Εισήγηση του Βουλευτή Π.Ε. Κοζάνης Στάθη Κωνσταντινίδη στην Ολομέλεια της Βουλής στο Ν/Σ του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων «Λήψη συμπληρωματικών μέτρων για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ης Ιουνίου 2019 για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (L 186), ρυθμίσεις για τη Διυπηρεσιακή Μονάδα Ελέγχου Αγοράς, την Επιτροπή Ανταγωνισμού, τη λειτουργία της αγοράς και λοιπές διατάξεις».

Ακολουθεί η εισήγηση:

«Ευχαριστώ Κύριε Πρόεδρε,

Κύριε Υπουργέ

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι

Δυστυχώς, για μια ακόμη χρονιά, την ημέρα αυτή γίναμε μάρτυρες επεισοδίων και εκτροπών, τα οποία με λύπη μου λέω ότι βρήκαν γόνιμο έδαφος σε αστοχότατες συγκρίσεις και αφόρητους παραλληλισμούς, που εκφράστηκαν από κάποιες πολιτικές δυνάμεις με αφορμή τους περιορισμούς που τέθηκαν στις εκδηλώσεις τιμής για τη σημερινή επέτειο. Η πλειονότητα των ελλήνων πολιτών, που υφίσταται τις επώδυνες επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης και τηρεί με συνέπεια τις υποδείξεις των ειδικών, αναμένει απ’ όλους μας την έκφραση σεβασμού στους αγωνιστές της δημοκρατίας αλλά και την ανεπιφύλακτη καταδίκη όσων περιφρονούν το δημοκρατικό κεκτημένο και θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία.

Σε ό,τι αφορά στο σχέδιο νόμου, αυτό πραγματεύεται ζητήματα που αφορούν σε όλο το εύρος της αγοράς, δηλαδή από τις μικρές επιχειρήσεις, τις λαϊκές αγορές, μέχρι το ψηφιακό εμπόριο, το οποίο αναπτύσσεται παγκοσμίως αλλά και στη χώρα μας με ραγδαίους ρυθμούς. Για το λόγο αυτό, και ιδίως για την εξασφάλιση ενός υγιούς και ανταγωνιστικού περιβάλλοντος, το οποίο υπηρετεί τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τους καταναλωτές, καθίσταται αναγκαία η ενίσχυση των εποπτικών φορέων προκειμένου να επιτελέσουν το καθήκον τους, να εντοπίσουν τυχόν στρεβλώσεις στην αγορά και να επιβάλουν κυρώσεις στους παραβάτες, κάτι που επιχειρείται με τις ειδικότερες διατάξεις του νομοσχεδίου, στις οποίες θα αναφερθώ ακολούθως.

Το προς ψήφιση Σχέδιο Νόμου διαρθρώνεται σε 6 (4 επί της ουσίας μέρη), όπως φανερώνει και ο τίτλος του και αναπτύσσεται σε 22 άρθρα:
Το πρώτο μέρος λοιπόν αφορά στην πληρέστερη προσαρμογή του εθνικού πλαισίου στον Κανονισμό (ΕΕ) 1150/2019 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη δικαιότερη μεταχείριση και τη διασφάλιση όρων διαφάνειας στις επιχειρήσεις που κάνουν χρήση των επιγραμμικών (online) υπηρεσιών διαμεσολάβησης.

Επιγραμμικές υπηρεσίες διαμεσολάβησης πρακτικά είναι οι ψηφιακές πλατφόρμες που δίνουν τη δυνατότητα σε επιχειρήσεις να προβάλλονται σε μηχανές αναζήτησης και να προσφέρουν προϊόντα και υπηρεσίες σε καταναλωτές με την εκτέλεση άμεσων συναλλαγών.
Είναι γεγονός ότι οι επιγραμμικές υπηρεσίες διαμεσολάβησης προσφέρουν πρόσβαση σε ευρύτατες αγορές και εμπορικές ευκαιρίες. Η ανάγκη, όμως, των επιχειρήσεων να προβληθούν και να φτάσουν στους πελάτες μέσω του διαδικτύου, τις αναγκάζει κάποιες φορές να αποδεχθούν επαχθείς όρους συνεργασίας με τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες, που είναι αντίθετες στους κανόνες των συναλλακτικών ηθών και στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό. Έτσι, από τον ίδιο τον Κανονισμό, καλούνται οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών να εφαρμόσουν ένα γρήγορο και αποτελεσματικό εσωτερικό σύστημα ελέγχου των καταγγελιών και να απαντήσουν με άμεσο τρόπο στους παραπονούμενους χρήστες.

