινου Πόντου ήταν η Ολβία και το Παντικάπαιο (σημερινό Κερτς). Κατά την διάρκεια του 6ου αιώνα π.Χ. οι Μιλήσιοι ίδρυσαν στην περιοχή της σημερινής Ουκρανίας την Οδησσό
Στη χερσόνησο της Κριμαίας (οι Ελληνες τότε την ονόμαζαν Ταυρική Χερσόνησο ή Χερσόνησο των Ταύρων) ιδρύθηκαν επίσης οι πόλεις Συμφερόπολη (κοντά στο σημερινό Ζολοτόι), Νυμφαίον και Ερμώνασσα (κοντά στο σημερινό Κεκουβάτσκ). Στην Αζοφική Θάλασσα (Μαιώτιδα Λίμνη για τους αρχαίους) ιδρύθηκε η Τάναϊς (στο Ροστόφ), η Τυριτάκη, το Μυρμήκιον, η Κερκίνη και η Φαναγορία -η τελευταία ήταν αποικία Τηίων.
— Ολβία ή Βορυσθένης
Η Ολβία Ποντική ήταν αρχαία ελληνική αποικία στις βορειοδυτικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Η πόλη ήταν αποικία των Μιλησίων και χτίστηκε πιθανόν τον 7ο αιώνα π.Χ.. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο και άλλους αρχαίους συγγραφείς βρισκόταν στις εκβολές του ποταμού Μπουγκ του αρχαίου Υπανίου
Οι άποικοι όπως μας πληροφορεί κατά τον ο Ευσέβιο Καισαρείας, φαίνεται πως αρχικά εγκαταστάθηκαν στην απέναντι νησίδα το σημερινό Μπερεζάν, αλλά σταδιακά πέρασαν απέναντι στις εκβολές του Μπουγκ, ιδρύοντας την Ολβία
Η πόλη είχε κόψει από νωρίς νομίσματα φτιαγμένα σε σχήμα βέλους γεγονός που δείχνει πως η αποικία είχε σταθεροποιηθεί κατά τον 6ο αιώνα π.Χ και είχε αναπτύξει εμπορικές σχέσεις με τους γειτονικούς λαούς.
Υπήρχε ναός αφιερωμένος στον Απόλλωνα Δελφίνιο]. Οι κάτοικοι εκτός από τον Απόλλωνα λάτρευαν και τον Αχιλλέα, ως θεό. Ο Ηρόδοτος επισκέφτηκε την πόλη κατά τον 5ο αιώνα π.Χ.
Η Ολβία πολιορκήθηκε το 331 π.Χ. από τον στρατηγό του Μεγάλου Αλεξάνδρου Ζωπυρίωνα, χωρίς τελικά αυτός να καταφέρει να κυριεύσει την πόλη] . Τον 3ο αιώνα π.Χ. η πόλη αρχίζει να παρακμάζει. Αρχικά κατακτήθηκε από τον βασιλιά Σκίλουρο της Σκυθίας και στη συνέχεια συμπεριλήφθηκε στο βασίλειο του Πόντου, του Βασιλιά Μιθριδάτη
— Νικώνιον
Η αρχαία Ελληνική πόλη Νικώνιον βρισκόταν στην ανατολική όχθη της εκβολής του ποταμού Δνείστερου, στην σημερινή Ουκρανία κοντά στις εξίσου Ελληνικές πόλεις του Οδησσού και του Τύρα. Αναφέρεται από τις πηγές και ως Νικόνιον, Νικόνεον ή Νικωνία ιδρύθηκε τον 6ο αιωνα π.Χ. από Μιλησίους
Επέζησε σαν πόλη μέχρι τον 3ο αιώνα μ.Χ. και ύστερα εγκαταλείφθηκε
Στα μέσα περίπου του 5ου αιώνα π.Χ., η πόλη βρισκόταν υπό τον έλεγχο του Σκύθη βασιλιά Σκύλη, όπως συνάγεται από νομίσματα της εποχής.[2] Αργότερα φαίνεται πως εντάχθηκε στην Συμμαχία της Δήλου, καθώς αναφέρεται στους καταλόγους των εισφορών της συμμαχίας για το έτος 425/424 π.Χ. Tον 4ο αι. π.Χ. η πόλη διατηρούσε την ανεξαρτησία της.
