Το σπήλαιο βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της πόλης στο 2ο χλμ της παραλίμνιας οδού Σουγγαρίδη και λίγο πριν από την Μονή της Παναγίας Μαυριώτισσας. Η είσοδος απέχει περίπου 20 μέτρα από τις όχθες της λίμνης και 14 μέτρα από τον δρόμο.

Η ύπαρξη του σπηλαίου δεν φαίνεται να ήταν γνωστή έως τα νεώτερα χρόνια. Στις γραπτές μαρτυρίες της εποχής της τουρκοκρατίας δεν υπάρχει καμία αναφορά στο σπήλαιο, αλλά ούτε και στις παλαιότερες ιστορικές μαρτυρίες. Πιθανολογείται ότι ή είσοδος του σπηλαίου μέχρι κάποια εποχή δεν ήταν ορατή λόγω προσχώσεων, αλλά και λόγω ότι η παραλίμνια διαδρομή ήταν δύσβατη και προσπελάσιμη μόνο από την λίμνη.

Καστοριανοί ερασιτέχνες εξερευνητές, άνθρωποι με περιβαλλοντικές ευαισθησίες στην δεκαετία του ‘40, την εποχή που διανοίχθηκε και ο παραλίμνιος δρόμος από τον στρατηγό Σουγγαρίδη, ήταν οι πρώτοι που ανακάλυψαν και περιέγραψαν το απαράμιλλης ομορφιάς σπήλαιο και έριξαν την πρώτη ιδέα για την αξιοποίησή του. Την εποχή αυτή καταγράφεται και ο μύθος γύρω από τον «Δράκο» της σπηλιάς απ’όπου και το όνομά της.

Χαρακτηριστικά

Ο επισκέπτης μέσα από μία διαδρομή 300 μέτρων μπορεί να θαυμάσει έναν εντυπωσιακό πλούτο από σταλακτίτες και σταλαγμίτες. Στο εσωτερικό του υπάρχουν μεγάλα χερσαία και λιμναία τμήματα με εντυπωσιακό σταλακτικό διάκοσμο καθώς περιλαμβάνει 7 υπόγειες λίμνες, 10 αίθουσες και 5 διαδρόμους – σήραγγες. Η μεγαλύτερη αίθουσα του σπηλαίου έχει διαστάσεις 45×17 μέτρα με το κεντρικό της τμήμα υπερυψωμένο και τις πλευρές της να καταλήγουν σε λίμνες. Η μεγάλη λίμνη του σπηλαίου που είναι και η βαθύτερη βρίσκεται δυτικά. Η θερμοκρασία εντός του Σπηλαίου είναι σταθερή όλες τις εποχές στους 16-18οc, ενώ η υγρασία φτάνει στο 90%.

Ευρήματα

Στο εσωτερικό του σπηλαίου του Δράκου εντοπίστηκαν παλαιοντολογικά κατάλοιπα, με κυριότερα τα οστά σπηλαίας άρκτου ή αρκούδας των σπηλαίων (Ursus Speleaus). Το είδος αυτό έζησε στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του Πλειστόκαινου και εξαφανίστηκε πριν από περίπου 10.000 χρόνια. Το όνομά της οφείλεται στο γεγονός ότι τα απολιθωμένα λείψανά της εντοπίζονται σχεδόν αποκλειστικά μέσα σε σπήλαια, όπου προφανώς διέμενε για περισσότερο χρονικό διάστημα, σε αντίθεση με την καφέ αρκούδα η οποία χρησιμοποιούσε τα σπήλαια μόνο κατά την διάρκεια της χειμερίας νάρκης. Υπολογίζεται ότι το βάρος των αρσενικών ζώων έφτανε τα 400-500 κιλά και των θηλυκών τα 200-250 κιλά. Ήταν κατά βάση φυτοφάγο και περιστασιακά σαρκοφάγο ζώο.

