Η πατρίδα πολλών κατοίκων του Βαθύλακκου Κοζάνης

Γράφει ο Σταύρος Π. Καπλάνογλου. Συγγραφέας -Ιστορικός ερευνητής

 

1. ΠΕΡΙΟΧΗ ΦΑΡΑΣΣΩΝ
Τα Φάρασα ήταν μια περιοχή της Νοτιοανατολικής Καππαδοκίας, ανάμεσα στις πανύψηλες κορφές και στο βαθύ φαράγγι που χωρίζει τον Ταύρο από τον Αντίταυρο1.
Σε αυτήν περιλαµβάνονταν χωριά και οικισµοί Ελληνικά, Τούρκικα, Αρµένικα, Φαρσάχικα (Κουρδικά), Τσερκέζικα, Τουρκοµάνικα και Περπέρικα (αλλαξοπίστων Αρµενίων)
Στην Καππαδοκική αυτή περιφέρεια, υπήρχε ένα κεντρικό κεφαλοχώρι η Βαρασός με άλλα πέντε Ελληνικά χωριά, το Αφσάρι, η Κίσκα (αρχαία Κισκισσός, ο Σατής ή το Σατί, το Τσουχούρι ή Τζουχούρι, και το Φκόσι ή το Γαρσαντής.
Υπήρχε δε και ένα ακόμη χωριό, το Ξουρδζάϊδι, νότια του Βαρασού,το οποίο διαλύθηκε το 1875 περίπου, όταν διαλύθηκε η δυναστεία των Κοζανογλαίων.
Μετά τη διάλυση της Κουρδικής δυναστείας του Κοζάν, η περιφέρεια των Φαράσων προσαρτήθηκε διοικητικά στο νομό των Αδάνων εκτός του Βαρασού που υπαγόταν στην Καισάρεια, αλλά εκκλησιαστικά όλα τα χωριά εξακολουθούσαν να υπάγονται στην Αρχιεπισκοπή Καισαρείας

2. ΤΟ ΚΕΦΑΛΟΧΩΡΙ ΒΑΡΑΣΣΟΣ
( Αρχαία Περασία η Κατσάβαλα ,Faraşa, Farasa, Fharasa, Pharasa, Varasos, Barasos, Bárassos, Peras, Farason, Varsak. σημερινη ονομασια Camlica )
Ο Βαρασσός Φαράσσων είναι το μεγαλύτερο χωριό των ομόγλωσσων χωριών των Φαράσσων Η γλώσσα που μιλούσαν ήταν ιδίωμα τοπικό προερχόμενο από την αρχαία Ελληνική.
Ήταν το κεντρικό κεφαλοχώρι µιας ευρείας περιφέρειας της Ν.Α. Καππαδοκίας που εκτείνονταν πάνω στις οροσειρές και τα υψίπεδα των Ταύρου και Αντίταυρου.
Από το κεφαλοχώρι αυτό του Βαρασού (Φάρασα) το οποίο αναφέρεται ως µεγάλη κωµόπολη ήδη κατά τον 17ο αιώνα στην µεγάλη Τουρκική Γεωγραφία Τζουχανιµά, πήρε και ολόκληρη αυτή η ευρεία περιφέρεια την ονοµασία της.

ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ
Βρίσκεται νοτιοανατολικά της Καππαδοκίας σε υψόμετρο 1500 μέτρων πάνω στον όρο Αντίταυρος.
Βρίσκεται 89 χλμ. km νότια της Καισάρειας και 103 χλμ βόρεια των Αδάνων
Το μέρος του χωριού ήταν χτισμένο πάνω σε ένα μεγάλο βράχο από ασβεστολιθικό πέτρωμα, το οποίο προφανώς προκάλεσε και τη διαίρεση του σε δύο μαχαλάδες, τον πάνω και τον κάτω. Στο υψηλότερο σημείο του βράχου υπάρχει ένα φρούριο.