To 331 π.Χ. το Νικώνιον καταστράφηκε από το Ζωπυρίωνα, στρατηγό του Μέγα Αλεξάνδρου Στις αρχές του 3ου αι. π.Χ., επανιδρύθηκε από κατοίκους του Τύρα. Αναφέρεται ακόμα από τον Αρριανό τον 2ο αιώνα ως «χωρίον».
.Στα ανατολικά του αρχαιολογικού χώρου που ανασκάφηκε βρέθηκε νεκροταφείο της Ύστερης Κλασικής και Πρώιμης Ελληνιστικής περιόδου. Περιλαμβάνει, εκτός των άλλων, και ταφές σκυθικού τύπου, με τύμβους πάνω από τους νεκρικούς λάκκους, εγχυτρισμούς σε αμφορείς και απλούστερες λακκοειδείς ταφές Έχουν βρεθεί επίσης μερικά νομίσματα, μακεδονικά, σκυθικά, ιστρικά αλλά και δραχμές
— Τύρας
Ο Τύρας ήταν αρχαία Ελληνική πόλη στη νότια όχθη του ποταμού Δνείστερου, στη θέση της σύγχρονης πόλης Μπιλχορόντ-Ντιστρόβσκι, στην περιοχή της Οδησσού της σημερινής Ουκρανίας. Η πόλη κατοικούταν από τα τέλη του 6ου αι. π.Χ. μέχρι τα τέλη του 4ου αι. μ.Χ. Μετά την καταστροφή της αρχαίας πόλης Τύρας, η θέση κατοικήθηκε ξανά το 13ο αιώνα.
Η ίδρυση του Τύρα αποδίδεται σε αποικιστές από τη Μίλητο και χρονολογείται στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ
Η πόλη αρχικά ήταν γνωστή ως Οφιούσα, όνομα το οποίο απαντά σε αρκετές πηγές.
Θεωρείται ότι η πόλη ήταν μέλος της Δηλιακής Συμμαχίας, καταβάλλοντας φόρο ύψους δύο ταλάντων.
Ο Τύρας άρχισε να κόβει δικά του νομίσματα (αργυρά και χάλκινα) κατά το δεύτερο μισό του 4ου αι. π.Χ.
Στα τέλη του 3ου αιώνα π.Χ., η πόλη Νικώνιον, κοντά στον Τύρα, καταστράφηκε και εγκαταλείφθηκε Ο Τύρας αντιστάθηκε, ωστόσο οι αγροτικοί οικισμοί στην ενδοχώρα του μαράζωσαν, με ολέθρια αποτελέσματα για την οικονομία της πόλης.
Τις πρώτες δεκαετίες του 1ου αι. π.Χ., ο Τύρας, όπως και οι γειτονικές του πόλεις, ενσωματώθηκαν στο βασίλειο του Πόντου επί βασιλεία του Μιθριδάτη Στ΄ Ευπάτωρα
Στα μέσα του 1ου αι. π.Χ., η πόλη καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Γέτες. Η πόλη επανιδρύθηκε όχι αργότερα από τις αρχές του 1ου αι. μ.Χ.,
Μετά την ανοικοδόμηση, ο Τύρας διατήρησε την ανεξαρτησία του για λίγο, αλλά το έτος 56 ή 57 μ.Χ ενσωματώθηκε στη ρωμαϊκή επαρχία της Μοισίας
— Παντικάπαιο
Το Παντικάπαιον ήταν σημαντική αρχαιοελληνική πόλη και λιμένας στην Ταυρική (Ταυρική Χερσόνησο),κοντα σε λόφο στη δυτική πλευρά του Κιμμέριου Βόσπορου στην έξοδο της λίμνης Μαιώτιδος (σημερινή Αζοφική θάλασσα), εκεί που σήμερα είναι η πόλη Κερτς. Ιδρυτές της πόλης θεωρούνται οι Μιλήσιοι κατά τον ύστερο 7ο-πρώιμο 6ο αιώνα Π.Κ.Ε.
Κατά τον 5ο – 4ο αιώνα Π.Κ.Ε. η πόλη έγινε έδρα των δυναστειών των Αρχαιανακτιδών και των Σπαρτοκιδών, βασιλέων του βασιλείου του Βοσπόρου όπου και ονομαζόταν ενίοτε Βόσπορος.
Την εποχή εκείνη γνώρισε μεγάλη ακμή από το σιτεμπόριο που ανέπτυξε με άλλες αρχαίες ελληνικές πόλεις.
