Δεν είναι λογοπαίγνιο, είναι κυριολεξία. Κάποια στιγμή, σύντομα, θα κληθούμε να σχεδιάζουμε τα επόμενα βήματά μας με έδαφος ή χωρίς έδαφος.

Το εδαφικό σχέδιο Δίκαιης και Αναπτυξιακής Μετάβασης (Δυτικής Μακεδονίας) διανύει περίοδο διαβούλευσης μέχρι τις 19.3, κατά την οποία περίοδο όλοι οι φορείς της Δυτικής Μακεδονίας καλούνται να συμπληρώσουν ειδικό ερωτηματολόγιο με προτάσεις και επισημάνσεις τους.

Πράγματι, ο συντονιστής του όλου, κ. Κ. Μουσουρούλης, παρουσίασε με τον συνεργάτη του κ. Ν. Κλενιάτη το εδαφικό αυτό σχέδιο στην προηγούμενη συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου Δυτικής Μακεδονίας, σχεδόν ειρωνικά την 1η του Μάρτη, όταν στην περιοχή λέμε ανεδαφικά πράγματα χάριν της λαϊκής μας παράδοσης. Αμφότεροι ήταν πειστικοί, ανοιχτοί σε κάθε συνομιλία, σίγουρα προετοιμασμένοι, ευγενέστατοι και πάντα επί του θέματος χωρίς ασάφειες, αοριστείες και γενικεύσεις. Η παρουσίαση ήταν επαγγελματική και ας μην απατώμαστε, ήταν ταυτόχρονα τεχνική αλλά και η πιο πολιτική τοποθέτηση όλων: το σχέδιο αυτό θα αλλάξει τις ζωές των τοπικών κοινωνιών αποφασιστικά, για καλύτερα ή χειρότερα. Διαφαίνεται το δεύτερο, δυστυχώς, με διάνοιξη ολιγαρχικών μονοπατιών σε καινοτόμα δάση από μπαταρίες και πάνελ.

Και υπάρχει πάντως ένα θέμα που δεν είναι καθόλου πειστικό και είναι ιδιαίτερα προβληματικό: το γενικό πλαίσιο του διαλόγου που θέτει την τοπική αυτοδιοίκηση σε δευτερεύοντα ρόλο και όχι στον ισχύοντα ρόλο του άμεσου εκπροσώπου της κοινωνίας της Δυτικής Μακεδονίας. «Κι εσείς κι εμείς Κράτος είμαστε» ανέφερε ορθώς σε μια αποστροφή του ο κ. Μουσουρούλης και ορμώμενος από αυτήν την τιμή γράφω εδώ ως απλό μέλος της «εν κράτει» Δημοτικής Κίνησης που αντιπολιτεύεται στον Δήμο Κοζάνης.

Στις 154 σελίδες του εδαφικού σχεδίου, που πρέπει να είναι υποχρεωτική ανάγνωση για όλους μας, δεν υπάρχει ούτε μία αναφορά στον διοικητικό ρόλο της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η μόνη παρουσία που της επιτρέπεται ακροθιγώς είναι η υπό τον κανονισμό «εταιρική σχέση» με το σύστημα διακυβέρνησης, μία θέση δηλαδή σε ένα περιστασιακό τραπέζι διαβούλευσης, όπου ανάμεσα σε επιμελητήρια, φορείς και διάφορες συλλογικότητες μπορούν και τα εκλεγμένα συμβούλια των Ο.Τ.Α. να ερωτηθούν για να συνδράμουν σε έναν διαρκή συμβουλευτικό λόγο. Το σύστημα διακυβέρνησης όλων των οχημάτων που προκύπτουν δεν συμπεριλαμβάνει τους εκλεγμένους εκπροσώπους μας ως μετόχους με αποφασιστικό ρόλο. Καμία απόφαση για τα υπό διαπραγμάτευση εδάφη (το 70% σχεδόν των εδαφών της ΔΕΗ) δεν θα δύνανται να λάβουν βάσει του σχεδίου. Στην ίδια την διαπραγμάτευση άλλωστε μεταξύ ΔΕΗ και Υπουργείου δεν έχουν κληθεί να συμμετάσχουν εφ’ όσων γνωρίζουμε, κάτι που υποδεικνύει τον ερήμην μέλλοντα χρόνο και τόπο.

Κι εδώ υπάρχει ένα – ας μου επιτραπεί ο καχύποπτος όρος – τέχνασμα. Ζητώντας την συμμετοχή σε ένα ερωτηματολόγιο που όμως δεν ρωτά ποιος θα διοικεί τα νέα σχήματα (SPV γαιών), μπορούν να γίνουν δύο πράγματα: να απαντηθεί το ερωτηματολόγιο και να εγκριθεί το πλαίσιο, ή να μην απαντηθεί το ερωτηματολόγιο και να εγκριθεί το πλαίσιο αφού δεν υπάρχει εισερχόμενο. Με λίγα λόγια, το πλαίσιο έχει ήδη εγκριθεί, ας μην γελιόμαστε, και το ερωτηματολόγιο είναι η κορδέλα στο περιτύλιγμα. Τώρα λοιπόν, όχι μετά τις 19.3 αλλά τώρα ακριβώς, πρέπει να εξεταστούν τα αντανακλαστικά των φορέων τοπικής αυτοδιοίκησης. Μια μικρή παρότρυνση τους δόθηκε από το Βαρόμετρο Γνώμης, στο οποίο πάνω από το 90% των συμμετεχόντων προκρίνει ενθαρρυντικά οι ΟΤΑ να διαχειρίζονται τα εδάφη μεταξύ άλλων.

Μένουν δύο εβδομάδες για να αλλάξει το πλαίσιο αυτό του διαλόγου, χωρίς να καθυστερήσει η έγκριση των εδαφικών σχεδίων που είναι προαπαιτούμενη για την έγκαιρη χρηματοδότηση της Μετάβασης. Αν συζητήσουμε για δύο εβομάδες ακόμη τις εσωτερικές φωτοβολταϊκές μας επιδιώξεις και δοξασίες ή αν συνεχίσουμε με εντυπωσιακές ξιφομαχίες τοπικού πολεμικού θέατρου, ο φράχτης αυτός θα μπει και θα βασιλεύσει και από εκεί και πέρα τα εκλεγμένα μας συμβούλια θα χτυπάνε στις πόρτες των επιχειρηματικών πάρκων και όποιων κυβερνητών προκύψουν. Αν όμως, με κοινό ψήφισμα – πώς αλλιώς; – τα εκλεγμένα σώματα όλων των συμβουλίων της Δυτικής Μακεδονίας διεκδικήσουν τον αποφασιστικό ρόλο που τους αρμόζει, τότε το σχέδιο μπορεί να έχει έδαφος. Και αυτή θα είναι μια αρχή.

Είναι ξεκάθαρο: μένουν δύο εβδομάδες, αρκετές για να πάρουμε το τιμόνι, ή έστω τον χάρτη στα χέρια μας. Και είναι επίσης σαφές: μένουν 15 μέρες, 360 ώρες, αρκετές για να βρεθούμε ως τοπική κοινωνία εκτός του νέου οχήματος και να πεζοπορούμε εσαεί σε οικονομικές στέπες από δική μας αδράνεια.