ΤΟ ΌΝΟΜΑ
Αρχαία Περασία η Κατσάβαλα ,Faraşa, Farasa, Fharasa, Pharasa, Varasos, Barasos, Bárassos, Peras, Farason, Varsak. σημερινή ονομασία Camlica
— Αρχαία Περασία η Φερασία ή Κατσάβαλα
Κατα την άποψη του αρχαίου γεωγράφου Στράβωνα στην θέση που βρισκόταν τα Φάρασα υπήρχε η αρχαία πόλη Περασία η Κατσάβαλα ,
Ο Στράβων τοποθετεί εδώ την αρχαία Περασία η Κατσάβαλα ενώ στην περιοχή αναφέρονται και 2 άλλες αρχαίες πόλεις η Μόψου Εστία και η Μόψου κρήνη
Η λέξη Περασιά προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη περώ που έδωσε την λέξη περνώ παράγωγο της οποίας είναι και η περασιά που είναι το μέρος απ’ όπου μπορεί να περάσει κανείς , και βεβαίως σημαίνει και πέρασμα ,δίοδο πέραμα ,κ.α,
— Φάρασα ή Βαρασσό
Η ονομασία του οικισμού εκτός από το Βαρασσός και Φάρασσα είχε και διάφορες παραλλαγές στο πέρασμα των αιώνων οπως :
Faraşa, Farasa, Fharasa, Pharasa, Varasos, Barasos, Bárassos, Peras, Farason, Varsak.
Υπάρχουν δυο απόψεις για την προέλευση του ονόματος
1.Είναι παραφθορά του αρχαίου ονόματος
Κατ’ το όνομα το πήρε από έναν αρχαίο ναό της Περασίας η Φερασία στα ερείπια αργότερα οι Χριστιανοί έκτισαν τον ναό του Αγίου Κωνσταντίνου.
2.Τα Φάρασσα ή Βαρασσός ονομάστηκε από ένα ναό που είχε παλαιότερα των Αγίων Ιωνά και Βαραγησίου οι οποίοι μαρτύρησαν εδώ το 330 μ.Χ.
3.Το όνομα Βάρασσος το πήρε από τους πολλοίς απόκρημνους βράχους που ήταν χτισμένος ο οικισμός Βράχος στην Φαρασσιότικη διάλεκτο λέγετε Βράσσος
Εξ’ αλλού και στην γειτονική Ελληνική διάλεκτο που μιλούν στον Πόντο Φάραγξα είναι ένα μέρος απόκρημνο και ο κρημνός και προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη φάραγξ
4.Υπάρχει και μια ακόμη ερμηνεία για την προέλευση αυτής της λέξης
Τα Φάρασσα είχαν στην αρχαιότητα πόλη με το όνομα Πάρτσα που βρίσκεται στο σημείο που τελειώνει η Μικρά Ασία και συνεχίζει η υπόλοιπη Μεγάλη Ασία από αυτή την πόλη προέκυψε το όνομα Φάρασσα.
Στην Φαρασσίοτικη διάλεκτο το γραμμα Π προφέρεται Φ η Πάρσα έγινε Φάρσα και έτσι το χωρίο στην καθημερινή επικοινωνία κατέληξε Φάρασσα
— Çamlıca (Τσάμλιτζα)
Είναι η σημερινή ονομασία στα Τουρκικά. Ριζα του ονόματος είναι Cam που σημαίνει πεύκο

ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΟ 1922
Ήταν μια κωμόπολη με αμιγώς Ελληνικό πληθυσμό.
Τον 17ο αιώνα είχε 800 οικογένειες δηλαδή περίπου 4000 κατοίκους.
Στο τέλος του 18ου αιώνα είχε 700 οικογένειες Ελλήνων Χριστιανών και μία οικογένεια Τούρκων.
Τα Φάρασα σύμφωνα με το κατάστιχο της Μονής Ιωάννου Προδρόμου, το έτος 1861 είχε 150 οικογένειες που προσέφεραν για τη συντήρηση της Μονής από 3 γρόσια το χρόνο
Στην τελευταία χρονιά πριν την ανταλλαγή είχαν καταγράφει 400 οικογένειες περίπου 1400 άτομα.
Ενώ κατά τον ξεριζωμό στην Ελλάδα ήρθαν 650 οικογένειες .
— Συνοικίες
Τα Φάρασα είχαν δυο συνοικίες , του «πάνω μαχαλά» και του «κάτω μαχαλα » .
Οι περισσότεροι του πάνω μηχαλά ήταν εσωτερικοί μετανάστες από το Ξουρδτζάιδι. Οι δυο κοινότητες δεν είχαν πάντοτε αγαθές σχέσεις.
— Τόποι μετανάστευσης
Το 1878 έκλεισαν τα μεταλλεία που υπήρχαν στα Φαρασα .
Τότε αρκετοί κάτοικοι έφυγαν , είτε νοτιά στο Φκόσι είτε βόρεια στο Αφσάρ, τις οποίες μπορούμε να τα θεωρήσουμε σαν αποικίες των Φαρασινών.
Τα χωρία – αποικίες ήταν :
Το Αφσάρι (Afşar) με 350 κάτοικους,
Το Τσουχάρι (Çukuryurt), που βρίσκονταν Β.Α. των Φαράσων προς την πλευρά της Καισάρειας με 485,
Η Σάτης (Sattı) με 200
Η Κίσκα (αρχαία Κισκισός) -), με 700, και
το Φκόσι η Γαρσαντής. (Karsantı),προς την πλευρά των Αδάνων
Δεν υπήρχαν Τούρκοι στα Φαρασιώτικα χωριά, παρά μόνο ένας ή δυο φύλακες για να τους προστατεύουν από τους τσέτες. .
Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι τα Φάρασα δεν ήταν απλό ένα χωριό , αλλά μία περιφέρεια.

ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Βαρασός αναγάγει την αρχή του στα προχριστιανικά χρόνια και πρέπει ο αρχαίος οικισμός να ήταν μέσα στον χώρο του κάστρου Γαλάς και γύρω απ’ αυτό.
Το χωριό του Βαρασού είναι κτισμένο στο βάθος μιας μεγάλης και βαθιάς χαράδρας που χωρίζει τον Ταύρο από τον Αντίταυρο, πάνω στη ράχη και τις πλαγιές λοφίσκου, η νότια άκρη του δεξιά καταλήγει σε δύο απόκρημνους και απότομους βράχους που οι ρίζες τους αποτελούν μέρος της όχθης. του ποταμού Ζαμάντη.
Τα βράχια και τα βουνά ολόγυρα από την βαθιά αυτή χαράδρα είναι απόκρημνα αφήνοντας μόνο έξη σημεία εισόδου, έτσι ώστε το μέρος να αποτελεί φυσικό οχυρό και ασφαλές καταφύγιο στις διάφορες επιδρομές.
Πάνω στον αριστερό βράχο και στην άκρη του που ήταν προς το ποτάμι ήταν κτισμένος ο «Γαλάς» (κάστρο) του χωριού.
Κατά τη Φαρασιώτικη παράδοση, σε άγνωστη χρονική εποχή μουσουλμάνοι επιδρομείς Άραβες ή Τούρκοι με αρχηγό κάποιον Γήραλη κυρίευσαν την περιοχή.
Τότε όσοι από τους κατοίκους πρόλαβαν κρύφτηκαν στα δάση και τις σπηλιές των γύρω βουνών για να γλιτώσουν, οι υπόλοιποι είτε σφαγιάστηκαν, είτε πάρθηκαν σκλάβοι, ενώ οι κατακτητές γκρέμισαν τα χωριά και τους οικισμούς, τους ναούς και τα μοναστήρια και φυσικά και τα κάστρα που αποτελούσαν. το καταφύγιο των κατοίκων και προστάτευαν την περιοχή.
Όσοι από τους κατοίκους γλίτωσαν μαζί με αυτούς από τα υπόλοιπα χωριά αλλά και άλλους προερχόμενους από γειτονικές περιοχές και τη νοτιότερη Κιλικία, μετά το πέρασμα του κινδύνου μαζεύτηκαν και ξαναέχτισαν τον Βαρασό εγκαταλείποντας τις προηγούμενες εστίες τους.
Η επιλογή του συγκεκριμένου χώρου έγινε λόγω του δυσπρόσιτου και φυσικού οχυρού του τόπου με τις ελάχιστες ελεγχόμενες διαβάσεις προς αυτόν.
Το χτίσιμο του νέου οικισμού έγινε στον χώρο κάτω από το παλαιό κεντρικό κάστρο και πάνω στις γκρεμισμένες εξωτερικές ζώνες του και έξω απ’ αυτές, κόβοντας το «πιτένι» (πευκοδάσος) που βρισκόταν ολόγυρα.
Μάλιστα κατά την παράδοση αρκετά σπίτια είχαν στύλους από αυτά τα πεύκα μαζί με τις ρίζες τους έως και την Ανταλλαγή.
Σύμφωνα με μαρτυρίες φαίνεται ότι οι ντόπιοι κάτοικοι πρέπει να έχουν τα σπίτια τους στον «Κάτου Μεχά» (Κάτω μαχαλά) που είναι κάτω και γύρω από το παλιό κάστρο και αυτοί που ήρθαν αργότερα από τα άλλα χωριά και οικισμούς έχτισαν τα σπίτια τους στον «Πάνου. Μεχά» (Πάνω μαχαλά)
Τα Φάρασα εθεωρούντο τόπος εξορίας όχι μόνο για τούς λοιπούς Μικρασιάτες, αλλά και για τους ίδιους Καππαδόκες των άλλων περιοχών.
Χαρακτη ριστική η ρήση των κατοίκων της Αξού. Όταν ήθελαν να απειλήσουν κάποιον έλεγαν: στα Φάρασα θα σε κάνω εξορία
Τα Φάρασα ήταν το μοναδικό Ελληνόφωνο Χριστιανικό χωριό στο κέντρο, περιτριγυρισμένο από δεκάδα τουρκικά.
Σε μερικά από αυτά τα χωριά κατοικούσαν «Ντονμέδες».
Πρώην Χριστιανοί που άλλαξαν πίστη, όχι ακριβώς με τη θέλησή τους αλλά από πίεση, για να μπορέσουν να επιβιώσουν.
Σε ένα άκρο εχθρικό περιβάλλον, κυρίως μετά την ελληνική επανάσταση του 1821, αυτοί οι πρώην Χριστιανοί αναγκάστηκαν να δεχτούν τον Ισλαμισμό.
Το στίγμα «ντο- νμέ» (dönme: γυρισμένος) συνήθως ακολουθούσε δυο τρεις γενεές την οικογένεια.
Κάτι που προσπαθούσαν όλοι να κρύψουν από τους Τούρκους (από φόβο) και από τους Χριστιανούς (από ντροπή) ώσπου να ξεχαστεί το γεγονός.
Αρκετοί διατηρούσαν μερικές παλιές χριστιανικές συνήθειες.
H νοικοκυρά όταν ζύμωνε πριν αφήσει το ζυμάρι για να φουσκώσει, το σταύρωνε με το χέρι.
Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί τους διέκριναν από τους εξωμότες.
Οι Ντονμέδες προσπαθούσαν να κρύψουν τον εξισλαμισμό τους, ενώ οι εξωμότες συνήθως διατυ- μπάνιζαν την αλλαξοπιστία τους για να φαίνονται πιστοί και αρεστοί στους άρχοντες. Ντονμέδες Μουσουλμάνους Ελληνόφωνους, είχαμε στη Δυτική Μακεδονία, στα χωριά των Γρεβενών και του Βοΐου (Βαλαάδες ).
Το 1923 ως «Ανταλλάξιμοι» πήγαν στην Τουρκία.