Επιπλέον, με τις ρυθμίσεις του πρώτου μέρους του νομοσχεδίου:
– παρέχεται η δυνατότητα για την άσκηση συλλογικής αγωγής σε ενώσεις προσώπων και δημόσιους φορείς, που εκπροσωπούν χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών,
– δημιουργείται μητρώο στο Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων, όπου μπορούν αυτές να εγγράφονται,
– ρυθμίζονται ζητήματα για την άσκηση ελέγχου από τη ΔΙΜΕΑ στους αναφερόμενους παρόχους, οριοθετείται το εποπτικό πλαίσιο και καθορίζεται το κυρωτικό, σύμφωνα με το οποίο η υπηρεσία αυτή μπορεί να επιβάλλει πρόστιμα που ξεκινούν από τα 1.500 ευρώ και φτάνουν τα 2 εκατ. ευρώ σε όσους παραβιάζουν τους κανόνες λειτουργίας του εμπορικού/ψηφιακού αυτού οικοσυστήματος,
– περαιτέρω, προβλέπεται η δυνατότητα οργάνωσης μητρώου παραβατικότητας, που μπορεί να αξιοποιηθεί και στον καθορισμό του ύψους του προστίμου για εκείνους που παρανομούν.

Το δεύτερο μέρος του νομοσχεδίου περιέχει ρυθμίσεις σχετικές με τη λειτουργία της νεαρής Διυπηρεσιακής Μονάδας Ελέγχου της Αγοράς.

Με αυτές τροποποιούνται οι διατάξεις που αφορούν στην οργανωτική δομή και στις αρμοδιότητες των τμημάτων, ενώ προβλέπεται η σύσταση νέων οργανικών θέσεων για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών του φορέα. Ενώ συστήνεται και στελεχώνεται γραφείο διοικητή, το οποίο επιφορτίζεται με το γραφειοκρατικό σκέλος των καθηκόντων του.

Το τρίτο μέρος του νομοσχεδίου αναφέρεται στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και οι εισαγόμενες ρυθμίσεις κατατείνουν στην εξασφάλιση της βιώσιμης και αποτελεσματικής λειτουργίας του, από την άποψη των αναγκαίων πόρων, προκειμένου να είναι σε θέση να υπηρετήσει τον ομολογουμένως νευραλγικό ρόλο της. Αντιμετωπίζεται, έτσι, επαρκώς η οικονομική αυτοτέλεια, η οποία αποτελεί ουσιώδη προϋπόθεση της ανεξαρτησίας της.

Με τις προβλέψεις των οικείων διατάξεων, τα έσοδα της Αρχής συναρτώνται σε σχέση εύλογης αναλογίας, με την πορεία του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος της χώρας, λαμβανομένων υπόψη όμως και κριτηρίων αποτελεσματικότητας. Επιπλέον, δίνεται η δυνατότητα στην Αρχή για άντληση πόρων και από άλλες πηγές, όπως ευρωπαϊκές επιδοτήσεις και ενισχύσεις για την υλοποίηση ερευνητικών προγραμμάτων.

Εξάλλου, ορίζεται ότι η Επιτροπή υπόκειται μόνον σε κατασταλτικό έλεγχο από το Ελεγκτικό Συνέδριο.

Περαιτέρω, ρυθμίζονται και ζητήματα για την αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της Αρχής, αλλά και η βελτίωση του πλαισίου για την αγορά ή μίσθωση ακινήτων. Τέλος, συστήνεται Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων που επιφορτίζεται με τη σύνταξη μελέτης για την αξιολόγηση ανά τριετία του έργου της Επιτροπής βάσει ποιοτικών κριτηρίων και δεικτών.

Με τις διατάξεις του τετάρτου μέρους επιχειρούνται, ήσσονος εμβέλειας αλλά όχι και ήσσονος σημασίας, παρεμβάσεις στην προαιρετική λειτουργία τοπικών μικρών επιχειρήσεων σε δημοτικές κοινότητες με πληθυσμό κάτω των 5.000 κατοίκων και επιπλέον δίνεται η δυνατότητα στον φορέα που είναι υπεύθυνος για τη λειτουργίας των λαϊκών αγορών να λειτουργούν αυτές τις έξι από τις επτά ημέρες της εβδομάδας, κατ’ επιλογήν τους, λαμβάνοντας υπόψη τα τοπικά χαρακτηριστικά και τις ανάγκες των ανθρώπων που δραστηριοποιούνται εκεί, αλλά και της κάθε τοπικής κοινωνίας.

Αυτές είναι οι πιο ουσιαστικές παρεμβάσεις του νομοσχεδίου, αφού στο πέμπτο μέρος του επιχειρούνται τεχνικού χαρακτήρα ρυθμίσεις, ενώ το έκτο αφορά στην άμεση έναρξη εφαρμογής της.

Κι επειδή, όπως προείπα, κρίνονται αυτές ουσιώδεις και αναγκαίες, όπως και οι εισαχθείσες τροπολογίες, εισηγούμαι κι εγώ την ψήφισή τους.»