Η οικονομική της πτώση κατά τον 4ο και 3ο αιώνα Π.Κ.Ε. ήταν το αποτέλεσμα αφενός οι επιδρομές των Σαρμάτων στα βόρεια και αφετέρου το άνοιγμα νέων αγορών και του αυξανόμενου ανταγωνισμού ιδίως του αιγυπτιακού σταριού.
Ο τελευταίος των Σπαρτοκιδών άφησε το βασίλειό του στον Μιθριδάτη Στ’, βασιλέα του Πόντου, το 115 π.Χ. όταν κατέλαβε τη νότια Ρωσία.
— Θεοδοσία
Αρχαία Ελληνική πόλη που βρισκόταν στην Ταυρίδα Β.Α της αρχαίας πόλης Χερσονήσου και Ν.Δ.) ΚΑΙ της επίσης αρχαίας Ελληνικής πόλης Νυμφαίων Βρισκόταν στα Νότια της σημερινής Ουκρανίας, Η πόλη βρισκόταν , στις ακτές της Μαύρης θάλασσας Η πόλη οικίστηκε τον 6ος αιώνα π.Χ από κατοίκους της Μιλήτου
— Τάναϊς ή Τάναης
Η αρχαία πόλη της Ταναίδος βρισκόταν κοντά στην Νεντβιγκόφκα, Περιφέρεια Ροστόφ, Ρωσία στο βορειοανατολικό άκρο της άλλοτε Μαιώτιδος λίμνης ιδρύθηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. και εγκαταλείφθηκε στα τέλη 5ου αιώνα στην περιοχή της Σαρματίας, από τις πιο απομονωμένες ελληνικές αποικίες. Πήρε την ονομασία της από τον ομώνυμο ποταμό (σύγχρονος ποταμός Ντον),
Οι Μιλήσιοι ίδρυσαν την αποικία τους στην περιοχή τον 3ο αιώνα π.Χ., αρκετά αργότερα από το κύριο κύμα του Β´ ελληνικού αποικισμού του 8ου έως 6ου αιώνα π.Χ., και έδωσαν στην πόλη το όνομα του ποταμού Τάναϊς ο οποίος κυλούσε στην περιοχή και ο οποίος κατά την αρχαιότητα λογίζονταν ως το φυσικό σύνορο μεταξύ Ευρώπης και Ασίας.[3] Κατά τον ψευδο-Πλούταρχο στο έργο με τίτλο Περί ποταμών και όρων επωνυμίας, ο ποταμός παλαιότερα ονομαζόταν Αμαζόνιος καθώς στην περιοχή ζούσαν οι θρυλικές Αμαζόνες, ενώ ο Τάναϊς ήταν ο γιος του Βήρωσσου και της Αμαζόνας Λυσσίπης ο οποίος πνίγηκε στα νερά του ποταμού και έτσι έκτοτε δόθηκε το όνομα του στο ποτάμι, ωστόσο γλωσσολογικά εκτιμάται πως πιθανώς αποτελεί παραφθορά της σκυθικής λέξης Ντον ή Νταν (νερό).
Η πόλη εξελίχθηκε σε σημαντικό εμπορικό κέντρο της περιοχής με ανεπτυγμένο εμπόριο όπου οι γειτονικές ντόπιες φυλές εμπορεύονταν δέρματα και σκλάβους σε αντάλλαγμα για κρασί, ρουχισμό, και άλλα αντικείμενα τα οποία δεν είχαν διαθέσιμα στον δικό τους πολιτισμό. Με την πάροδο του χρόνου η πόλη υπέβαλε τις γειτονικές ακτές στον άμεσο έλεγχο της, αλλά μετά από κάποιο διάστημα έχασε την αυτοδιάθεση της από το ελληνιστικό βασίλειο του Βοσπόρου. Προσπαθώντας να ανακτήσει και πάλι την ανεξαρτησία της, καταστράφηκε από τον Πολέμων Α´ στα τέλη του 1ου αιώνα π.Χ., και οι μετέπειτα αναφορές του Στράβωνα (1ος αιώνας π.Χ./μ.Χ.) αναφέρουν πως η πόλη δεν υπήρχε πλέον κατά την εποχή του.