ΘΡΗΣΚΕΙΑ
Εκκλησιαστικά η περιοχή υπάγονταν στη μητρόπολη Καισάρειας
–Εκκλησίες
Ο Μητροπολιτικός Ναός των Φαράσων ήταν αφιερωμένος στους Αγίους Ιωνά και Βαραχήσιο.
Ο Ιερός Ναός των Αγίων Βαραχησίου & Ιωνά και η γύρω περιοχή στον Βαρασό ο τελευταίος Ιερέας του Ναού ήταν ο Άγιος Αρσένιος.
— Αγίων Οσιομαρτύρων Ιωνά και Βαραχησίου
Στην Περσία, όταν ήταν άρχοντας και ηγεμόνας της χώρας ο Σαβώριος και στη διάρκεια του 18ου έτους της βασιλείας του, κήρυξε διωγμό εναντίον των χριστιανών
Οι Άγιοι Ιωνάς και Βαραχήσιος ήταν ασκητές και μαρτύρησαν περίπου το 330 μ.Χ., κατά την διάρκεια της βασιλιάς του ,ενω
βασιλιας των Βυζαντινών ηταν ο Μέγας Κωνσταντίνος
. Τον καιρό του διωγμού των χριστιανών, βρέθηκαν στην Περσική χώρα και σε κάποια μικρή πόλη που λεγόταν Ιασά δύο αδέλφια, που ονομάζονταν Βαραχήσιος και Ιωνάς αντίστοιχα. .
Αυτοί λοιπόν οι αδελφοί, σαν άκουσαν για το διωγμό των χριστιανών, άφησαν το μοναστήρι τους όπου μόναζαν και βάδισαν για τον τόπο εκείνο, όπου οι βασάνιζαν σκληρά .
Όταν αυτοί οι δύο μοναχοί έφτασαν στην κωμόπολη Βαρδιαβώχ, εισήλθαν στη φυλακή όπου όλοι οι χριστιανοί ήταν φυλακισμένοι για την πίστη τους, υποβλήθηκαν ευγενικά στους δεσμοφύλακες και τους παρακάλεσαν να τους αφήσουν να μπουν στο κελί που ανακρίνονταν οι χριστιανοί. με τα ονοματα Ζανιθάς, Λάζαρος, Μαρουθά, Ναρσή, Ηλίας, Μάρη, Άβίβο, Σιμιάθης και Σάβα (ή Σώβα) και τους ενθάρρυναν στο μαρτύριο.
Με την άδειά του μπήκαν οι δυο τους στο δεσμωτήριο, όπου συνάντησαν εννέα άντρες που δικάζονταν, επειδή αντιστέκονταν στο διάταγμα του βασιλιά Σαβωρίου.
Βλέποντας οι άγιοι Ιωνάς και Βαραχήσιος τους έγκλειστους άντρες στενοχωρημένους (και σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση), όπως ήταν φυσικό, τους ασπάστηκαν κι άρχισαν να τους παρηγορούν και να τους εμψυχώνουν με τα λόγια:
«Τίποτε δεν φοβόμαστε, αδέλφια και πατέρες, αλλά στο όνομα. του Κυρίου που σταυρώθηκε για να αγωνιστούμε, προκειμένου να κατακτήσουμε το αμάραντο στεφάνι (της δόξας), όπως οι πατέρες μας και οι μάρτυρες – αθλητές έκαναν».
Οι ίδιοι πάλι αυτοί φυλακισμένοι μάρτυρες, με την ξαφνική κι ευεργετική παρουσία (στο κελλί τους) των αγίων Ιωνά και Βαραχησίου αναθάρρεψαν κι έγιναν πιο πρόθυμοι να μαρτυρήσουν για τον Χριστό.
Έλεγαν μάλιστα μεταξύ τους τα ίδια και περισσότερα ακόμη απ’ όσα τους παραινούσαν οι ανωτέρω άγιοι και για να μη μακρηγορώ, ενίσχυαν ο ένας τον άλλον και με αυτόν τον τρόπο αλείφονταν μεταξύ τους με το λάδι της θείας χάριτος (σαν τους παλαιστές που αλείφονται με λάδι. πριν από τον αγώνα τους), ώστε να υπομένουν τα βασανιστήρια και να συνεχίζουν μέχρι τ Αφού λοιπόν μαρτύρησαν αυτοί οι εννέα άντρες αμέσως μετά το θάνατό τους κάποιοι κατήγγειλαν τον άγιο Ιωνά και τον άγιο Βαραχήσιο τους συνέλαβαν και βρήκαν μαρτυρικό θάνατο,
— Απολυτίκιον
*Eις τον Iωνάν.
Ἔχεις Ἰωνᾶν καὶ σύ, γῆ, πάντως μέγαν, Κατ’ οὐδὲν ἐνδέοντα τοῦ θαλαττίου.
*Eις τον Bαραχήσιον.
Διψῶν Βαραχήσιος Ἀθλητῶν τέλους, Χανδὸν ζεούσης ἐκπίνει πίσσης σκύφον.
–Εκκλησία της Παναγιάς:
Κοντά στο χωριό Β Ανατολικά ήταν «’ς Παναγίας το κάτζι».
Ένας βράχος όπου υπήρχε σκαλιστή σπηλιά
«…από το βατό δρόμο στα 20 και πλέον μέτρα, που τα κάλυπταν πέτρινα σκαλιά, κολλημένα στο βράχο …
Το άνοιγμα του στομίου της είχε ύψος 15 και μήκος 20 μέτρων, ενώ το μέσο βάθος έφτανε τα 30 μέτρα…
Το δάπεδο ήταν 400 – 500 τ. μ. και για να ισοπεδωθεί είχε τοίχωμα στο άνοιγ- μα, πάνω στο οποίο είχαν στηρίξει σανίδωμα.
Ο Ναός ήτο στο βάθος δεξιά, και αριστερά του είχε την στέρνα του αγιάσματος… Δεξιά, στο τοίχωμα του βράχου, ήσαν τα κελιά 3 – 4 και στην άκρη ήτο το μέρος που έσφαζαν τα ταγμένα ζώα.
Το 15 Αύγουστο που γιόρταζε η Παναγιά, μαζεύονταν Χριστιανοί από όλα τα Φαρασιώτικα χωριά, αλλά και Αρμένιοι και Τούρκοι, κουβαλώντας τα τάματα. Είχαν τη συνήθεια να ρίξουν στα άγια μικρά κέρματα καθώς και κοσμή- ματα – «τάματα».
Μετά τη Θεία Λειτουργία άρχιζαν οι χοροί και τα τραγούδια αφιερωμένα ειδικά στην «Παναγιά τη Σουλτάνα».
— Μονή της Θεοτόκου
Σε απόσταση 2,5 – 3 ώρες και Ανατολικά του χωριού υπήρχε η τοποθεσία «ο Άγιος» ή «Μανάγιο», σε υψόμετρο 500 μ. στην αριστερή όχθη του Ζαμάντη ποταμού.
Εκεί ήταν η παλιά Μονή της Θεοτόκου που οι Φαρασιώτες την έλεγαν «Μοναστήρι της Παναϊας ή Σαχ – Μούρη» ( ενδεχομενα από το Περσικό Σαχ Μαρία;).
Ο Ιερός Ναός, σταυροειδούς σχήματος, ήταν τρισυπόστατος αφιερωμένος στο μέσον επ’ ονόματι της Θεοτόκου, στα δεξιά στο όνομα των Αρχαγγέλων, «Ε Στράτεχος», και αριστερά στον Αϊ Βασίλη.
*–Παρεκκλήσι Αγιά Βαρβάρα
Πίσω από το Μοναστήρι υπήρχε παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας.
*–Το Άγιασμα Μπροστά από το παρεκκλήσι υπήρχε πηγή της οποίας το νερό θεωρούσαν αγίασμα.
Κατά την παράδοση, ένας Φαρασιώτης οραματίστηκε την ύπαρξη του ναού το 1774.
Ανακαινίστηκε από τον Μητροπολίτη Καισαρείας Γρηγόριο τον Αθηναίο.
— Εκκλησιά «Τα Μακρά η Παναϊα» στην «Πάνου Άνα».
Η Τρίτη Εκκλησία της Παναγιάς ήταν «Τα Μακρά η Παναϊα» στην «Πάνου Άνα».
*-Παρεκκλησια Αγ. Προδρόμου και το άλλο του Πρωτομάρτυρα Στεφάνου.
Κοντά στον όχτο του Ζαμάντη ποταμού (Ονοπνίκτη) υπάρχουν δυο
παρεκκλήσια το ένα του Αγ. Προδρόμου και το άλλο του Πρωτομάρτυρα Στεφάνου.
*- Μονή της Παναγίας
Στην άλλη όχθη του ποταμού ήταν η Μονή της Παναγίας όπου μόναζε ο
Ιερομό ναχος Δωρόθεος ο επονομαζόμενος «Βαραχήσιοςπολίτης», ο οποίος έγραψε την «Ακολουθία» των Αγίων Ιωνά και Βαραχησίου, και μετέφρασε το «Κυριακοδρό ένα» και το Ευαγγέλιο στη Φαρασιώτικη διάλεκτο.
Μια κλίμακα σκαλισμένη στο βράχο οδηγεί σε σπηλιά από την οποία βγαίνει αγίασμα.
*- Παρεκκλήσι της Αγ. Παρασκευής. Πιο κάτω στο δρόμο υπήρχε παρεκκλήσιο της Αγ. Παρασκευής.
*– Η σπηλιά του Αγίου Βασιλείου
Στο βάθος της φάραγγας του Ζαμάντη ποταμού είναι σπήλαιο του Αγ. Βασιλείου όπου πήγαιναν την παραμονή της γιορτής με τραγούδια χορούς και τουφεκιές οι Φαρασιώτες για να προσκυνήσουν.
–* Εκκλησία της Αϊ Άννας και η εκκλησία της Παναγίας
Στην κορυφή του βουνού η εκκλησία της Αϊ Άννας και η εκκλησία της Παναγίας, μεγάλες εκκλησίες χτισμένες από την εποχή των Βυζαντινών.
*- Παρεκκλήσι του Ιωάννου Χρυσοστόμου. Στην αριστερή όχθη του ποταμού υπάρχει σπήλαιο στο βράχο με την παρέκκλιση του Ιωάννου Χρυσοστόμου. Λίγα βήματα πιο πέρα, κάτω από το βουνό Καβάρι κάτζι, υπάρχει μαγαράς (σπηλιά) 100 μέτρα βάθος από όπου βγαίνει νερό με ορμή. Άλλοτε πάλι στερεύει η πηγή και ξανάρχεται κατά διαστήματα