Ιστορικό Αξιοποίησης

Η Καστοριά οφείλει πολλά στους συμπολίτες της Νίκο Πιστικό, Κώστα Φράσια, Αναστάσιο Μπασακύρο, Θ. Μορφίδη καθώς και πολλούς άλλους και αργότερα, το 1954 στον Σουηδό εξερευνητή Linberg, που περιηγήθηκαν στο σπήλαιο και ενημέρωσαν την τοπική κοινωνία για τον απαράμιλλης ομορφιάς λιθωματικό διάκοσμό του. Από την ημερομηνία εκείνη σημαντικοί σταθμοί για την αξιοποίηση του σπηλαίου ήταν:

1963 – 1966 Προσπάθειες χαρτογράφησης, συλλογής στοιχείων και εκπαίδευσης νέων σπηλαιολόγων
1966 -1969 Κλιμάκωση και ολοκλήρωση έρευνας, χαρτογράφησης και εκπόνησης προμελέτης τουριστικής αξιοποίησης του σπηλαίου.
1998 Έγκριση από το Υπουργείο Πολιτισμού της προμελέτης τουριστικής αξιοποίησης
2007 Έναρξη εργασιών
13.12.2009 Πρώτη λειτουργία για το κοινό

Ο μύθος

“Πριν από πολλούς αιώνες η μεγάλη σπηλιά που βρίσκεται πριν από το μοναστήρι της Μαυριώτισσας ήταν χρυσορυχείο και το φύλαγε ένας δράκος που ανέπνεε και έβγαζε από το στόμα του φλόγες και δηλητηριασμένους ατμούς.

Ύστερα από το κτίσιμο της Καστοριάς (Ή’ ή Ι’ αιώνας) ο πρώτος βασιλιάς ο Κάστωρ, θέλοντας να διασκεδάσει τον φιλοξενούμενο αδελφό του Πολυδεύκη και τον πεθερό του Κέλι ιερέα του θεού, απεκάλυψε το τεράστιο αυτό σπήλαιο. Η παρουσία όμως του δράκου τους εμπόδιζε την προσέγγιση στη σπηλιά.. Τότε ο βασιλιάς υπεσχέθη μεγάλα δώρα σ’αυτόν που θα σκότωνε τον δράκο. Ένας νέος δυνατός παρουσιάστηκε.

Επακολούθησε άγρια πάλη με τον δράκο. Χτυπώντας τον με το κοντάρι του έτρεμαν οι γύρω βράχοι και αναταράζονταν τα νερά της λίμνης. Το τέρας κτυπήθηκε και έπλεε νεκρό επάνω στα νερά της λίμνης. Πανηγύρισαν το γεγονός και ευχαριστία αναπέμφθηκαν στον Πάνα. Και κατόπιν με αναμμένους δαυλούς προχώρησαν στη σπηλιά με σκυφτά τα κεφάλια τους για να μην κτυπήσουν τους σταλακτίτες. Το βάθος εκτεινόταν σε χιλιόμετρα και η ατμόσφαιρα γινόταν πνιγηρή από έλειψιν οξυγόνου. Σε ένα μέρος που η σήραγγα στενεύει έσβησαν οι δαυλοί και πηχτό σκοτάδι τους σφιχταγκάλιασε όλους. Τότε άκουσαν μια απόκοσμη φωνή να λέει : ΄΄ εκείνος που θα σκύψει να πάρει μια χούφτα της λάσπης που πατάει θα μετανοιώσει. Οι πιο θαρετοί έσκυψαν και επήραν λάσπη και εγέμισαν τους κόρφους τους. Οι άλλοι φοβήθηκαν και δεν τόλμησαν να πάρουν. Όταν βγήκαν στο φως του ηλίου εκείνοι που κρατούσαν τη λάσπη είδαν με έκπληξη πως κρατούσαν υγρή χρυσόσκονη…”

“Έτσι περιγράφει ο λαογράφος Δ. Γιαννούσης ( Ακρόπολη, 11-7-54) την παράδοση σχετικά με το Σπήλαιο του Δράκου.”

Πληροφορίες

Ωράριο λειτουργίας: Απρίλιος-Οκτώβριος 10:00-18:00, Νοέμβριος-Μάρτιος 09:00-17:00

Ημέρες λειτουργίας: Τρίτη-Κυριακή

Χρόνος περιήγησης: 25-30 λεπτά

Γλώσσες: Περιήγηση σε διάφορες γλώσσες με χρήση ακουστικών

Εισιτήριο: €6,00 ολόκληρο, €5,00 γκρουπ, €4,00 Μαθητικό/Φοιτητικό/Πολυτέκνων/ΑΜΕΑ

Ιστοσελίδα: Το σπήλαιο του Δράκου

Τηλέφωνο πληροφοριών: +30 24670 22292

Τηλέφωνο ραντεβού: +306957591303

Πηγή: visitwesternmacedonia.gr