— Οδησσό Κριμαίας
Στη θέση της σημερινής Οδησσού υπήρξε αρχαία Ελληνική αποικία, δεν πρέπει όμως να συγχέεται με τη συνώνυμη της αποικία στην θρακική ακτή, τη σημερινή Βάρνα. Σήμερα υπάρχει σημαντικός αριθμός σωζόμενων μνημείων στην ευρύτερη περιοχή
Η ελληνική παρουσία στις βόρειες και δυτικές ακτές του Εύξεινου Πόντου, στη Χερσόνησο της Κριμαίας και γύρω από την Αζοφική Θάλασσα χρονολογείται ήδη από τον 8ο π.Χ. αιώνα.
— Κιμμερικόν
Το Κιμμερικόν, ήταν μια αρχαία ελληνική πόλη στην Κριμαία , στη νότια ακτή της χερσονήσου Κερς στη δυτική πλαγιά του όρους Opuk, περίπου 40 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του σύγχρονου Κερς . Βρισκόταν με την ακρόπολη της στους λόφους στη δυτική πλευρά του βουνού. Η πόλη ιδρύθηκε από τους αποίκους της Μιλήτου τον 5ο αιώνα π.Χ. και άκμασε στις αρχές της χριστιανικής εποχής..
Το Κιμμερικόν ήταν ένα προπύργιο που υπερασπίστηκε το σημαντικότερο και πολυπληθέστερο τμήμα του Βασιλείου του Βοσπόρου , το κέντρο και την πρωτεύουσά του, από τους Σκύθες .
Τα τείχη της πόλης είχαν πάχος 2,5 μέτρα και αυτά της ακρόπολης 3,5 μέτρα. Στα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. Κιμμερικόν καταστράφηκε από τους Γότθους , αλλά κάποιο μέρος της πόλης διασώθηκε και επέζησε μέχρι τα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ., όποτε η πόλη εξαφανίστηκε απότομα από πειρατές επιδρομείς . Το φρούριο καταστράφηκε πλήρως τον 6ο αιώνα μ.Χ.
— Ερμώνασσα ή Κήποι Σκυθίας
Οι Κήποι, και παλαιότερα Ερμώνασσα,ήταν αρχαία Ελληνική πόλη της Σκυθίας αποικία των Μιλησίων. Η πόλη βρισκόταν στην Χερσόνησο Ταμάν στον Κιμμέριο Βόσπορο, απείχε 3 χλμ από την Φαναγόρεια. Βρισκόταν στη νήσο του Φαναγόρου όπου σήμερα με τις προσχώσεις δεν είναι νησί αλλά η Χερσόνησος Ταμάν .
Η πόλη Κήποι ιδρύθηκε από Μιλήσιους σε περιοχή που ζούσαν Σκύθες τον 6ο π.Χ. αιώνα[2]. Με την ίδρυση του Βασίλειο του Βοσπόρου πέρασε στην κατοχή του κι έπειτα στο Βασίλειο του Πόντου. Η πόλη έφτασε στο αποκορύφωμά της τον 1ο μ.Χ. αιώνα, αλλά οι Ούννοι και οι Γότθοι έθεσαν τέρμα στην ευημερία της τον 4ο αιώνα μ.Χ.
Ανασκαφές απέδωσαν πλούσια ευρήματα, όπως ένα μαρμάρινο άγαλμα της θεάς Αφροδίτης («Αφροδίτη του Ταμάν»). Περισσότερες από 400 ταφές
Μεγάλο τμήμα της πόλης έχει βυθιστεί στην Αζοφική Θάλασσα.
— Φαναγορία – (Φαναγόρεια, Φαιναγόρη, Φαναγόρα)
Βρίσκεται κοντά στο σημερινό Κρασνοντάρ Κράι,στην Ρωσία στην περιοχή της Χερσονήσου του Ταμάν ήταν αποικία της Ιωνικής πόλης Τεώ και ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα π.Χ στην οποία αργότερα εγκαταστάθηκαν και Μιλησιοι
Μετέπειτα αποτέλεσε την ανατολική πρωτεύουσα του βασιλείου του Βοσπόρου,
. Ήταν σημαντικό εμπορικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής της Μαιώτιδας λίμνης καθώς και των πόλεων στις ακτές του δυτικού Καυκάσου

ΑΚΤΕΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΥ ΕΥΞΕΙΝΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
Στα ανατολικά παράλια που ανήκαν στην αρχαία Κολχίδα και τα οποία σήμερα στο μεγαλύτερο μέρος τους ανήκουν κυρίως στη Γεωργία και στην αυτόνομη περιοχή της Αμπχαζίας,Έλληνες ίδρυσαν την πόλη Φάσι και τη Διουσκουριάδα.