ΠΑΙΔΕΙΑ
Ως τα μέσα του 18ου αι., οργανωμένο σχολείο δεν υπήρχε στα Φάρασα.
Ο Εφημέριος του χωριού, αν κατείχε μερικά κολλυβογράμματα, το «οχτωήχι» και το «ψαλτήρι», προσπαθούσε εκ των ενόντων να τα «διδάξει» στα παιδιά που κατόπι κανοναρχούσαν στην εκκλησία. 590
Ο Κάλφογλους σημειώνει πως στα τέλη του 18ου αι. δεν υπήρχε κανονικό σχολείο στα Φάρασα.
Ο Μητροπολίτης Καισαρείας Παΐσιο Β΄ γράφει ότι δεν υπήρχε σχολείο αλλά κι αν υπήρχε ένα υποτυπώδες σχολείο, το πολύ να μάθαινε το Αλφάβητο και το Οχτωήχι για να γινόταν παπάς .
Από το 1900 έως το 1912 παρατηρήθηκε μια «άνθηση γραμμάτων» στα Φάρασα. Σ’ αυτό το διάστημα ήλθαν δάσκαλοι και από άλλες περιοχές.
Ως και Ιδιωτικό Σχολείο λειτούργησε αυτή την περίοδο αυτή το σχολείο του Χρυσοστόμου Βαφίδου.
Αρχικά λειτούργησε με ένα δάσκαλο που ήρθε από την Καισαρεία και μετά ήλθαν άλλοι δύο Δάσκαλοι που διδάσκουν τα Ελληνικά.
Με τους Βαλκανικούς πολέμους για δυο τρία χρόνια τα Φάρασα έμειναν χωρίς δασκάλους.
Το 1914 επιδιορθώθηκε το παλιό διδακτήριο. ένας Φαραοσιώτης που έμενε στη Σμύρνη, όταν αρρώστησε ο πατέρας του, «έταξε» Σχολείο στους Προστάτες Αγίου Ιωνά και Βαραχίσιο.
Πραγματικά, όταν έγινε καλά ο άρρωστος, έστειλε χρήματα να χτιστεί το σχολείο. Αρχιμάστορας ήταν ο Αναστάσιος Σαλμάνης, πέτρες έφεραν από το Γαλά (κάστρο).
Οι τελευταίοι δάσκαλοι πριν την ανταλλαγή, ήταν ο Κοσμάς από το Κορμπούν (χωριό κοντά στην Καισάρεια) και ο Ιβαννάκης από το Ζιντζίδερε. είχαν φοιτήσει και οι δύο στη Μονή Αγίου Προδρόμου Ζιντζίδερε .
Δίδασκαν Γυμναστική, Γραμματική, Αριθμητική, Ιερά Ιστορία και εξηγούσαν και το Ευαγγέλιο.
Από τότε που επεκράτησαν οι Νεότουρκοι στην εξουσία, καθιερώθηκε ως υποχρεωτική και η τουρκική γλώσσα στα σχο- λεία των αλλοεθνών.
— Η γλώσσα
Στην περιοχή των Φαρασσών μιλούσαν μια ξεχωριστή διάλεκτο που περιειχε ελάχιστες Τούρκικες λέξεις οι οποίες μάλιστα προστεθήκαν στο λεξιλόγιό τους στα μέσα του 19ου αιώνα.
Η Φαρασίωτικη διάλεκτος έχει βάση τα αρχαία Ελληνικά.
Ένα τοπικό γλωσσικό ιδίωμα, το οποίο ήταν ανάμικτο κυρίως αρχαίας Ελληνικής , νεοελληνικής γλώσσας αλλά και Τούρκικης ,ομοιότητες με την Κυπριακη Ελληνικη διάλεκτο.
Οι ίδιοι οι Φαρασίωτες την ονόμαζαν «ρωμάκα» η ρούμικα που παραπέμπει στη λέξη που ακόμη οι Τούρκοι που αναφέρονται σε Έλληνες δηλαδή «ρουμ»
Όμως τα θρησκευτικά τους τραγούδια ήταν στη Βυζαντινή γλώσσα.
Τα ομόγλωσσα χωριά ήταν ο Βαρασσός, η Κίσκα, το Σατί το Πές Καρτάς, ο Χοντζάς, το Ταστζή, ο Ουρουμτσές, ο Γαρασαντής, το Αφσάρι, το Ξουρτσαϊδι, το Παχτσετσίκ.

ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ
–Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, γεννήθηκε στην Αντιόχεια Συρίας, το 349 και έφυγε απο την ζωή στα Κόμανα Πόντου, το 407 μ. Χ. ηταν γνωστός και ως Ιωάννης της Αντιόχειας, ήταν Έλληνας, Αντιοχέας ρήτορας, συγγραφέας, Πατέρας και ιεράρχης της Ορθοδόξου Εκκλησίας αναγνωρισμένος ως Άγιος. Εξορίσθηκε στα Φάρασα το 404 μ.Χ.
— Άγιος Παΐσιος Β’ Μητροπολίτης Καισαρείας
Ο Άγιος Παΐσιος Β’ Μητροπολίτης Καισαρείας .
κατά κόσμον Πέτρος, γεννήθηκε το 1777 μ.Χ. στα Φάρασσα .
Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε από το ευαγγέλιο ,τον οχτάιχο και το ψαλτιρι.
Οι γονείς τον έστειλαν στην θεολογική σχολή της Πόλης όπου σπούδασε 6 χρονια και στα 18 του χρόνια έγινε μοναχός στο Μοναστήρι Ζινζη Τερε στο Φλαβιανα.
Σε 2 χρονιά έγινε ηγούμενος της μονής, θέση στην οποία υπηρέτησε από το 1804 έως το 1832
Οντάς ηγούμενος την εποχή της επανάσταση του 1821 στην Μητροπολιτική Ελλάδα αντιμετώπισε προβλήματα όπως και όλοι οι ομοεθνείς τους οποίους βοήθησε ρίχνοντας βάρος και στην Ελληνική παιδεία, ιδρύοντας μάλιστα την μεγάλη σχολή του Ζίτζη Τερέ.
Το 1832 έγινε Μητροπολίτης Καισαρείας οποί υπηρέτησε από το 1832 έως το 1871εργασθηκε με ζήλο ,προστάτεψε το χριστιανικό ποίμνιο του εκμεταλλευόμενος και σεβασμό που ενέπνευσε στους Τούρκους συμπολίτες του
Στην γενέτειρα του την Βαρασσο έχτισε την εκκλησιά των οσιων Μαρτύρων Ιωνά και Βαραχισείου
Ο Μητροπολίτης Παίσιος έφυγε από την ζωή σε ηλικία 95 ετών το 1871 και τάφηκε στον Μητροπολιτικό να του Άγιου Νικολάου στην Καισάρεια .
–Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης
Το 1840 ο άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης , νονός του Αγίου Παϊσίου.
Ηγήθηκε των Φαρασινών κατά τον ξερίζωμα το 1924 και πέθανε στην Κέρκυρα τον ίδιο χρόνο
— Ο σύγχρονος Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης.
Το 1924 μόλις μία εβδομάδα πριν τον ξεριζωμό γεννήθηκε ο σύγχρονος Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης. Ο πατέρας του Λουκά με άλλες 28 οικογένειες εγκαταστάθηκαν στην Κόνιτσα
Μάλιστα βαπτίστηκε από τον Όσιο Αρσένιο τον Καπαδόκη που του έδωσε το όνομα και ήταν ο ιερέας στα Φάρασα

ΤΟΠΟΙ ΕΓΚΑΤΣΤΑΣΗΣ
Από τα Φάρασα ήρθαν στην Ελλάδα 655 οικογένειες. Με περίπου 4-5 άτομα Μ.Ο. ανά οικογένεια μπορούμε να πούμε ότι ήρθαν περίπου 3000 άτομα από αυτή την κοινωνία της Καισάρειας
— Τόποι εγκατάστασης στην Ελλάδα
Οι πρόσφυγες αυτοί εγκαταστάθηκαν σε 36 χωριά 11 νομών 344 Οικογένειες στο νομό Δράμας 210 Νομό Πέλλας 40 Νομό Ημαθίας 30 Νομό Ιωάννηνων 30 Συνολικά στους νομούς Έβρου, Εύβοιας, Θεσσαλονίκης, Καβάλας , Κοζάνης, (Βαθυλάκο ) Κιλκίς, και Σερρών Οι 6 μεγαλύτερες έγιναν στους παρακάτω οικισμούς 1. Μυλότοπος Πέλλας 188 οικογένειες 2. Φαρασινόν Δράμας 72 οικογένειες 3. Πευκόλοφος Δράμας 58 οικογένειες 4. Θερμιά Δράμας 56 οικογένειες 5. Πλατύ Ημαθίας 40 οικογένειες 6. Μαυρολεύκη Δράμας 37 οικογένειες

ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ
Το χωριό κατοικούσε από την αρχαιότητα και οι πρώτοι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν εδώ λόγω των μεταλλίων σιδήρου.
Τα μεταλλεία όμως έκλεισαν το 1878 εξαιτίας του Ρωσοτουρκικού πολέμου.
Τότε αρκετοί κάτοικοι μετακινήθηκαν, είτε νότια στο Φκόσι είτε βόρεια στο Αφσάρ, τα οποία μπορούμε να θεωρήσουμε ως αποικίες των Φαρασινών.

ΣΗΜΕΡΑ
Η Camlica, Yahyali είναι ένας οικισμός της Καισαρείας που παλαιοτέρα γνωστή ως Faraşa . με αμιγή Ελλάνικο πληθυσμό στις αρχές του 20ου αιώνα. μετά την ανταλλαγή ι Θεσσαλονικείς μετανάστες εγκαταστάθηκαν μαζι με Τουρκμένους , που κατάγονταν από τα γύρω χωριά Το όνομα της γειτονιάς άλλαξε τη δεκαετία του 1970.
Το 2012 είχε 411 κάτοικους

Υ. Γ.
Σε επόμενες δημοσιεύσεις θα υπάρχουν πληροφορίες για το
το Αφσάρι, την Κίσκα (αρχαία Κισκισσός, το Σατής ή το Σατί, το Τσουχούρι ή Τζουχούρι, και το Φκόσι ή ο Γαρσαντής.