— Διουσκουριάδα
Είναι η σημερινή πόλη του Σουχούμι που ονομάστηκε Σεβαστούπολη από τους Ρωμαίους
Η Διοσκουριάς ήταν παραλιακή αρχαία αποικία των Μιλησίων που ανέπτυξαν έντονη εμπορική δραστηριότητα στην περιοχή. Στους Βυζαντινούς χρόνους η πόλη και το λιμάνι της αναφέρονταν ως Σεβαστούπολη.
Σήμερα είναι είναι η πρωτεύουσα της Αμπχαζίας, η οποία είναι αυτόνομη δημοκρατία της Γεωργίας
— Πιτυούς,
Η αρχική ονομασία της πόλης ήταν Πιτυούς και ήταν ελληνική αποικία των Μιλησίων κατά τον 5ο αιώνα π.Χ., λειτουργώντας ως εμπορικός σταθμός στις ακτές του βασιλείου της Λαζικής.
Κατά τον γεωγράφο Αρτεμίδωρο τον Εφέσιο (1ος αιώνας π.Χ.) ο οποίος αναφέρεται σε αυτήν ως Μεγίστη Πιτυούς, η πόλη βρισκόταν βορείως της Διοσκουριάδος,, ενώ κατά τις αναφορές του Αρριανού (2ος αιώνας μ.Χ.) σε απόσταση 350.[4] Η πραγματική απόσταση ωστόσο ήταν περισσότερο κοντά στα 400 στάδια.[4][5] Αναφορά στην πόλη υπήρξε επίσης και από τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο (1ος αιώνας μ.Χ.) ο οποίος την περιέγραψε ως την πλουσιότερη πόλη (oppidum opulentissimum). Ωστόσο κατά το διάστημα μεταξύ 1ου αιώνα π.Χ. και μ.Χ., η πόλη είχε καταστραφεί από την τοπική Σαρματική φυλή των Ηνιόχων, και οι μετέπειτα αναφορές για την πόλη είναι περιορισμένες καθώς ο Αρριανός την περιγράφει ως απλό αγκυροβόλιο για στάθμευση πλοίων ενώ ο Κλαύδιος Πτολεμαίος (2ος αιώνας μ.Χ.) δεν την αναφέρει καθόλου.
Κατά τον Ζώσιμο (6ος αιώνας) η πόλη ξαναχτίστηκε αργότερα από τους Ρωμαίους, και διέθετε πολύ ισχυρά αμυντικά τείχη και μεγάλο λιμάνι.[
Η πόλη δέχτηκε την επίθεση των Γότθων το 255 μ.Χ. οι οποίοι είχαν προηγουμένως καταφέρει να αποκτήσουν τα πλοία του στόλου του βασιλείου του Βοσπόρου.
Ενώ αρχικά απέτυχαν , επέστρεψαν το επόμενο έτος, κατέκτησαν την πόλη, και συνέχισαν την πορεία τους νοτιότερα αλώνοντας την Τραπεζούντα στα βόρεια παράλια της Μικράς Ασίας
Κατά την περίοδο του Ιουστινιανού (6ος αιώνας) η πόλη θεωρούνταν περισσότερο φρούριο παρά πόλη.

ΑΚΤΕΣ ΝΟΤΙΟΥ ΕΥΞΕΙΝΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
Η πρώτη πόλη που ιδρύθηκε στις ακτές του Εύξεινου πόντου στο βόρειο τμήμα της Μ. Ασίας ήταν η Σινώπη που με την σειρά της ίδρυσε στην περιοχή του Πόντου τις πόλεις Αμισο ,Κοτύωρα Κερασούντα, , Τραπεζούντα, Κοτύωρα, Κρώμνα, Πτέριον,Κύτωρο Τίειον κ.α.
— Σινώπη
Η Σινώπη ήταν πόλη της αρχαίας Παφλαγονίας. Πήρε το όνομα της από τη νύμφη Σινώπη, τη θυγατέρα του Ασωπού κατά τον Απολλώνιο τον Ρόδιο.
Είναι άγνωστος ο χρόνος ίδρυσης της.
Πρώτοι άποικοι ήταν οι κάτοικοι της Μιλήτου] περί τον 8ο αι. π.Χ., σε συμφωνία με τους παλαιούς κατοίκους.
Ο Ηρόδοτος θεωρεί πρώτους οικιστές τους Κιμμέριους, άλλοι θεωρούν τους Αργοναύτες.
Η Σινώπη ήταν η πρώτη ελληνική αποικία στο Πόντο και αφετηρία του εξελληνισμού των εκεί ακτών μέχρι τη μακρινή Κολχίδα.
Η Τραπεζούντα, η Κερασούντα και τα Κοτύωρα ήταν αποικίες της Σινώπης.
Κατά τον 5ο αι. π.Χ. απετέλεσε μέλος της Αθηναϊκής Ηγεμονίας, ο δε Περικλής έστειλε εκεί 600 Αθηναίους κληρούχους, μετά την απαλλαγή της πόλης από την τυραννία του Τιμησέλεω.
Στη συνέχεια, η ελληνική πόλη ήταν ανεξάρτητη και από αυτή πέρασαν οι «Μύριοι» του Ξενοφώντα.
Το 368 π.Χ. καταλήφθηκε από τον Πέρση Σατράπη της Καππαδοκίας Δατάμα, , αλλά διατήρησε την αυτονομία της.
Το 183 π.Χ. καταλήφθηκε από τον Φαρνάκη Α’ ο οποίος την κατέστησε πρωτεύουσα του Βασιλείου του Πόντου.
Στη πόλη αυτή γεννήθηκε ο Μιθριδάτης ο Μέγας που την καλλώπισε με ναούς, στοές, νεώρια (μαρτυρία Στράβωνα).
Τέλος δε το 70 π.Χ. καταλήφθηκε από το Ρωμαίο στρατηγό Λούκουλο που και αυτός της παραχώρησε αυτονομία.
Το 44 π.Χ. έγινε οριστικά ρωμαϊκή αποικία με Ρωμαίους εποίκους, υπαγόμενη στη Βιθυνία.
Ήταν η πατρίδα του Διογένη. Ο Διογένης (412 π.Χ. – 323 π.Χ.), γνωστός και ως Διογένης ο Κυνικός ή Διογένης ο Σινωπεύς ή Διογένες ο Σινωπέας ήταν Έλληνας φιλόσοφος, και ένας από τους θεμελιωτές του κυνισμού.
— Αμισός
Η Αμισός ή Σαμισός ή Σαμψούντα) ήταν ο αμέσως μετά την Σινώπη ακμαιότερος Ελληνικός λιμένας στη νότια ακτή του Ευξείνου Πόντου, λίγα μίλια δυτικά των εκβολών του Λυκάστου. Αποικίστηκε αρχικά από Μιλησίους, στη συνέχεια παρήκμασε και αποικήθηκε εκ νέου από τους Αθηναίους πιθανώς στις αρχές του 4ου αι. π.Χ. και μετονομάστηκε Πειραιεύς. Στα χρόνια των βασιλέων του Πόντου επανήλθε το αρχαίο όνομα της πόλης
— Κοτύωρα ή Ορντου
Η Ορντού (Ordu), αναφερόμενη και με το ελληνικό όνομα ως Κοτύωρα, είναι πόλη της Μ. Ασίας που βρίσκεται στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας, δυτικά της Κερασούντας.
Ιδρύθηκε από τους κατοίκους της Σινώπης
Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα ήταν αποικία και φόρου υποτελής των Σινωπαίων, διατηρώντας όμως ιδία αρμοστεία. Κατά την Περσική κυριαρχία διατηρούσε την αυτονομία της όπως και όλες οι άλλες πόλεις της περιοχής αυτής. Με την ίδρυση του Βασιλείου του Πόντου, από τους Μιθριδάτες, υποτάχθηκε σ΄ αυτό.
Έγινε ιδιαιτέρως γνωστή από την κάθοδο των Μυρίων του Ξενοφώντα
Οι Μύριοι επί 45 ημέρες μετά από πολλές κακουχίες επιβιβάστηκαν σε πλοία και απέπλευσαν για Σινώπη και από εκεί επέστρεψαν στην Ελλάδα
— Κερασούντα
Η αρχαία Ελληνική πόλη Κερασοῦς) ήταν πόλη στα βόρειο – ανατολικά της Μ . Ασίας στις ακτές του Εύξεινου Πόντου
Η αρχική πόλη (Κερασούς) ιδρύθηκε στα τέλη του 6ου αι. π.Χ.,[1] από Έλληνες αποίκους από τη Σινώπη. Η θέση της βρισκόταν 110 χλμ ανατολικά της νέας Κερασούντας που ίδρυσε, περί το 180 π.Χ., ο βασιλιάς Φαρνάκης Α’, με βίαιη μετοικεσία κατοίκων των Κοτυώρων.
— Τραπεζούντα
H Σινώπη ίδρυσε το 756 π.X. την Tραπεζούντα –η οποία είναι αρχαιότερα πόλη της Ρώμης και της Κωνσταντινούπολης
Η πόλη της Τραπεζούντας κατοικήθηκε από την εποχή του σιδήρου με άγνωστη ονομασία
Η πόλη επανιδρύθηκε στην κλασική αρχαιότητα το 756 π.Χ. ως Τραπεζούς ( Τραπεζού ), από Μιλησιανούς εμπόρους από τη Σινώπη .
Ήταν μια από τις δέκα εμπορικές αποικίες κατά μήκος των ακτών της Μαύρης Θάλασσας της Σινώπης . Όπως τα περισσότερα ελληνικές αποικίες, η πόλη ήταν ένας μικρός θύλακας του Ελληνικού πολιτισμού και τρόπου ζωής
. Ως αποικία Τραπεζούντας αρχικά απέτισαν φόρο τιμής στη Σινώπη, αλλά κάποια στιγμή άλλαξαν το νόμισμα τους εκδίδοντας δικό τους από τον 4ο αιώνα π.Χ., Ο Μέγας Κύρος προσάρτησε την πόλη στην Περσική Αυτοκρατορία και ήταν πιθανώς ο πρώτος κυβερνήτης που ενοποίησε την περιοχή της Ανατολικής Μαύρης Θάλασσας σε μια ενιαία πολιτική οντότητα ( σατραπεία ).
Η Τραπεζούντα ήταν η πρώτη ελληνική πόλη που έφτασαν οι δέκα χιλιάδες ”Μύριοι” το 401 π.Χ. από την Περσία. .
Μέχρι τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου η πόλη παρέμεινε υπό την κυριαρχία των Αχαιμενιδών (Περσών ).
Στο 2ο π.Χ. αιώνα η πόλη με τα φυσικά λιμάνια της προστέθηκε στο Βασίλειο του Πόντου από το Φαρνάκη Α . Ο Μιθριδάτης Στ ‘ έφτιαξε στο λιμάνι του Πόντου, στην προσπάθειά του να απομακρύνει τους Ρωμαίους από την Μ. Ασία α.
Μετά την ήττα του Μιθριδάτη το 66 π.Χ., η πόλη παραδόθηκε για πρώτη φορά στους Γαλάτες, αλλά σύντομα επέστρεψε στον εγγονό του Μιθριδάτη και στη συνέχεια έγινε μέλος του νέου Βασιλείου του Πόντου. Το βασίλειο προσαρτήθηκε στη Ρωμαίους δύο αιώνες αργότερα .

ΑΙΓΥΠΤΟΣ & ΣΙΚΕΛΙΑ
— Ναύκρατις στην Αίγυπτο,
. Άλλη σημαντική αποικία των Μιλησίων ήταν η Ναύκρατις στην Αίγυπτο, αποικία που ίδρυσαν γύρω στο 630 π.Χ. όταν ο Φαραώ Απρίης παραχώρησε στους Μιλήσιους μία περιοχή στο Δέλτα του Νείλου για να ιδρύσουν εμπορική βάση.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, απεσταλμένοι από τις ελληνικές πόλεις – κράτη ίδρυσαν την πόλη Ναύκρατις ύστερα από πρόσκληση του φαραώ. Όλοι οι έμποροι της Μεσογείου που κατευθύνονταν στην Αίγυπτο για τις συναλλαγές τους –Ελληνες, Φοίνικες, Κύπριοι, Μεσανατολίτες- έπρεπε να περάσουν από την Ναύκρατι, διασχίζοντας πάνω από 40 μίλια στον ποταμό Νείλο, για να πουλήσουν λάδι και κρασί και να πληρώσουν τους φόρους. Ηταν κάτι σαν το σημερινό Χονγκ Κονγκ της Αιγύπτου. Φυσικά εκτός από υποχρεώσεις, η πόλη τους δελέαζε με τη διασκέδαση της εποχής: τις υπέροχες εταίρες -εκεί κατα γοητευτηκε ο Χάραξος, αδερφός της ποιήτριας Σαπφούς, από τη Ροδόπη την οποία εξαγόρασε για να της χαρίσει την ελευθερία.
Η πόλη φιλοξενούσε τον 6ο π.Χ. αιώνα 16.000 κατοίκους όντας πολιτισμική πόλη γεμάτη ναούς αφιερωμένους σε ελληνικές και αιγυπτιακές θεότητες: την Ήρα, την Αφροδίτη, τους Διόσκουρους, τη διπλή θεότητα Άμμων – Ρα. Υπήρχε ακόμη και ένα Πάνθεο, αφιερωμένο στις θεότητες των Ελλήνων
— Τείχος Μηλισιων
Το Μιλησίων τείχος υπήρξε αρχαία ελληνική πόλη στις όχθες του Νείλου της Αιγύπτου.
Η πόλη αυτή, η οποία αναφέρεται από τον Στράβωνα, ιδρύθηκε από Έλληνες το 664 π.Χ. Ο φαραώ Ψαμμήτιχος Α΄ συμμάχησε με τους Ίωνες και Κάρες θαλασσινούς, οι οποίοι την εποχή εκείνη καλά εξοπλισμένοι με χάλκινους χιτώνες και ικανοί θαλασσοπόροι λεηλατούσαν τον τόπο. Με την βοήθεια των Ελλήνων ο Ψαμμήτιχος πολέμησε εναντίον των υπόλοιπων ένδεκα συν ηγεμόνες της Αιγύπτου και αναδείχθηκε μόνος κύριος όλου του βασιλείου. Για ανταμοιβή τους παραχώρησε τόπο για να εγκατασταθούν αντικριστά στις όχθες του Νείλου. Μετά την απόπειρα εγκαταστάσεως, οι Μιλήσιοι έφτασαν με 300 πλοία στις ακτές της Αιγύπτου, προσόρμισαν στο Δέλτα του Νείλου και ίδρυσαν εμπορική πόλη. Ο Στράβων ονομάζει την πόλη αυτή «Μιλησίων Τείχος».
— Καλάκτα Σικελίας
Η Καλάκτα (ή Καλή Ακτή) είναι πόλη στη βόρεια ακτή της Σικελίας, στην επαρχία της Μεσσήνης, περίπου στο μέσον της διαδρομής μεταξύ Τινδαρίδος και Κεφαλοιδίου. Η πόλη ονομάζεται σήμερα Caronia .
Το όνομα «Καλή Ακτή» προήλθε από την ομορφιά της γειτονικής περιοχής. Ολόκληρη η λωρίδα ακτής μεταξύ των Ηραίων Ορέων και της θάλασσας ονομαζόταν από τους Έλληνες έποικους από την πρώιμη ήδη περίοδο «ἡ καλὴ Ἀκτή»
. Η ομορφιά και η γονιμότητά της είχε προσελκύσει την ιδιαίτερη προσοχή των Μεσσηνίων, οι οποίοι κατόπιν προσκάλεσαν τους Σάμιους και τους Μιλήσιους (μετά την άλωση της Μιλήτου από τους Πέρσες το 494 π.Χ.) να εγκατασταθούν σε αυτό το μέρος της σικελικής ακτής
. Τα γεγονότα, ωστόσο, έστρεψαν την προσοχή τους αλλού και τελικά κατέλαβαν την ίδια την Μεσσήνη. Το σχέδιο επανεκκίνησε αργότερα από τον Σικελό αρχηγό Δουκέτιο, ο οποίος, αφού οι Συρακούσιοι τον έδιωξαν από την Σικελία και τον εξόρισαν στην Κόρινθο, επέστρεψε επικεφαλής σώματος εποίκων από την Πελοπόννησο. Έχοντας αποκτήσει πολλή υποστήριξη από τους γειτονικούς Σικελούς, ειδικά από τον Αρχονίδη, δυνάστη της Χερβίτα, σύμφωνα με τον Διόδωρο Σικελιώτη ίδρυσε μια πόλη στην ακτή, η οποία ονομάστηκε Καλή Ακτή